Ο όρος NEET ο οποίος στα ελληνικά αποδίδεται ως νέοι άνθρωποι ηλικίας 15-24
ετών, Εκτός Απασχόλησης, Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, αρχικά επινοήθηκε στην
Μεγάλη Βρετανία το 1999 και συνδέθηκε με την πρόωρη εγκατάλειψη του
εκπαιδευτικού συστήματος, δεδομένων των ανησυχητικών σχετικών ποσοστών αλλά
και της σπουδαιότητας που δόθηκε στο ζήτημα της μαθητικής διαρροής από τη
Στρατηγική της Λισσαβόνας η οποία θεσπίστηκε από τους αρχηγούς κρατών και
κυβερνήσεων κατά τη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το Μάρτιο του 2000
στην πρωτεύουσα της Πορτογαλίας.
Το 2021, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι νέοι άνδρες σε ποσοστό 11,4% και οι
νέες γυναίκες σε ποσοστό 7,9% φαίνεται να εγκατέλειψαν πρόωρα την εκπαίδευση
και την κατάρτιση.
Σε πολλές χώρες εμφανίζεται το φαινόμενο νέοι άνθρωποι να είναι άνεργοι ή
ανενεργοί οι οποίοι δεν φοιτούν στο σχολείο και δεν καταρτίζονται επαγγελματικά ,
όμως η Ελλάδα διατηρεί μία από τις υψηλότερες θέσεις στα ποσοστά της
ανεργίας του ενεργού πληθυσμού ηλικίας 15-24 ετών.
Συγκεκριμένα, κατά το έτος 2022 στην Ελλάδα, το 38,7% των νέων γυναικών και το
25,3% των νέων ανδρών του ενεργού πληθυσμού ηλικίας 15-24 ετών δήλωσε ότι δεν
εργαζόταν παρότι ήταν διαθέσιμο και είχε προβεί σε αντίστοιχες ενέργειες
αναζήτησης εργασίας κατά τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες όταν ο μέσος όρος
στις χώρες του ΟΟΣΑ βρίσκεται στο 10,9%. . Επίσης από το παραπάνω
γράφημα του ΟΟΣΑ προκύπτει πως οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου καταγράφουν
τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στο νεανικό εργατικό δυναμικό, σε επίπεδο
Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ανεργία δεν πλήττει εξίσου όλους τους εργαζόμενους. Το ποσοστό ανεργίας είναι
υψηλότερο για τους λιγότερο μορφωμένους αφού τα άτομα με υψηλότερη μόρφωση
και εξειδίκευση απολύονται πιο δύσκολα από τις επιχειρήσεις, όταν αυτές
αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, και επιπλέον έχοντας καλύτερη πληροφόρηση
και δικτύωση ενημερώνονται καλύτερα για τις ευκαιρίες απασχόλησης οπότε
συνήθως δεν αντιμετωπίζουν μεγάλες περιόδους ανεργίας. Ειδικότερα, όσοι
αποφοίτησαν από τις χαμηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες κινδυνεύουν τρεις φορές
περισσότερο να υπαχθούν στην κατηγορία των NEET συγκριτικά με τους
αποφοίτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (OECD, 2019) και δύο φορές
περισσότερο από τους αποφοίτους της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η ηλικία και το φύλο συνιστούν επίσης παράγοντες διαφοροποίησης ως προς την
αδυναμία απασχόλησης. Οι νέες γυναίκες πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από την
ανεργία συγκριτικά με τους νέους άντρες καθώς και οι πολύ νέοι συγκριτικά με τους
μεγαλύτερους.
