Παράλληλα Εδάφη
Της Νάντιας Σκορδοπούλου
Επιμέλεια: Δρ Κώστας Πράπογλου
Στο φυσικό σταυροδρόμι που συνδέει τη λίμνη Τριχωνίδα με την ορεινή Ναυπακτία στην περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας, στη δυτική ηπειρωτική Ελλάδα, βρίσκεται το ιστορικό τοξωτό πέτρινο γεφύρι της Αρτοτίβας. Χτισμένο γύρω στο 1650 πάνω από τον ποταμό Εύηνο, το γεφύρι φιλοξένησε μια αξιοσημείωτη δραστηριότητα στην περιοχή που συνδέεται τόσο με την τοπική όσο και την εθνική ιστορία της χώρας μας.
Ο πλούτος των μυθολογικών αναφορών που σχετίζονται με την περιοχή του ποταμού Εύηνου αναδεικνύει την τεράστια σημασία του ήδη από την αρχαιότητα. Αυτό είναι το μέρος όπου ο Ηρακλής πέθανε αφού φόρεσε το εμποτισμένο με δηλητήριο πουκάμισο του Κένταυρου Νέσσου. Αιώνες αργότερα, ο Sir William Gell, Άγγλος αρχαιολόγος και εικονογράφος, ταξίδεψε και περιηγήθηκε στην Ελλάδα ως εκπρόσωπος του συλλόγου Dilettanti μεταξύ του 1801 και 1806 δημοσιεύοντας το έργο The Itinerary of Greece (1819) όπου κάνει σχετική αναφορά για τον τόπο. Το 1826, και κατά τη διάρκεια του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας, οι επιζώντες της τρίτης πολιορκίας του Μεσολογγίου που συμμετείχαν στη θρυλική έξοδο, κατέφυγαν προς την περιοχή αυτή για να συσπειρωθούν με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Πάνω από έναν αιώνα αργότερα, κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, το γεφύρι της Αρτοτίβας έγινε για άλλη μια φορά μάρτυρας πολυάριθμων κρίσιμων μαχών. Είναι σχεδόν αδύνατο για κάποιον σήμερα να φανταστεί ότι ένα γαλήνιο,ειρηνικό και πανέμορφο τοπίο μπορεί να συνδεθεί με ένα τόσο ταραχώδες παρελθόν. Η ακαταμάχητη μεγαλοπρέπεια του φυσικού περιβάλλοντος μεταμορφώνεται σε μια συγκάλυψη μιας υποκείμενης συνθήκης, αποκρύπτοντας μια παράλληλη πραγματικότητα που ξεδιπλώνεται όταν αρχίζουμε να εμβαθύνουμε στην ιστορία της ύπαρξής του. Με αφετηρία τη δική της καταγωγή και έχοντας εμπνευστεί από τις αναμνήσεις της παιδικής της ηλικίας, τους γονείς και παππούδες της που έζησαν στην περιοχή, η Νάντια Σκορδοπούλου ενδυναμώνει μια νέα αφήγηση που περιλαμβάνει προσωπικά και διαπροσωπικά στοιχεία τα οποία διαπερνούν τις πολυδιάστατες ιδιότητες του χρόνου και του χώρου. Η έρευνα πάνω στην πνευματική και εκπαιδευτική συμβολή διαφόρων ιστορικών προσωπικοτήτων που με την παρουσία τους καθόρισαν την περιοχή όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός (1770-79) –Ελληνορθόδοξος μοναχός ο οποίος κατόπιν αναγνωρίστηκε ως ένας από τους δημιουργούς του κινήματος του θρησκευτικού ουμανισμού του 20ου αιώνα στην Ελλάδα– οδήγησε επίσης την καλλιτέχνιδα σε μια διαδικασία διαδοχικής αποκάλυψης της έννοιας του χρόνου, της ιστορικότητας και της προσωπικής αναζήτησης με όλες τους τις διαστρωματώσεις. Με πρωταγωνιστές για άλλη μια φορά τον χρόνο και το χώρο, η Σκορδοπούλου παρεμβαίνει με μια εγκατάσταση land art (τέχνη της γης) ειδικά σχεδιασμένη για την περιοχή του γεφυριού της Αρτοτίβας. Επιλέγει να χρησιμοποιήσει το ξύλο ως βασικό υλικό της, το οποίο βρίσκεται σε άμεσο διάλογο με το γύρω δασικό τοπίο και προσθέτοντας θραύσματα κατόπτρων στην επιφάνειά τους. Πρόθεσή της είναι να αντανακλούν όχι μόνο το άμεσο περιβάλλον αλλά και το φως, τον ουρανό, ακόμα και τους ήχους που παράγονται από τον ποταμό και τα παρακείμενα βραχώδη όρη. Τα γλυπτά της είναι αποδομημένοι σταυροί. Αυτοί φέρουν όχι μόνο σαφείς αναφορές από το ισχυρό θρησκευτικό υπόβαθρο της περιοχής, αλλά μας θυμίζουν και όσους επώνυμους ή ανώνυμους ανθρώπους πέρασαν από εκεί ανά τους αιώνες, αφήνοντας το στίγμα τους στην ιστορία του πέτρινου γεφυριού. Δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε πως αυτοί δημιουργήθηκαν εις μνήμην εκείνων που έχασαν τη ζωή τους εδώ, αλλά ως μια σθεναρή αφιερωματική πράξη προς την απρόβλεπτη ροή του χρόνου και της ζωής. Ο μοναδικός σταυρός που διατήρησε το αρχικό του σχήμα καλύπτεται πλήρως από καθρέφτες. Όμως αυτός αποδομείται ακαριαία από τα στοιχεία της φύσης, εξαϋλώνοντας ολόκληρο το σώμα του με τρόπο παρόμοιο με αυτόν που ο χρόνος έχει διαλύσει κάθε δυσάρεστη στιγμή της ιστορίας αυτής της περιοχής.
Η εγκατάσταση της Σκορδοπούλου αντιστέκεται στον εγκλεισμό. Επεκτείνεται προς κάθε δυνατή κατεύθυνση αντανακλώντας αναμνήσεις και ελπίδα. Είναι ένα εσωτερικό ταξίδι που διασχίζει τη σφαίρα της ύπαρξης και της ταυτότητας, ταυτόχρονα θέτοντας ερωτήματα που αφορούν τη διάσταση του φθαρτού και του εφήμερου. Ακολουθεί τη διαδρομή του ποταμού, αλλά, προς στιγμήν, σταματά εδώ για εμάς ως μια σύντομη υπενθύμιση της δικής μας παρουσίας. Η παράλληλη έκθεση που παρουσιάζει έργα με ακρυλικά χρώματα και φύλλα χρυσού σε καμβά και ξύλινες επιφάνειες, καταλαμβάνει ένα αρχοντικό του 19ου αιώνα στην πόλη του Θέρμου, αποτελεί συνέχεια της αναζήτησης της εικαστικού. Οι θεατές έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν την εγκατάστασή της μέσα στο φυσικό περιβάλλον του ποταμού και συγχρόνως μεταφέρονται σε ένα μοναδικό ιστορικό αλλά εγκαταλελειμμένο κτίριο προκειμένου να βιώσουν μέσα από το μοναδικό οπτικό λεξιλόγιό της το φαύλο, αδυσώπητο και αέναο πέρασμα του χρόνου.
Σχολιάστε
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.