του Φοίβου Φωτιάδη
Υπάρχει μία λεπτή γραμμή που διαχωρίζει τον εθισμό από το πάθος, το να διακρίνεις πού τελειώνει το ένα και πού αρχίζει το άλλο μπορεί να είναι ένα περίπλοκο εγχείρημα. Και τα δύο προκαλούν έντονα συναισθήματα και συνεχή ενασχόληση, ωστόσο τα αποτελέσματά τους διαφέρουν σημαντικά. Στην ουσία, το πάθος και ο εθισμός χαρακτηρίζονται από θέρμη και δέσμευση. Το πάθος οδηγεί τα άτομα σε ασχολίες που τους φέρνουν χαρά, ικανοποίηση και αυτοεκπλήρωση. Είτε πρόκειται για τέχνη, αθλητισμό, επιστήμη ή οποιαδήποτε άλλη ενασχόληση, το πάθος τροφοδοτεί την επιδίωξη της αριστείας. Από την άλλη πλευρά, ο εθισμός εκδηλώνεται ως ένας συντριπτικός καταναγκασμός που μπορεί να καταστρέψει τη ζωή κάποιου, επηρεάζοντας τις σχέσεις, τις ευθύνες και την ψυχική υγεία του. Ο εθισμός χειραγωγεί πολλούς στο να κυνηγούν εμπορικά μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή ουσία, συχνά εις βάρος ης ευημερίας τους.
Η διάκριση μεταξύ πάθους και εθισμού έγκειται στον αντίκτυπό τους στη ζωή κάποιου. Το πάθος ενισχύει τη ζωή, ο εθισμός τη διαβρώνει. Το πάθος ευνοεί την ανάπτυξη, ο εθισμός την εξασθενεί Το κρίσιμο στοιχείο διαφοροποίησης είναι το επίπεδο ελέγχου, ενδοσκόπησης και ισορροπίας. Τα όρια θολώνουν όταν το πάθος μετατρέπεται σε εθισμό. Είναι αναγκαίο να αναγνωριστούν τα ανησυχητικά σημάδια που καταδεικνύουν αυτή τη μεταβολή. Όταν ένα ευχάριστο ενδιαφέρον αρχίζει να κυριαρχεί σε κάθε πτυχή της ζωής του ανθρώπου, προκαλώντας στενοχώρια ή βλάβη, μπορεί να έχει περάσει στη σφαίρα του εθισμού.
Η ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, η παραμέληση ευθυνών και οι αρνητικές συνέπειες στην ψυχική ή σωματική υγεία είναι χαρακτηριστικά της μετάβασης αυτής. Η τακτική αξιολόγηση του αντικτύπου των δραστηριοτήτων κάποιου σε διάφορες πτυχές της ζωής του είναι ζωτικής σημασίας. Υποφέρουν οι σχέσεις; Η παραγωγικότητα μειώνεται; Υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση ενοχής ή ντροπής που σχετίζεται με τη δραστηριότητα; Αυτά τα ενδοσκοπικά ερωτήματα βοηθούν στο να αναγνωρίσουμε πότε το πάθος μπορεί να κλίνει προς την εμμονή. Η θέσπιση συγκεκριμένων ορίων, όπως η σωστή κατανομή χρόνου, ο καθορισμός εφικτών στόχων και η τήρηση μιας ισορροπημένης ρουτίνας, εμποδίζει τη ζέση από το να μετατραπεί σε εμμονή. Αυτά τα όρια λειτουργούν ως προστατευτικά κιγκλιδώματα, διασφαλίζοντας ότι το πάθος εμπλουτίζει τη ζωή χωρίς να την υπονομεύει.
Η αναζήτηση υποστήριξης είναι επίσης υψίστης σημασίας για την εύρεση αυτής της λεπτής ισορροπίας. Το να περιβάλλεις τον εαυτό σου με άτομα που κατανοούν τη διάκριση μεταξύ αφοσίωσης και εξάρτησης έχει ως αποτέλεσμα μια πιο υγιή και θετική στάση ζωής. Επί πλέον, η ενασχόληση με διαφορετικά ενδιαφέροντα μπορεί να μετριάσει τον κίνδυνο καθήλωσης σε μία μονολιθική πραγματικότητα. Η εξερεύνηση νέων δραστηριοτήτων ή η διαφοροποίηση των ενδιαφερόντων διευρύνει τις προοπτικές και αποτρέπει την υπερβολική εστίαση, μειώνοντας την πιθανότητα προσήλωσης σε μια μεμονωμένη δραστηριότητα σε σημείο εθισμού.
Τελικά, το να αποδεχόμαστε το πάθος, με σεβασμό στα όρια, είναι η λύση. Η αναγνώριση της χαράς που έρχεται με μια βαθιά αφοσίωση σε κάτι, με επίγνωση του αποτυπώματος του στη ζωή είναι το επίκεντρο μιας ισορροπημένης προσέγγισης. Η καλλιέργεια μιας υγιούς σχέσης με τα πάθη, απαιτεί εγρήγορση, αυτογνωσία και καθιέρωση σαφών ορίων. Όταν το πάθος εμπλουτίζει τη ζωή, χωρίς να την επισκιάζει, γίνεται φάρος πληρότητας και χαράς, χωρίς τις παγίδες του εθισμού.
