Τα τελευταία χρόνια, εγώ, όπως και πολλοί συνομήλικοί μου, εισάγουμε στο λεξιλόγιό μας ξένες λέξεις και φράσεις, τις οποίες χρησιμοποιούμε στον προφορικό αλλά και στον γραπτό μας λόγο. Φυσικά, αυτή η επιλογή έχει δημιουργήσει απορίες σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, σχετικά με το γιατί το κάνουμε και κατά πόσο βοηθά στην επικοινωνία μας.
Ο καθένας μας έχει διαφορετικό λόγο γι’ αυτή την επιλογή, όμως ένας παράγοντας στον οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι είναι η διευκόλυνση στην έκφραση. Οι νέοι έχουμε πολλά πράγματα να εκφράσουμε, αλλά συχνά δυσκολευόμαστε να βρούμε τις κατάλληλες λέξεις στη μητρική μας γλώσσα. Έτσι, χρησιμοποιούμε ξενόγλωσσες λέξεις ώστε να μας καταλαβαίνουν καλύτερα οι γύρω μας.
Για παράδειγμα, χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως I am cool, που κυριολεκτικά σημαίνει «είμαι κρύος», αλλά στην πραγματικότητα δείχνει ότι κάποιος βρίσκεται σε μια δύσκολη κατάσταση και δεν μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτήν. Με λίγες λέξεις μπορούμε να εκφράσουμε πολλά γεγονότα απλά και γρήγορα.
Ένας ακόμη λόγος αυτής της επιλογής είναι ότι ανανεώνεται η γλώσσα μας μέσα από τη χρήση ξένων όρων. Ταυτόχρονα, εμπλουτίζουμε το αγγλικό μας λεξιλόγιο, κάτι που μας ωφελεί ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου ταξιδεύουμε ή μένουμε στο εξωτερικό, καθώς εξασκούμε την ομιλία μας και βελτιώνουμε τόσο τον προφορικό όσο και τον γραπτό λόγο. Έτσι, δεν αντιμετωπίζουμε δυσκολίες στην επικοινωνία, δυσκολίες που θα είχε κάποιος που εκφράζεται αποκλειστικά στη μητρική του γλώσσα.
Αυτοί είναι οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους επιλέγουμε να εντάξουμε ξένες λέξεις στον λόγο μας. Φυσικά, όσο κι αν μας εξυπηρετεί αυτή η πρακτική, πρέπει πάντα να προσέχουμε τη χρήση της, ώστε να μη δημιουργηθεί γλωσσική αλλοίωση. Αν χρησιμοποιούμε τις ξενόγλωσσες λέξεις με μέτρο, ο κίνδυνος αυτός μειώνεται σημαντικά.
Της Ιωάννας Καψιμάλη ( Α” Λυκείου )
