Ο Θουκυδίδης

image002

Η Ζωή του   

Οι πληροφορίες που σώζονται για τη ζωή και τη δράση του είναι πενιχρές και προέρχονται είτε από αναφορές του ίδιου του συγγραφέα μέσα στο έργο του είτε από άλλες, μεταγενέστερες πηγές, ιδιαίτερα από τους λεγόμενους Βίους (κυρίως από αυτόν που έγραψε ο Μαρκελλίνος) και από το λήμμα στο λεξικό της Σούδας. Πατέρας του ήταν ο Όλορος, όνομα το οποίο επίσης ανήκε σε πολλούς βασιλείς της Θράκης. Ήταν ιδιοκτήτης χρυσωρυχείων στην παράκτια περιοχή της Θράκης απέναντι από τη Θάσο. Γεννημένος στον δήμο Αλιμούντος, τον σημερινό Άλιμο, ο Θουκυδίδης είχε συγγενικούς δεσμούς με τον Αθηναίο πολιτικό και στρατηγό Μιλτιάδη και το γιο του Κίμωνα.

Ο Θουκυδίδης ήταν περίπου 25-30 ετών στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ.). Αρρώστησε και ο ίδιος κατά τον λοιμό που έπληξε την Αθήνα μεταξύ 430 και 427 π.Χ. εξοντώνοντας το ένα τέταρτο του πληθυσμού της, μεταξύ αυτών και τον Περικλή.

Το 424 π.Χ. εκλέχθηκε στρατηγός και ανέλαβε τη διοίκηση επτά πλοίων που αγκυροβολούσαν στη Θάσο, πιθανότατα λόγω των διασυνδέσεών του στην περιοχή. Κατά το χειμώνα του 424/3 π.Χ. ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας επιτέθηκε στην Αμφίπολη, μια παραλιακή πόλη της Μακεδονίας στα δυτικά της Θάσου, στρατηγικής σημασίας για την Αθηναϊκή Συμμαχία, λόγω της ναυπηγήσιμης ξυλείας που πρόσφερε η περιοχή και επειδή βρισκόταν κοντά στα χρυσωρυχεία του Παγγαίου. Ο Αθηναίος διοικητής της Αμφίπολης ζήτησε βοήθεια από το Θουκυδίδη.

Ο Βρασίδας, γνωρίζοντας ότι ο Θουκυδίδης βρισκόταν στη Θάσο και φοβούμενος τη βοήθεια από τη θάλασσα, έσπευσε να προσφέρει ευνοϊκούς όρους στους κατοίκους της Αμφίπολης για παράδοση, τους οποίους και δέχτηκαν. Έτσι όταν ο Θουκυδίδης έφτασε στην Αμφίπολη, η πόλη ήταν ήδη υπό σπαρτιατικό έλεγχο.

Τα νέα για την απώλεια της Αμφίπολης προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση στην Αθήνα. Σχετικά με την αποτυχία του να σώσει την πόλη, ο Θουκυδίδης αναφέρει: «Μου συνέβη να εξοριστώ από την πόλη μου επί είκοσι χρόνια μετά τη στρατηγία μου στην Αμφίπολη και, έχοντας επαφή με τα πράγματα των δύο πλευρών, και ιδίως, λόγω της εξορίας μου, με τα πράγματα των Πελοποννήσιων, είχα τη δυνατότητα να τα προσεγγίσω απερίσπαστος και να τα κατανοήσω καλύτερα» (Ε 26, μτφρ. Σκουτερόπουλου). Πιθανόν ο Θουκυδίδης ταξίδεψε και στη Σικελία κατά την εκστρατεία στη Σικελία, καθώς υπάρχουν παραδείγματα βαθιάς γνώσης των τοπικών συνθηκών.

Σύμφωνα με τον Παυσανία, κάποιος με το όνομα Οινόβιος κατάφερε να περάσει ένα νόμο που επέτρεπε στο Θουκυδίδη να γυρίσει στην Αθήνα, πιθανόν λίγο μετά την παράδοση της Αθήνας και το τέλος του πολέμου το 404 π.Χ.. Ο Παυσανίας συνεχίζει λέγοντας ότι δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του στην Αθήνα. Πολλοί αμφισβητούν αυτή την εκδοχή, θεωρώντας πως υπάρχουν ενδείξεις ότι έζησε μέχρι και το 398 π.Χ.