Μια ακόμα ομάδα που υφίσταται ανισότητα στην απασχόληση είναι οι μετανάστες οι
οποίοι μεταξύ τους διαφοροποιούνται επιπλέον σε σχέση με την προέλευσή τους. Οι
μετανάστες από χώρες της Ε.Ε ενσωματώνονται ευκολότερα στην αγορά εργασίας
συγκριτικά με αυτούς από τρίτες χώρες, οι πρώτοι βιώνουν μικρότερες περιόδους
ανεργίας ή εργασιακή αστάθεια ενώ οι δεύτεροι είναι τρεις φορές πιθανότερο να είναι
άνεργοι γεγονός που οφείλεται εν μέρει στις χαμηλότερες δεξιότητές τους και στην
ανεπαρκή γνώση της γλώσσας της χώρας υποδοχής.
Η τεχνολογική πρόοδος αυξάνει τη ζήτηση για εργαζόμενους με εξειδίκευση και
υψηλές δεξιότητες. Ειδικότερα, όσοι αποφοίτησαν από τις χαμηλότερες εκπαιδευτικές
βαθμίδες κινδυνεύουν τρεις φορές περισσότερο να υπαχθούν στην κατηγορία των
NEET συγκριτικά με τους αποφοίτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (OECD,
2019).
Οι NEET αποτελούν μια πρωτότυπη και ετερογενή ομάδα κοινωνικής ευπάθειας , οι
οποίοι δεν είναι απλώς άνεργοι . Στον πληθυσμό τους περιλαμβάνονται νέες και νέοι
που παραμένουν εκτός της απασχόλησης, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης
εξαιτίας διαφόρων παραγόντων ή και επειδή βρίσκονται σε δυσμενή και μειονεκτική
θέση.
Οι συνέπειες του φαινομένου αυτού είναι τόσο ατομικές : αύξηση του κινδύνου
φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού όσο και μακροοικονομικές: η
αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα επιφέρει σημαντική απώλεια στην οικονομία
και αυξάνει το κόστος για πληρωμές κοινωνικής πρόνοιας. Όσο υψηλότερα είναι τα
ποσοστά των νέων ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το τυπικό εκπαιδευτικό
σύστημα, τόσο έχουν αυξημένες πιθανότητες να καταστούν άνεργα, να εργαστούν σε
επισφαλείς ή χαμηλόμισθες εργασίες, να αντιμετωπίσουν δυσκολίες ένταξης
στην επαγγελματική κατάρτιση και να αξιοποιήσουν προνοιακά προγράμματα. Ως εκ
τούτου, εμφανίζουν μειωμένες πιθανότητες να είναι ενεργοί πολίτες, καθώς και να
εμπλακούν στη διά βίου μάθηση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη μιας νέας ευρωπαϊκής
πολιτικής για τους νέους με άξονες την απασχόληση, την εκπαίδευση, την κατάρτιση
καθώς και την κοινωνική ένταξη και κατέληξε στην παρουσίαση μιας ολοκληρωμένης
δέσμης πρωτοβουλιών. Αποφασίστηκε η πολιτική για την εκπαίδευση και την
απασχόληση των νέων στην Ευρώπη με τον τίτλο «Ευρώπη 2010 Νεολαία σε κίνηση
- Youth on the move» και στη συνέχεια τον Απρίλιο του 2013, εγκρίθηκε η πρότασή
της προς το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή μιας πολιτικής
δέσμευσης των κρατών μελών στην αγορά εργασίας, με τίτλο «Εγγύηση για τη
Νεολαία» – «Youth Guarantee». Αυτή η πρωτοβουλία είχε στόχο να διασφαλίσει ότι
όλοι οι νέοι ηλικίας 15–24 ετών θα λάβουν μια καλής ποιότητας προσφορά
απασχόλησης, συνεχούς εκπαίδευσης, μαθητείας ή πρακτικής άσκησης εντός
τεσσάρων μηνών από τη στιγμή που θα μείνουν άνεργοι ή θα εγκαταλείψουν την
τυπική εκπαίδευση καθώς η μείωση του αριθμού των NEET αποτέλεσε την βασική
μέριμνα της Εγγύησης για τη Νεολαία.
ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ, ΠΕ78
