ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Με τις εικόνες ενός φάρου, ενός δένδρου, ενός ρολογιού, ενός μολυβιού, ενός μισοτελειωμένου πιάτου και μιας βίδας φτιάχνουμε  μια δική μας ιστορία.

Ήταν ωραία εκεί στο φάρο, η θάλασσα ήταν γαλήνια, όταν ξαφνικά ακούστηκε μια δυνατή κραυγή, που χαλούσε την ηρεμία του μεσημεριού.Στο φάρο έγινε ένα έγκλημα με θύμα το 40χρονο Κ. Καγκούρη.

Έπειτα από μια μέρα ο ντετέκτιβ Γιούσιβ πήγε στον τόπο του εγλήματος, για να βρει στοιχεία της υπόθεσης. Μπαίνοντας στο φάρο αντίκρυσε παντού αίματα. Στη συνέχεια είδε πάνω στο τραπέζι ένα μισοτελειωμένο πιάτο και παραπέρα μια βίδα με αίματα. Οντετέκτιβ το θεώρησε ύποπτο στοιχείο και το έβαλε σε μια μικρή σακούλα για τυχόν αποτυπώματα.Επίσης θεώρησε ύποπτο ότι το ρολόι είχε σταματήσει στις 2.00μμ.

Μετά από δυο βδομάδες ο ντετέκτιβ δήλωσε πως κοντεύει να βρει το δολοφόνο. Ακόμα δήλωσε πως το άψυχο σώμα βρέθηκε πάνω στα κλαδιά ενός δένδρου. Ο φάρος είχε μείνει κλειστός, οι μέρες περνούσαν κι όλο και πιο πολλά στοιχεία συγκεντρώνονταν για το δολοφόνο. Κανείς δεν ήξερε για την υπόθεση Όλοι είχαν το φόβο μένοντας κλειστοί στα σπίτια τους. Ο ντετέκτιβ δεν αποκάλυπτε τίποτα πλέον μέχρι να λύσει όλο το μυστήριο. Όλοι οι κάτοικοι διαμαρτύρονταν πως θέλουν να μάθουν, ώστε να προστατεύσουν τις οικογένειές τους, αλλά ο ντετέκτιβ δεν έλεγε κουβέντα.

Τελικά ήρθε η ώρα της αποκάλυψης του εγκλήματος! Ο δολοφόνος του 40χρονου είναι ο 24χρονος Κογκαμινός. Αποκάλυψε ότι τον σκότωσε, διότι του χρωστούσε μεγάλο χρηματικό ποσό και μέσα στα νεύρα του, του επιτέθηκε με ένα μολύβι. Δεν τα κατάφερε και άρπαξε μια βίδα, που βρήκε παραπέρα, ώστε να τον πετύχει και να τον εξοντώσει, καρφώνοντάς στο λαιμό.

Η τελευταία πράξη του δράματος παίχτηκε στο δικαστήριο, όπου ο 24χρονος καταδικάστηκε για την πράξη του σε ισόβια κάθειρξη.

Κορμπάκη Εύη Α3.

Η νύχτα άρχισε. Το σκοτάδι σιγά – σιγά κατέκλυζε τον τόπο. Όλα σκοτεινά, εκτός από το φάρο, που έστελνε φως. Τα κύματα κτυπούσαν με την ορμητικότητά τους τα θεόρατα βράχια. Ο παφλασμός τους, μουσική για τον μοναχικό άνδρα, που κατοικούσε στο φάρο.