Πάντως, όποια από τις δύο απόψεις και αν ισχύει, το σίγουρο είναι ότι, παρόλο που έζησε μετά το τέλος του πολέμου, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την Ιστορία του. Η αφήγησή του τελειώνει απότομα στο μέσο του 411 π.Χ., υποδηλώνοντας ίσως ότι πέθανε ξαφνικά κατά τη διάρκεια της συγγραφής του έργου. Σύμφωνα με κάποια παράδοση αναφέρεται ότι το κείμενό του βρέθηκε να τελειώνει με μία ανολοκλήρωτη πρόταση. Τα λείψανά του επιστράφηκαν στην Αθήνα και ενταφιάστηκαν στον οικογενειακό τάφο του Κίμωνα.

 

Το έργο του

Ο Θουκυδίδης δεν έδωσε τίτλο στο έργο αυτό, ούτε το διαίρεσε σε βιβλία. Η διαίρεσή του σε οκτώ βιβλία και ο τίτλος Θουκυδίδου Ιστορίαι ή Συγγραφή οφείλεται στους αρχαίους γραμματικούς.

  • Στο Α΄ βιβλίο, μετά το προοίμιο, ακολουθεί η λεγόμενη αρχαιολογία, η οποία αποτελεί σύγκριση μεταξύ του Πελοποννησιακό πολέμου και των προηγουμένων γεγονότων της ελληνικής ιστορίας. Κατόπιν, ύστερα από ορισμένες μεθοδολογικές εκτιμήσεις, ερευνώνται οι άμεσες αιτίες του πολέμου, με μια αναδρομή στις πρώτες αρχές και στη εξέλιξη της αθηναϊκής ηγεμονίας.
  • Το Β΄ βιβλίο ξεκινά την εξιστόρηση του πολέμου, την οποία συνεχίζει με χρονολογική σειρά, διαιρώντας κάθε χρόνο σε καλοκαίρι και χειμώνα. Σημαντικότερα μέρη του είναι εκείνα που αναφέρονται στις δύο επιδρομές των Λακεδαιμονίων στη Αττική και στον Επιτάφιοπου εκφώνησε ο Περικλή για τους νεκρούς του πρώτου έτους του πολέμου με τον οποίο ο ιστορικός εξιδανικεύει την πόλη των Αθηνών, και στο φοβερό λοιμό των Αθηνών.
  • Στο Γ΄ βιβλίο εκτίθενται οι ωμότητες των τριών επόμενων χρόνων και παρεμβάλλονται οι δημηγορίες του Κλέωνα και του συνετού Διόδοτου για την αποστασία και την τιμωρία των Μυτιληναίων. Σημαντική επίσης είναι η περιγραφή της παθολογίας του εμφυλίου πολέμου με αφορμή κάποια γεγονότα στην Κέρκυρα (Γ 82-83).
  • Στο Δ΄ βιβλίο (7ο, 8ο και 9ο έτος του πολέμου) ο Θουκυδίδης πραγματεύεται την κατάληψη της Πύλου από τους Αθηναίους και τις επιχειρήσεις του Λακεδαιμονίου στρατηγού Βρασίδα στη Χαλκιδική.
  • Σημαντικό μέρος του Ε΄ βιβλίου αναφέρεται στην επιχείρηση των Αθηναίων κατά της Μήλου, όπου δίνεται ανάγλυφη παράσταση της επεκτατικής πολιτικής της Αθήνας.
  • Στα βιβλία ΣΤ΄και Ζ΄εξιστορεί την εκστρατεία στη Σικελία των Αθηναίων (415-413).

Τέλος, στο Η΄βιβλίο περιλαμβάνει τα πρώτα χρόνια του Δεκελεικού πολέμου, την παρέμβαση των Περσών στις ελληνικές υποθέσεις και την αποστασία πολλών συμμάχων από τους Αθηναίους.

Ονόματα μαθητριών: Μαρία Αποσ. , Αναστασία Βο..

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης