Η Υδατοσφαίριση είναι ομαδικό άθλημα, το οποίο διεξάγεται σε πισίνα, από δύο επταμελείς ομάδες – έξι παίκτες και έναν τερματοφύλακα. Ο σκοπός του παιχνιδιού είναι η επίτευξη τερμάτων με την ρίψη της μπάλας μέσα στο τέρμα που φυλάσσεται από τον τερματοφύλακα, και νικήτρια είναι η ομάδα με τα περισσότερα τέρματα. Το παιχνίδι έχει ομοιότητες με τη χειροσφαίριση και το χόκεϊ επί πάγου. Στην Ελλάδα μεγαλύτερη κατηγορία είναι η Α1 Κατηγορία υδατοσφαίρισης ανδρών. Μεγάλη απήχηση έχουν επίσης και τα Πρωταθλήματα Υποδομών, με συμμετοχές ομάδων από όλη την Ελλάδα
Ιστορία
Διεξάγεται από το 1900[εκκρεμεί παραπομπή], αν και από τότε έχει αλλάξει πολύ. Συχνά οι κανονισμοί αλλάζουν, σε μια προσπάθεια της διεθνούς ομοσπονδίας να κάνει το άθλημα πιο κινητικό και θεαματικό. Σύμφωνα με μια φήμη, κάποτε στις Ινδίες Άγγλοι έφιπποι παίζοντας το πόλο από στραβό χτύπημα έστειλαν τη μπάλα σε παρακείμενη λίμνη. Οι πολίστες βρήκαν την ευκαιρία να βουτήξουν στο νερό για να δροσίσουν την μπάλα και διαπίστωσαν ότι μπορεί να γίνει ένα ανάλογο παιχνίδι μέσα στο νερό. Έτσι, με μια μικρή μπάλα του πόλο παίχτηκε για πρώτη φορά πόλο σε πισίνα που είχε για τέρματα δυο βάρκες σε απόσταση 50 μέτρων.
Αργότερα ο χώρος μίκρυνε και η μπάλα μεγάλωσε. Άγγλοι κολυμβητές με φανατικότερο τον Ουίλσον από τη Γλασκώβη οργάνωσαν τους πρώτους ανεπίσημους αγώνες το 1876. Σε 10 χρόνια συντάχθηκαν οι πρώτοι κανονισμοί και έγιναν οι πρώτοι αγώνες του πρωταθλήματος. Το 1890 παίχτηκε σε ανοικτό κολυμβητήριο του Κένσιγκτον ο πρώτος διεθνής αγώνας μεταξύ της Αγγλίας και της Σκωτίας. Υπήρχε μεγάλος φανατισμός και οι Άγγλοι κέρδισαν με 4-0. Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε διέδωσε το άθλημα στην Ουαλία και την Ιρλανδία. Το 1901 έγινε και ο πρώτος διεθνής αγώνας στη Βιέννη με αντιπάλους μια ομάδα της Ουγγαρίας και τη Βίνερ Ατλέτικ σπορ κλαμπ και το πόλο προστέθηκε στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών αγώνων το 1900. Μέχρι το 1930 στις ΗΠΑ ήταν δημοφιλής μια παραλλαγή του αθλήματος όπου παιζόταν με μισοφουσκωμένη μπάλα και είχε αντικειμενικό σκοπό την κατοχή της για όσο το δυνατό μεγαλύτερο διάστημα.
Για πολλά χρόνια η Ουγγαρία ήταν η βασίλισσα της Ευρώπης και του κόσμου. Κατέκτησε τον τίτλο 10 φορές στις 14 πρώτες διοργανώσεις. Στη συνέχεια αναδείχθηκαν η πρώην Σοβιετική Ένωση και η Γερμανία. Από το 1985 συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα και η υδατοσφαίριση γυναικών με πρώτη πρωταθλήτρια την Ολλανδία.
Κανόνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η υδατοσφαίριση είναι ομαδικό άθλημα και παίζεται σε πισίνα από δυο ομάδες παικτών. Κάθε ομάδα έχει 13 ή 15 παίκτες από τους οποίους συμμετέχουν οι επτά και αντικειμενικός σκοπός της είναι να στείλει την μπάλα στα δίχτυα της αντίπαλης ομάδας. Οι παίκτες, εκτός του τερματοφύλακα, επιτρέπεται να χρησιμοποιούν μόνο το ένα χέρι στην προώθηση ή τη μεταβίβαση της μπάλας που μοιάζει με εκείνη του ποδοσφαίρου.
Σήμερα έχουν γίνει αρκετές τροποποιήσεις σε αυτό το άθλημα. Η επίθεση κάθε ομάδας διαρκεί 30″. Κάθε αγώνας έχει τέσσερις περιόδους από 8 λεπτά, ανάμεσα από την 1η και 2η περίοδο έχει 1 λεπτό διάλειμμα ,ανάμεσα στην 2η και 3η υπάρχει ημίχρονο που διαρκεί πέντε λεπτά στο οποίο οι ομάδες αλλάζουν εστίες και ανάμεσα στην 3η και 4η υπάρχει διάλειμμα ενός λεπτού.
Γκολ επιτυγχάνεται όταν ολόκληρη η μπάλα περάσει τη γραμμή του τέρματος που βρίσκεται ανάμεσα στα κάθετα και το οριζόντιο δοκάρι της εστίας, με την προϋπόθεση ότι δεν προωθήθηκε με γροθιά και ότι την άγγιξαν τουλάχιστον δυο παίκτες εκτός του τερματοφύλακα. Επίσης γκολ επιτυγχάνεται και όταν ένας αθλητής περάσει τη γραμμή του τέρματος της ομάδας του μαζί με τη μπάλα. Νικήτρια είναι η ομάδα που πετυχαίνει τα περισσότερα γκολ. Κατάλληλα χρώματα θεωρούνται το άσπρο για τη γραμμή του τέρματος που πρέπει να απέχει τουλάχιστον 30 εκ. από το άκρο της πισίνας, το άσπρο για τη γραμμή της σέντρας που χωρίζει την πισίνα σε δυο ίσα μέρη, το κόκκινο για τη γραμμή του κόρνερ που απέχει δυο μέτρα από τη γραμμή του τέρματος και το κίτρινο για τη γραμμή του πέναλτι που απέχει πέντε μέτρα από τη γραμμή του τέρματος. Στην πλευρά της πισίνας όπου κινούνται οι κριτές τερμάτων τοποθετείται δυο μέτρα μακριά από κάθε γωνία ένα ευδιάκριτο χρωματιστό σημάδι. Για το διαιτητή πρέπει να υπάρχει αρκετός ελεύθερος χώρος, έτσι ώστε να κινείται από το ένα ως το άλλο άκρο της μιας πλευράς της πισίνας, καθώς και για τους δυο κριτές τερμάτων που βρίσκονται στο ύψος των γραμμών του τέρματος. Τα τέρματα πρέπει να είναι άσπρα, να επιπλέουν στο νερό, να είναι γερά συναρμολογημένα και να μη λυγίζουν. Έχουν άνοιγμα τριών μέτρων, ενώ το οριζόντιο δοκάρι πρέπει να βρίσκεται 90 εκ. πάνω από την επιφάνεια του νερού (όταν το νερό έχει βάθος πάνω από 1,5 μέτρα) ή 2.40 από το βυθό της πισίνας (όταν το νερό έχει βάθος λιγότερο από 1,5 μέτρα). Τα τέρματα είναι εφοδιασμένα με δίχτυ.
Η μπάλα έχει περιφέρεια 68 ως 71 εκ. και βάρος 400 ως 450 γραμμάρια. Πρέπει να είναι στρογγυλή, καλά φουσκωμένη και εντελώς αδιάβροχη. Απαγορεύεται η επικάλυψή της με γράσο ή παρόμοιο υλικό. Οι παίκτες των δύο ομάδων πρέπει να φοράνε διαφορετικά σκουφάκια, συνήθως μπλε ή άσπρο για να διακρίνονται και να μη μπερδεύονται οι αντίπαλοι, ενώ οι τερματοφύλακες φοράνε κόκκινα σκουφάκια. Αν κάποιος παίκτης χάσει το σκούφο πρέπει να περιμένει μια διακοπή για να βρει ή να τον αντικαταστήσει με άλλο. Οι αθλητές φοράνε μαγιό και απαγορεύεται να έχουν πάνω τους οποιοδήποτε αντικείμενο, ενώ δεν μπορούν να αλειφθούν με λάδι.
