Βυζάντιο, 05 Απριλίου 405 π. Χ.
Αγαπητή μητέρα,
έχω μέρες να σου γράψω και δεν ξέρεις πως νιώθω μετά από όλα αυτά. Απ΄ όταν χάσαμε νιώθω πελαγωμένος. Πίστευα πως θα με σκότωναν και δε θα προλάβαινα να σε αποχαιρετήσω. Όμως ευτυχώς δεν το έκαναν. Βέβαια δεν ξέρω, αν είναι προτιμότερος ο γρήγορος και ξαφνικός ή ο αργός και οδυνηρός θάνατος.
Ο Λύσανδρος, είχε υποσχεθεί ότι θα μας έφερνε με ασφάλεια στην Αθήνα. Στην αρχή χάρηκα, γιατί πίστεψα ότι μπορεί και να υπάρχει τελικά κάποιος τόσο μεγαλόψυχος που θα ήθελε το καλό ακόμα και του εχθρού του, αλλά τελικά ήταν όλα μια πλάνη. Το μόνο που ήθελε πραγματικά ήταν να μας βασανίσει. Αφού πρώτα κατάφερε να μας υποτάξει και να κερδίσει την εμπιστοσύνη μας, έδειξε κατόπιν το αληθινό του πρόσωπο.
Κατέκτησε το Βυζάντιο και την Καλχηδόνα. Άλλαξε το πολίτευμα μας σε ολιγαρχικό, απογύμνωσε την Αθήνα από τους συμμάχους και τώρα μας σέρνει σε ένα ταξίδι θανάτου. Κατάφερε σιγά σιγά και μεθοδικά να μας καταστρέψει. Στην αρχή έμοιαζε με έναν καλόκαρδο άνθρωπο, ελευθερωτή, αλλά τελικά είναι ένας μεθοδικός και πονηρός άνθρωπος.
Μάνα μου δυστυχώς φοβάμαι ότι η κατάσταση μου θα είναι χειρότερη απ΄ ό,τι είχα φανταστεί. Ο πόνος που νόμιζα ότι θα νιώσω είναι τελικά μια μικρή σταγόνα μπροστά στον ωκεανό πόνου που με περιμένει. Αν πεθάνω και δεν προλάβω να σε αποχαιρετήσω, θέλω να κρατήσεις αυτό το γράμμα ως ανάμνηση από εμένα. Εάν πεθάνω τελικά, δώσε μου την ευχή σου για καλό παράδεισο και αν όχι ετοίμασε γιορτή, γιατί επιστρέφω!!!
Με πολλή αγάπη
Ο γιός σου…
Μαρία Κωνσταντινοπούλου, Α2