Των Κατερίνας Μαλισόβα και Μαρίας Μαργαριτοπούλου
Οι “Καταραμένοι Ποιητές” ήταν μια ομάδα συγγραφέων στη Γαλλία τον 19ο αιώνα που έγραψαν έργα πολύ διαφορετικά από αυτά που ήξερε τότε ο κόσμος. Ζούσαν δύσκολες ζωές, γεμάτες φτώχεια, μοναξιά, και πολλές φορές αρρώστιες. Μέσα από την ποίησή τους ήθελαν να μιλήσουν για πράγματα που οι άλλοι φοβόντουσαν: τη λύπη, τον θάνατο, την απελπισία, αλλά και τα όνειρα και την ελπίδα. Δεν τους ένοιαζε αν θα τους αποδεχτεί η κοινωνία δηλαδή έγραφαν για όσα ένιωθαν αληθινά.
Φρανσουά Βιγιόν (1431-1463) ο πρώτος χρονικά καταραμένος ποιητής.
Οι πιο γνωστοί Καταραμένοι Ποιητές
Σαρλ Μπωντλαίρ (Charles Baudelaire)
Ο Μπωντλαίρ γεννήθηκε το 1821 στο Παρίσι. Ήταν από τους πρώτους που έσπασαν τα όρια της «καθωσπρέπει» ποίησης της εποχής του. Το πιο γνωστό του έργο είναι «Τα Άνθη του Κακού» («Les Fleurs du Mal), όπου μιλάει για τον έρωτα, τη φθορά, την αμαρτία, αλλά και την ομορφιά που μπορεί να κρύβεται μέσα στην ασχήμια. Το βιβλίο του τότε προκάλεσε τεράστιο σκάνδαλο και κάποια ποιήματα απαγορεύτηκαν. Ο ίδιος έζησε μια ζωή γεμάτη οικονομικά προβλήματα και προβλήματα υγείας. Σήμερα θεωρείται θεμελιωτής της σύγχρονης ποίησης.
Φράσεις του Μπωντλαίρ
«Η πιο ωραία πονηριά του διαβόλου είναι να μας πείσει ότι δεν υπάρχει.»
«Αγάπη: η ανάγκη να φύγεις από τον εαυτό σου.»
«Δεν μπορώ να συλλάβω κάποιο τύπο ομορφιάς, στον οποίο δεν υπάρχει μελαγχολία.»
«Ό, τι είναι δημιούργημα του πνεύματος είναι πιο ζωντανό από την ύλη.»
Αρθούρος Ρεμπώ (Arthur Rimbaud):
Ο Ρεμπώ γεννήθηκε το 1854 και ήταν ένα πραγματικά «παιδί-θαύμα». Άρχισε να γράφει καταπληκτική ποίηση από πολύ μικρός και επηρέασε πολλούς μεγάλους συγγραφείς μετά από αυτόν. Έγραψε έργα όπως «Μια Εποχή στην Κόλαση» («Une Saison en Enfer») και «Ο Μεθυσμένος Καραβοκύρης» («Le Bateau Ivre»). Ο Ρεμπώ πίστευε πως ο ποιητής πρέπει να ανακαλύψει νέους τρόπους να βλέπει και να νιώθει τον κόσμο, ακόμα και αν αυτό σήμαινε να περάσει μέσα από την τρέλα και την απόγνωση. Παράτησε την ποίηση πολύ νέος και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ταξιδεύοντας και δουλεύοντας σε διάφορες δουλειές στην Αφρική.
Φράσεις του Ρεμπώ
Μετέτρεψα τις σιωπές και τις νύχτες σε λέξεις. Ό,τι ήταν ανείπωτο, το έγραψα. Έκανα τον κόσμο που στροβιλιζόταν να σταθεί ακίνητος.
Χίλια όνειρα μέσα μου με σιγοκαίουν.
Η Αιωνιότητα. Είναι ο ήλιος που σμίγει με τη θάλασσα.
Έλα από το παντοτινό και θα πας παντού
Πωλ Βερλαίν (Paul Verlaine):
Ο Βερλαίν γεννήθηκε το 1844. Ήταν άνθρωπος πολύ συναισθηματικός και ευαίσθητος, αλλά και πολύ ταραγμένος. Ερωτεύτηκε τον Ρεμπώ και η θυελλώδης σχέση τους τον οδήγησε σε μεγάλες καταστροφές: βίαιοι καυγάδες, φυλακή και αποξένωση από την κοινωνία. Παρ” όλα αυτά, έγραψε υπέροχα ποιήματα γεμάτα μουσικότητα και απλότητα, όπως τα «Ρομαντικοί Χειμώνες» («Romances sans paroles»). Το έργο του είναι γεμάτο εικόνες από τη φύση, μελαγχολία αλλά και μια ήρεμη ελπίδα.
Έλληνες καταραμένοι ποιητές
Κωνσταντίνος Καρυωτάκης, Μαρία Πολυδούρη, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Μήτσος Παπανικολάου, Γιώργος Μυλωγιάννης, Ρώμος Φιλύρας.
Οι “καταραμένοι ποιητές” πρωτοεμφανίζονται τον 15ο αιώνα αλλά κατοχυρώνονται επίσημα τον 19ο αιώνα. Με τον όρο καταραμένοι ποιητές περιγράφονται οι εκκεντρικοί καλλιτέχνες που ζουν τη ζωή τους ελεύθερα, χωρίς συμβιβασμούς και έξω από τα κοινωνικά πλαίσια.
Κωνσταντίνος Καρυωτάκης
Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896. Το 1917 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αν και επιχείρησε να εργαστεί ως δικηγόρος, ουσιαστικά εργάστηκε σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες της χώρας.