Σκουφάκι του πόλο
Το σκουφάκι του πόλο πρέπει να έχει πλαστικά προστατευτικά για τα αυτιά, με τρύπες για να ακούγεται η σφυρίχτρα του διαιτητή κάτω από το νερό και να δένεται καλά από τον παίκτη. Συνήθως είναι μπλε ή άσπρο με εξαίρεση τους τερματοφύλακες που έχουν κόκκινα. Τα νούμερα έχουν αυστηρή αρίθμηση από το 1 μέχρι το 13 ή το 15. Οι αριθμοί 1 και 13 (ή 15, ανάλογα) ανήκουν μόνο στους τερματοφύλακες.
Οι θέσεις του πόλο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στο water polo (υδατοσφαίριση) συμμετέχουν στον αγώνα 6 παίκτες και ο τερματοφύλακας. Οι θέσεις των παικτών που παίζουν αριθμούνται από το 1 ως το 6 και ο τερματοφύλακας είναι το νούμερο 7. Ας αναλύσουμε αρχικά τις θέσεις γενικώς. Όπως επιτίθεται μία ομάδα, η δεξιά πλευρά της ονομάζεται «πλευρά της πάσας» και η αριστερή «πλευρά του σουτ». Οι θέσεις αριθμούνται ως εξής: Η θέση 1 ονομάζεται «extrem (εξτρέμ) της πάσας. Το 2 ονομάζεται demi (ντεμί) της πάσας. Το 3 είναι η θέση του κεντρικού (ή αμυντικού). Το 4 και το 5 είναι το demi (ντεμί) και το extrem (εξτρέμ) του σουτ αντίστοιχα ενώ το 6 είναι η θέση του φουνταριστού. Τέλος όπως προαναφέρθηκε η θέση νούμερο 7 είναι ο τερματοφύλακας.
Παρακάτω θα γίνει μια μικρή περιγραφή των θέσεων. Αρχικά θα αναλυθούν τα extrem. Οι δύο αυτές θέσεις επιθετικά είναι η κύρια βοήθεια του φουνταριστού ενώ αμυντικά είναι όπως λέμε η πρώτη γραμμή άμυνας της ομάδας. Κύριος στόχος των παικτών που αγωνίζονται σε αυτές τις θέσεις (είτε από τη μεριά του σουτ είτε από τη μεριά της πάσας) είναι να βοηθούν την επίθεση της ομάδας δίνοντας λύση για τελικές πάσες ώστε να επιτευχθεί το γκολ. Τα ντεμί αποτελούν επιθετικά τη πρώτη πάσα από τον τερματοφύλακα είτε τον κεντρικό ώστε να μπορέσει να οργανωθεί η επίθεση. Αμυντικά είναι οι δύο θέσεις που έχουν καίρια σημασία και βοηθούν περισσότερο τον τερματοφύλακα και τον κεντρικό να αντιμετωπίσουν τα αντίπαλα σουτ. Ο κεντρικός (αμυντικός) είναι κατά κύριο λόγο αυτός που οργανώνει την επίθεση της ομάδας. Είναι αυτός που πρέπει να βρει χώρους για να δοθούν οι κατάλληλες πάσες προς τους περιφερειακούς ή τον φουνταριστό για να επιτευχθεί κάποιο γκολ. Αμυντικά η βοήθεια του είναι πολύτιμη μιας και είναι ο κοντινότερος παίκτης στο τέρμα και μπορεί να βοηθήσει στην αποκοπή των αντίπαλων σουτ. Τέλος ο φουνταριστός, είναι ο πιο κύριος παίκτης για την επίθεση της ομάδας του. Είναι αυτός που βρίσκεται πιο κοντά στο αντίπαλο τέρμα και μπορεί άμεσα να σκοράρει. Πρέπει να σημειωθεί ότι στη θέση του φουνταριστού παίρνονται οι περισσότερες αποβολές (των 20 δευτερολέπτων).
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A5%CE%B4%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%AF%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%B7