«Άλλη μια ήρεμη και κρύα νύχτα του χειμώνα», είπε και ρούφηξε μια γουλιά από το τσάι του. Καθήμενος στην πολυθρόνα του ζωγράφιζε. Ζωγράφιζε ένα τοπίο καταπράσινο μ΄ ένα σπιτάκι στο βάθος της μεγάλης πράσινης πεδιάδας. Με το μολύβι του έξυσε λιγουλάκι το κεφάλι του. Έμπνευση έψαχνε. Έμπνευση για να δημιουργήσει ένα ακόμη αριστούργημα. Χαμένος έτσι στις σκέψεις του δεν κατάλαβε πώς πέρασε η ώρα.
«Άκου, πήγε 11.00μμ.η ώρα. Παρασύρθηκα από τη ζωγραφική και δεν έκανα τη μόνη υποχρέωση, που μου έχει απομείνει». Παίρνοντας τα εργαλεία του ανέβηκε στην κορυφή του φάρου.
«Για να δούμε… Αυτός πρέπει να είναι ο διακόπτης», είπε και έκλεισε το φως του φάρου. «Τώρα πού είναι ο φακός μου»; Έχοντας μαζέψει τα απαραίτητα εργαλεία, ξεκίνησε την επιδιόρθωση του φάρου.
«Μια βίδα ακόμη και τέλειωσα». Ξαφνικά όμως κάτι συνέβη… Ένα μικρό πετρελαιοφόρο περνώντας από το σημείο εκείνο, λόγω της έλλειψης σημάτων εξαιτίας της επιδιόρθωσης, φάνηκε να χάνει τον προσανατολισμό του και να κατευθύνεται προς τον φάρο. Ο άνδρας βλέποντάς το, προσπάθησε να το προειδοποιήσει. Όμως το φως του φάρου δεν άναβε.
«Τι έκανα λάθος;» είπε προσπαθώντας απεγνωσμένα να το ανάψει. Ρίχνοντας το βλέμμα του γύρω έπεσε στη βίδα που κυλούσε στο πάτωμα.
«Ανόητε» αποκάλεσε τον εαυτό του! Μην ξέροντας τι να κάνει, άρχισε να κατεβαίνει με γοργά βήματα τα σκαλιά.Ξαφνικά το πλοίο έπεσε με ορμή στα βράχια παρασύροντας και το φάρο μαζί. Ο άτυχος άνδρας βρέθηκε στη θάλασσα. Κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να βγει στην επιφάνεια, όμως δεν τα κατάφερε.
«Αντίο» είπε μονολογώντας και πνίγηκε. Χάθηκε! Χάθηκε άδικα μες τη μαύρη νύχτα. Το ρολόι, πριν βυθιστεί κι αυτό στη θάλασσα, έδειχνε μεσάνυχτα. Τα κύματα παρέσυραν τα πάντα και τα ξέβγαλαν στην ανοιχτή θάλασσα. Ένα μισοτελειωμένοσκίτσο, μια τελευταία γουλιά, μια τελευταία μπουκιά και μια τελευταία πνοή. Όλα τελευταία εξαιτίας μιας ξεχασμένης βίδας.                                                   

   Σγαρδέλη Σοφία,Β3

 

Ο Καπιτάνιος, Στρ. Μυριβήλη – Αναδιήγηση του τέλους από την πλευρά των μικρών αδελφών από την Τάτση Θεοδώρα, Α3.

Ο Καπιτάνιος, το σκυλάκι μας, είναι ένα συμπαθητικό κι όμορφο ζωάκι! Παίζουμε μαζί του συνέχεια και τον αγαπάμε πολύ. Ο Καπιτάνιος ό,τι και να του κάναμε, είναι πολύ υπομονετικός και ποτέ δε θυμώνει, γιατί ξέρει πως είμαστε μικροί και το μόνο που θέλουμε είναι να παίζουμε. Σήμερα ο μεγάλος μας αδελφός πήρε τον Καπιτάνιο μαζί του. Δεν καταλαβαίνουμε τι έγινε· γιατί ο μεγάλος μας αδελφός ήρθε κλαίγοντας σπίτι; Γιατί όταν είδε τη μητέρα μας, άρχισε να κλαίει κι αυτή; Εμείς παίζουμε στην αυλή κι όπως πάντα γεμίζουμε τη γαβάθα του με νερό, να έρθει να πιει. Πού να ξέρουμε γιατί δεν ήρθε; Πότε θα ξανάρθει; Γιατί δεν έρχεται; Αφού είναι τόσο γλυκό σκυλάκι ο Καπιτάνιος μας. Πότε θα φανεί;;; Μ ήπως να ρωτήσουμε τον Γιώργο ή τον μπαμπά, λες να ξέρουν γιατί δεν ήρθε ακόμα;

Σχολιάστε

Top