Η Κωνσταντινούπολη, μία από τις πιο εντυπωσιακές και πολυπολιτισμικές πόλεις της Ευρώπης, γνωστός τουριστικός πόλος έλξης, είναι ο παλμός της Τουρκίας. Μία πόλη που δεν «κοιμάται» και είναι τόσο αχανής, ώστε για να την εξερευνήσει κανείς χρειάζεται τουλάχιστον ένα μήνα.
Τον Αύγουστο, λοιπόν, με αφορμή την εισαγωγή της αδερφής μου στο Τμήμα της Μοριακής και Γενετικής Βιολογίας στην Αλεξανδρούπολη αποφασίσαμε με την οικογένεια μου να επισκεφτούμε τη «Βασιλεύουσα», μιας και απείχε μόλις 3 ώρες από την Αλεξανδρούπολη. Έπειτα λοιπόν από μια κουραστική διαδρομή –και πολλά τσιμπήματα από τα αιμοβόρα κουνούπια του Έβρου- φτάσαμε επιτέλους στο κέντρο της περίφημης Πόλης. Τα συναισθήματά μου εκείνη τη στιγμή ήταν απερίγραπτα. Από Τη μία ένιωθα δέος βλέποντας τους πανύψηλους ουρανοξύστες και τις θεόρατες τουρκικές σημαίες ( συναντούσες μία οριακά σε κάθε σταυροδρόμι) και από την άλλη τρόμο με την κυκλοφοριακή συμφόρηση που είχε και τους ριψοκίνδυνους οδηγούς, που ήταν ατρόμητοι στις προσπεράσεις.
Επειδή θα καθόμασταν μονάχα 3 ημέρες έπρεπε να προλάβουμε να αξιοποιήσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα τον χρόνο μας. Εγώ φυσικά δεν παρέλειψα να επισκεφτώ τον ναό της Αγίας Σοφίας, το σπουδαιότερο χριστιανικό σύμβολο μα και δείγμα της βυζαντινής αίγλης. Με είσοδο 30 ευρώ και κατάλληλα ενδεδυμένη, λοιπόν, ανέβηκα στο 2ο όροφο της εκκλησίας και θαύμασα, έστω από ψηλά, το μεγαλείο του αριστουργήματος αυτού: τα περίτεχνα σύμβολα των τοίχων της, τις αρχαίες ελληνικές επιγραφές και τον πανέμορφο τρούλο της. Έπειτα, πήγα και στο Μπλε Τζαμί το οποίο ήταν επίσης εμβληματικό και γεμάτο από πιστούς που προετοιμάζονταν για την προσευχή τους
Οι κάτοικοι της Πόλης ήταν πολύ πρόσχαροι και φιλόξενοι, όπως διαπιστώσαμε και μέσα από την περιήγηση μας στα παζάρια. Οι πωλητές ήξεραν να κερδίζουν τους πελάτες τους, πάντα χαμογελαστοί και εξυπηρετικοί. Το Grand Bazaar είχε αμέτρητα προϊόντα από ρούχα και παπούτσια μέχρι και κοσμήματα, ικανοποιώντας όλα τα γούστα . Εκείνο που μου άρεσε πολύ βέβαια ήταν το Τσιτζέκ Πασατζί. Μια στοά όπου έβρισκες κάθε λογής καρυκεύματα, τσάι και παραδοσιακά τουρκικά γλυκά, με πρωταγωνιστές το σουτζούκ λουκούμ και τον μπακλαβά. Άλλωστε δεν περιμένεις τίποτα λιγότερο από τους Κωνσταντινουπολίτες: τα σιροπιαστά τους , τα παραδοσιακά μεσογειακά φαγητά τους και φυσικά το κεμπάπ και τα θαλασσινά τους ήταν ολόφρεσκα και πεντανόστιμα, θυμίζοντας ως ένα βαθμό την ελληνική κουζίνα ( καθόλου παράξενο μιας και οι δύο λαοί μοιραζόμαστε περισσότερα από όσα μας χωρίζουν).
Το αποκορύφωμα του ταξιδιού μας, ωστόσο, για μένα ήταν η βόλτα που κάναμε με το καράβι στα πριγκιποννήσια. Αποπλέοντας από το λιμάνι του Βοσπόρου περάσαμε το νησί της Αντιγόνης, του Πριγκήπου και εν τέλει αγκυροβολήσαμε στη Χάλκη με μοναδικό σκοπό να επισκεφτούμε την Ιερά Θεολογική Σχολή. Και όχι άδικα, η Σχολή ήταν πραγματικά πανέμορφη και ήταν εμφανές ότι συντηρούνταν πολύ καλά. Το ελληνικό στοιχείο κυριαρχούσε μέσα στις αίθουσες της σχολής. Στους μαυροπίνακες αχνοφαίνονταν ακόμα οι σημειώσεις των καθηγητών με την κιμωλία, ενώ στις θέσεις τους οι μαθητές είχαν αφήσει το στίγμα τους: χαραγμένα ονόματα, ημερομηνίες και προσωπικά τους σχόλια για το μάθημα. Χωρίς υπερβολή, η περιήγηση στους χώρους της σχολής με άφησε με το στόμα ανοιχτό, καθώς ένιωσα λες και είχα συναντήσει τους μαθητές της.
Η επίσκεψη μου στην Κωνσταντινούπολη ήταν πραγματικά ανεπανάληπτη. Όχι μόνο κέρδισα γνώσεις, αλλά διασκέδασα, πειραματίστηκα και διεύρυνα τους ορίζοντές μου. Έκανα πολλές γνωριμίες, δοκίμασα παραδοσιακές γεύσεις και επισκέφτηκα πολλά αξιοθέατά της, μαθαίνοντας έτσι περισσότερα για την τουρκική κουλτούρα και ιστορία. Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι και αναντίρρητα στο μέλλον επιθυμώ να ξαναεπισκεφτώ την θαυμαστή αυτή Πόλη, προσδοκώντας να τη γνωρίσω ακόμα καλύτερα.
Λαζάρου Θωμαή-Σεβαστή
Τμήμα: Β’3