Ποιητής και πεζογράφος, η σημαντικότερη ίσως λογοτεχνική φωνή της γενιάς του ΄20. Από τους πρώτους που εισήγαγαν στην ελληνική ποίηση στοιχεία μοντερνισμού. Επηρέασε πολλούς από τους επόμενους ποιητές όπως τον Ρίτσο, τον Σεφέρη, τον Βρεττάκο.
Η ποίηση του Καρυωτάκη δεν χαρακτηρίζεται από φιλαρέσκεια και αισθηματισμό και δεν περιέχει ούτε ίχνος φιλολογίας που συναντάμε σε προγενέστερους ποιητές. Ο Καρυωτάκης γράφει για το μάταιο, το χαμένο, το άδοξο, το ασήμαντο, το γελοίο.
ΚΙΘΑΡΕΣ
Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες
κιθάρες. Ο άνεμος όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράξενους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.
Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Υψώνονται σαν δάχτυλα στα χάη,
στην κορυφή τους τ’ άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.
Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.
Μαρία Πολυδούρη
Γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1902. Ανήκει στη γενιά του ΄20 και είναι ποιήτρια της Νεορομαντικής Σχολής. Με φανερές τις επιρροές από τα μανιάτικα μοιρολόγια αλλά και την ποίηση του μεγάλου της έρωτα Κωνσταντίνου Καρυωτάκη, γράφει για τον έρωτα και τον θάνατο με πηγαίο λυρισμό αλλά και θλίψη και σπαραγμό.
Στη φίλη μου
Όλα τα άνθη τ” αγαπώ
μεθώ στο άρωμά των
το βλέμμα να βυθίζεται
ποθώ στα χρώματά των.
Υπάρχει όμως εν λεπτόν
πολύ ευώδες άνθος
που δεν μαραίνεται ποτέ
και τ” αγαπώ με πάθος.
Αυτό δεν θάλλει στους αγρούς
στους κήπους δεν υπάρχει
και τα αβρά του πέταλα
ο ήλιος δεν θάλπει.
Έδαφος έχει δι” αυτό η τρυφερή καρδία
με θέρμην απαράμιλλον και λέγεται Φιλία!
Ρώμος Φιλύρας
Νεορομαντικός ποιητής του Μεσοπολέμου, γεννήθηκε στο Κιάτο της Κορινθίας το 1888. Η τεχνική της γραφής του έχει ως στόχο την μετάδοση των συναισθημάτων με άμεσα αντιληπτό τρόπο. Στα ποιήματά του υμνεί την ομορφιά της φύσης και της γυναίκας και επιδιώκει μια ιδανική εικόνα τους που θα υπερβαίνει τα συμβατικά πλαίσια.
Σκαραμαγκάς
Σαν κέντημα γύρω οι βράχοι κ΄ οι λόφοι του Κορυδαλλού
στο λιμανάκι, ονειρεμένο, του γραφικού Σκαραμαγκά
κ΄ οι βάρκες στην ακρογιαλιά, που βάζουν πλώρη αργά γι΄ αλλού
τα παραγάδια και τ΄ αγκίστρια κ΄ οι πετονιές αραδαριά.
Όλος γαλήνιο αραξοβόλι ο κόλπος του Σκαραμαγκά
κι αντίκρυ η θρυλική Ελευσίνα, Κούντουρα, Μάντρα και τα Βίλλια
κόττερα μάγα, καραβάκια, τράτες, που σέρνονται αργά,
κι άλλα πλεούμενα που φεύγουν γοργά και παίρνουν φόρα μίλια.
Γλυκόχρωμα γαλάζια ως πέρα τα τρεμοσάλευτα νερά,
τα κύματα μ΄ αφρόν ολάσπρο, κάπου στο βάθος των κατάρτια
και τα βουνάκια και τα βράχια, τα δεντελλένια στη θωριά
και κάποτε και κάπου – κάπου πανάκια ολόλευκα και ξάρτια.
……………………………………………………………………………………………………
Ναπολέων Λαπαθιώτης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1888. Ποιητής του Μεσοπολέμου, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Νεοσυμβολιστικής και Νεορομαντικής Σχολής.
Με πρότυπο τον Όσκαρ Ουάιλντ και το ρεύμα του αισθητισμού, στο έργο του προσπαθεί να αντιδράσει στον συντηρητισμό της εποχής του με τολμηρούς στίχους και προκλητικές εμφανίσεις. Η μελαγχολία και η θλίψη είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν το έργο του και αντανακλούν την ίδια τη ζωή του.
ΕΙΜΑΙ ΜΟΝΟΣ…
Είμαι μόνος. Βραδιάζει. Τι να κάνω…
Τα χέρια μου είναι τόσο απελπισμένα!
Τα χέρια μου είναι τόσο κουρασμένα!
Τα αφήνω και γλιστρούν αργά στο πιάνο…
Παίζω στην τύχη, κάτι αγαπημένο,
Κάτι παλιό, και γνώριμο, και πλάνο..
Και πάλι σταματώ. Δεν επιμένω.
Θα προτιμούσα μάλλον να πεθάνω…
Οι Καταραμένοι Ποιητές κατάφεραν να δείξουν ότι η τέχνη δεν είναι μόνο για τις χαρούμενες στιγμές. Μέσα από τον πόνο, τις δυσκολίες και τη μοναξιά, δημιούργησαν έργα που συνεχίζουν να συγκινούν και να εμπνέουν μέχρι σήμερα. Μας θυμίζουν ότι ακόμα και από το σκοτάδι μπορεί να γεννηθεί φως.
Πηγές
Sansimera.gr
Wikipedia.gr
Offlinepost.gr





