“Δώσε το χεράκι σου στην κυρία”, “Πες πως σε λένε”, “έλα να χαιρετήσεις τη θεία Μαρία”, “να είσαι οπωσδήποτε στο τραπέζι”, θα έρθεις μαζί μας για φαγητό”, “ μην γίνουμε ρεζίλι”. Και μετά απ’όλα αυτά έρχεται η συνέχεια : “Πόσο πάχυνες, πόσο ψήλωσες”, “είσαι καλή μαθήτρια, πόσο είχες μαθηματικά”, “έχεις αγόρι – κορίτσι”, “δεν κρυώνεις με την κοιλιά έξω”.
Λίγο έως πολύ κάθε παιδί της ηλικίας μου έχει ακούσει κάποιες από αυτές τις φράσεις. Είναι οι περιπτώσεις που θες να γυρίσεις την πλάτη και να φύγεις, να κλείσεις τ’αυτιά σου, να δηλώσεις στη θεία Μαρία ότι δεν την συμπαθείς καθόλου. Εύχεσαι να ήσουν μόνος σου στον κόσμο, να είχες φυτρώσει σαν λάχανο.
Γιατί θα πρέπει να απαντάς σε ανόητες ερωτήσεις ανθρώπων που βλέπεις μια φορά το χρόνο, γιατί να πρέπει να τους πείσεις ότι είσαι το “καλό παιδί ;”
Σαν να μη φτάνουν όλα αυτά αρχίζουν και οι συγκρίσεις : “O Γιάννης μου αρίστευσε”, “Η Κατερίνα μου διαβάζει όλη μέρα”, “Η Σοφούλα μου έγινε σημαιοφόρος για τρίτη φορά σερί”, “Τον Κωστάκη μου για ιατρική τον πάμε”. Κι εκεί είναι η στιγμή που θέλω να φωνάξω πως το κουτσομπολιό είναι εχθρός μου… Ειδικά με εκείνους που δεν εκτιμώ. Το ξανασκέφτομαι όμως γιατί θα μείνω χωρίς χαρτζηλίκι το σαββατοκύριακο.
