του Αστέρη Μηλιώτη
Τελείωσε η προετοιμασία της βαλίτσας! Ήδη το ρολόι δείχνει δέκα και μισή το βράδυ, πρέπει να κοιμηθώ μπας και αύριο μπορώ να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά – στις 4:30 το πρωί (!) ακούγεται ο χαρακτηριστικός ήχος του ξυπνητηριού μου. Δεν μου πήρε πολύ να ξυπνήσω, είναι η αλήθεια, όλο το βράδυ είχα υπερένταση από την ανυπομονησία μου για το ταξίδι, και πήρα, με βιασύνη, το πρωινό και ετοιμάστηκα για να ξεκινήσει η μετάβαση στο σχολείο.
Μόλις βολευτήκαμε στο λεωφορείο, με τον κολλητό μου -που είχε αποφασίσει να κουβαλήσει μαζί του και έναν ελαφρύ βήχα με μπούκωμα- ξεκινήσαμε την πορεία μας. «Μην ανησυχείς φίλε, όλα θα πάνε καλά», του είπα, σίγουρος πως η αισιοδοξία μου θα ήταν αρκετή για να εξαφανίσει κάθε μικρόβιο. Η διαδρομή, πάντως, ήταν απολαυστική, γεμάτη ατελείωτες συζητήσεις και παιχνίδια που μας έκαναν να ξεχάσουμε για λίγο το φάντασμα της παρουσίασης που μας περίμενε. Φτάνοντας, πέσαμε για ύπνο σαν πουλάκια, έτοιμοι για τις αυριανές μας… ανακαλύψεις.
Το ενοχλητικό ξυπνητήρι χτύπησε πριν καλά-καλά προλάβουμε να ονειρευτούμε, και μετά από ένα πρωινό που έμοιαζε περισσότερο με αγώνα ταχύτητας, βγήκαμε στους δρόμους για να «κατακτήσουμε» την Πόλη. Άλλη φάση να είσαι σε άλλη χώρα, τι να λέμε! Καινούργιοι άνθρωποι, άλλοι πολιτισμοί, ωραία τοπία… όλα υπέροχα! Μέχρι που φτάσαμε στο μέρος που θα τρώγαμε.
«Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια;» ρώτησε κάποιος.
«Το γεύμα μας!», απαντήσαμε όλοι μαζί με ένα πικρό χαμόγελο.
Η αλήθεια είναι πως το φαγητό ήταν τόσο… ιδιαίτερο που θα μπορούσε να πρωταγωνιστήσει σε ταινία τρόμου. Ευτυχώς, εμείς είχαμε ήδη καταστρώσει τα βραδινά μας σχέδια στο ξενοδοχείο. Μετά από ένα αναζωογονητικό μπάνιο, το δωμάτιό μας μετατράπηκε σε αίθουσα συνεδριάσεων. «Στράτο, φέρε την τράπουλα!», ακούστηκε μια φωνή, και κάπως έτσι, υπό το φως του ανατέλλοντος ηλίου, περάσαμε ένα αξέχαστο βράδυ, γεμάτο ατελείωτες παρτίδες και γέλια, αψηφώντας την έλλειψη ύπνου.
Η επόμενη μέρα, όμως, μας περίμενε με… εκπλήξεις. Μετά από μια δίωρη βόλτα στην πανέμορφη Πόλη, φτάσαμε στο Συνέδριο για την παρουσίασή μας. Και εκεί που όλα έμοιαζαν να πηγαίνουν καλά, εμφανίστηκαν τα… τεχνικά προβλήματα. Η εργασία μας στην οθόνη έκανε τα δικά της, και το αποτέλεσμα δεν ήταν ακριβώς αυτό που είχαμε φανταστεί. Το βραδινό τραπέζι ήταν βαρύ σαν σύννεφο πριν τη βροχή, και το φαγητό δεν έκανε τίποτα για να βελτιώσει την κατάσταση.
Τότε, όμως, κάποιος είχε μια ιδέα! Να εξερευνήσουμε την Πόλη, και λίγο αργότερα βρεθήκαμε στα λεωφορεία με τους καθηγητές μας. Βλέποντας την να απλώνεται μπροστά μας, τρώγοντας επιτέλους ένα αξιοπρεπές γεύμα και κάνοντας χαβαλέ με τους συμμαθητές μου, ένιωσα μια απέραντη ευγνωμοσύνη που ήμουν εκεί. Βγάλαμε δεκάδες φωτογραφίες για να θυμόμαστε αυτές τις στιγμές, και ξαφνικά άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς! Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο μουσκεμένοι μέχρι το κόκαλο!
«Καλημέρα παιδιά, σηκωθείτε!», ακούστηκε μια φωνή γεμάτη υπονοούμενα από τον πιο ήσυχο συγκάτοικό μας. Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας και συνειδητοποιήσαμε ότι είχαμε κάνει… πρωταθλητισμό στον ύπνο. Στο παρά πέντε, καταφέραμε να ετοιμάσουμε τις βαλίτσες και να προλάβουμε τους καθηγητές και το λεωφορείο. Ανακουφιστήκαμε που αποφύγαμε μια πιθανή… ηφαιστειακή έκρηξη από τους ήδη πιεσμένους καθηγητές μας.
Δυστυχώς, αυτή ήταν και η τελευταία μας μέρα. Μετά από ένα ατελείωτο ταξίδι επιστροφής, φτάσαμε και πάλι στη Θεσσαλονίκη και στο σχολείο μας. Αυτή η εκδρομή, πέρα από το Συνέδριο που ήταν, ας το παραδεχτούμε, λίγο… εκπαιδευτικό, μας έφερε πιο κοντά και μας έκανε να νιώσουμε σαν μια πραγματική ομάδα. Περάσαμε απίστευτες στιγμές, είδαμε υπέροχα μέρη και, παρά τις μικρές αναποδιές, είμαι σίγουρος πως αυτή η περιπέτεια θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη μου!
