Σαν σήμερα (10 Ιανουαρίου)

ΑΠΟ: Εργαστήριο Πληροφορικής - Ιαν• 10•16

Σαν σήμερα 10 Ιανουαρίου…

Ιωάννης Βαρβάκης
1745 – 1825

Πλοιοκτήτης, έμπορος και εθνικός ευεργέτης. Γεννήθηκε το 1745 στα Ψαρά και ήταν γιος του Ανδρέα Λεοντίδη και της Μαρίας Μάρου. Σε ηλικία 17 ετών ήταν ήδη ένας έμπειρος ναυτικός με δικό του πλοίο («Άγιος Ανδρέας»). Ξόδεψε όλη του την περιουσία για να το μετατρέψει σε πολεμικό και το 1768 το ενέταξε στη δύναμη του ρωσικού ναυτικού, που μαχόταν τους Οθωμανούς (Ρωσοτουρκικός Πόλεμος 1768-1774). Επέδειξε ιδιαίτερες οργανωτικές και πολεμικές ικανότητες κατά τη Ναυμαχία του Τσεσμέ (5 – 7 Ιουλίου 1770), με αποτέλεσμα οι συναγωνιστές του να του κολλήσουν το παρατσούκλι Βαρβάκης (από το αρπακτικό πουλί βαρβάκι). Του άρεσε και το χρησιμοποίησε ως επίθετο για το υπόλοιπο της ζωής του.

Μετά την υπογραφή της ταπεινωτικής για τους Οθωμανούς, Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (21 Ιουλίου 1774), ο Βαρβάκης βρέθηκε άφραγκος, αφού το καράβι του κατασχέθηκε από τις τουρκικές αρχές, όταν επεχείρησε να το πουλήσει στην Κωνσταντινούπολη. Σκέφθηκε να μεταβεί στη Ρωσία και να ζητήσει ακρόαση από την Αικατερίνη τη Μεγάλη, όπου θα της διεκτραγωδούσε την κατάστασή του, αλλά και θα τις τόνιζε τις υπηρεσίες που προσέφερε στη χώρα της. Η συνάντηση κλείστηκε στην Αγία Πετρούπολη με τη μεσολάβηση του στρατάρχη Ποτέμκιν, εραστή της τσαρίνας.

Η Αικατερίνη προς μεγάλη του έκπληξη φάνηκε γενναιόδωρη μαζί του. Για τις υπηρεσίες του προς τη Ρωσία, τον ονόμασε ανθυποπλοίαρχο του ρωσικού πολεμικού ναυτικού, του έδωσε προνομιακή άδεια αλιείας στην Κασπία Θάλασσα και 1.000 χρυσά ρούβλια. Ο Ιβάν Αντρέγεβιτς Βαρβάτσι ήταν τώρα ρώσος πολίτης.

Με τα χρήματα της τσαρίνας και την άδεια αλιείας ανά χείρας και αφού διήνυσε απόσταση 5.000 χιλιομέτρων από την Αγία Πετρούπολη εγκαταστάθηκε στο Αστραχάν. Μέσα σε λίγα χρόνια έγινε πάμπλουτος από την αλιεία οξύρρυγχου και το εμπόριο του χαβιαριού. Το 1788 είχε στη δούλεψή του 3.000 άτομα. Μεγάλο μέρος της περιουσίας του το διέθεσε για κοινωφελή έργα στην περιοχή (γέφυρες, νοσοκομείο, διώρυγα κλπ).

Για τις υπηρεσίες αυτές παρασημοφορήθηκε από τον τσάρο Αλέξανδρο Α” και το 1810 απέκτησε τίτλους ευγενείας αυτός και η οικογένειά του. Το 1812 μετακόμισε πιο δυτικά και συγκεκριμένα στην πόλη Ταγκαρόγκ (Ταϊγάνι), όπου ανθούσε μια μεγάλη ελληνική κοινότητα. Διέθεσε 600.000 ρούβλια για την ανέγερση ενός επιβλητικού μοναστηριού, όπου εψάλη η νεκρώσιμος ακολουθία για τον τσάρο Αλέξανδρο Α’.

Ο Βαρβάκης δεν ξέχασε την πατρίδα του και βοήθησε παντοιοτρόπως τους επαναστατημένους Έλληνες. Μετά την καταστροφή των Ψαρών επανήλθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο, όπου πέθανε στις 10 Ιανουαρίου 1825. Δύο μέρες νωρίτερα, με τη διαθήκη του κληροδότησε το μεγαλύτερο μέρος για την ανέγερση Λυκείου («Βαρβάκειο»), κλειστής αγοράς («Βαρβάκειος Αγορά»), για τη συντήρηση άπορων οικογενειών και την εξαγορά αιχμαλώτων. Ανδριάντας του Ιωάννη Βαρβάκη βρίσκεται στο Ζάππειο.

Επαμεινώνδας Δεληγεώργης
1829 – 1879

Επαμεινώνδας Δεληγεώργης
1829 – 1879

Επαμεινώνδας Δεληγεώργης

254

Νομικός, δημοσιογράφος και πολιτικός, ο οποίος διατέλεσε επτά φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας από το 1865 έως το 1878. Διατηρεί ακόμη τον τίτλο του νεώτερου Έλληνα πρωθυπουργού, καθώς ανέλαβε για πρώτη φορά την εξουσία σε ηλικία 36 ετών.

Ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 10 Ιανουαρίου 1829. Ο πατέρας του Μήτρος Δεληγεώργης (1775-1860), με καταγωγή από το Μεσολόγγι, υπήρξε ένας από τους σημαίνοντες αγωνιστές του ’21 και διατέλεσε αρχηγός της Χωροφυλακής μετά την απελευθέρωση. Ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης πέρασε τα νεανικά του χρόνια στην Τρίπολη και το Μεσολόγγι και το 1841 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1850 αναγορεύτηκε αριστούχος διδάκτορας της Νομικής Σχολής.

Ως δικηγόρος διακρινόταν για τον χειμαρρώδη λόγο και την ευγλωττία του, προτερήματα που τον ακολούθησαν και στον κοινοβουλευτικό του βίο. Φιλελεύθερος πολιτικά και με έντονα αντιδυναστική στάση σύντομα έγινε το ίνδαλμα της νεολαίας. Από το 1851 έως τα μέσα του 1852 διετέλεσε αρχισυντάκτης της εφημερίδας Εθνική. Τον Οκτώβριο του 1859 εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής της επαρχίας Μεσολογγίου, παρά τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης του Αθανάσιου Μιαούλη υπέρ των βασιλικών υποψηφίων. Οι θαρραλέες αγορεύσεις του στη Βουλή και η μαχητική αρθρογραφία του στο Μέλλον της Πατρίδας, οργάνου της Χρυσής Νεολαίας, η οποία στρεφόταν ευθέως κατά του βασιλιά Όθωνα για τις αντισυνταγματικές παρεμβάσεις του, ανέδειξαν τον Δεληγεώργη αρχηγό της. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 1861 απέτυχε να επανεκλεγεί βουλευτής στην επαρχία Μεσολογγίου, λόγω των αφάνταστων βασιλικών πιέσεων.

Μετά την απόπειρα κατά της ζωής της βασίλισσας Αμαλίας από τον φοιτητή Αριστείδη Δόσιο (6 Σεπτεμβρίου 1861) συνελήφθη με τον αδελφό του Λεωνίδα και μαζί με άλλους ομοϊδεάτες τους εξορίστηκαν στην Κύθνο. Η δυσαρέσκεια κατά του Όθωνα μεγάλωνε και την 1η Φεβρουαρίου 1862 ξέσπασε στασιαστικό στο Ναύπλιο, που έμεινε στην ιστορία ως Ναυπλιακή Επανάσταση. Οι επαναστάτες προσπάθησαν να απελευθερώσουν τον Δεληγεώργη, απέτυχαν όμως και ο τελευταίος μεταφέρθηκε στη Μύκονο.

Μετά την καταστολή της εξέγερσης (8 Απριλίου 1862) ο Δεληγεώργης αμνηστεύθηκε και απελευθερώθηκε. Εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι, όπου συνέχισε τον αγώνα του κατά του Όθωνα. Στις 10 Οκτωβρίου 1862 ξέσπασε νέα εξέγερση κατά του Όθωνα στην Αθήνα, η οποία επικράτησε. Την επαναστατική προκήρυξη, γνωστή ως «Ψήφισμα του Έθνους», που κήρυσσε έκπτωτη τη δυναστεία, συνέταξε ο Δεληγεώργης στο στρατώνα του πυροβολικού στο Μεταξουργείο.

Στην προσωρινή κυβέρνηση που σχηματίστηκε μετά την έκπτωση του Όθωνα (12 Οκτωβρίου 1862) ο Δεληγεώργης ανέλαβε το Υπουργείο Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, αλλά παραιτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 1863. Κατά τη διάρκεια της σύντομης θητείας του θέσπισε τους διαγωνισμούς για τη λήψη υποτροφιών, καθιέρωσε την οπλασκία και τη γυμναστική στα γυμνάσια και το πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου άλλαξε τον τίτλο από «Οθώνειον» σε «Εθνικόν», και κατάρτισε επιτροπές για την οργάνωση των αρχαιοτήτων και της ανέγερσης σχολικών κτιρίων.

Στις εκλογές του 1862 (24-27 Νοεμβρίου) εκλέχθηκε και πάλι βουλευτής της επαρχίας Μεσολογγίου και κατά τη διάρκεια της Β” Εθνοσυνέλευσης (1862-1865), που επέλεξε τον νέο βασιλιά της χώρας και ψήφισε νέο σύνταγμα, τήρησε γενικά μετριοπαθή στάση. Εξελέγη πρόεδρος της Β” Εθνοσυνέλευσης στις 13 Απριλίου 1863 και παρέμεινε στο αξίωμα  έως τις 13 Αυγούστου 1863. Τον ίδιο χρόνο ίδρυσε το Εθνικόν Κομιτάτον, μια πολιτική παράταξη που υποστήριζε την ανάπτυξη του κοινοβουλευτισμού και τον εκσυγχρονισμό της χώρας, την οικονομική ανάπτυξη, τις μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση και το στρατό και την πολιτισμική εξάπλωση στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

Στις εκλογές του 1865 (14-17 Μαΐου) επανεξελέγη βουλευτής Μεσολογγίου και σχημάτισε δύο βραχύβιες κυβερνήσεις (20 Οκτωβρίου3 Νοεμβρίου 1865 και 13 Νοεμβρίου28 Νοεμβρίου 1865), οι οποίες δεν ευδοκίμησαν, λόγω της αποδοκιμασίας τους από τη Βουλή. Κατά τη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης του 1866, ως Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του Δημήτριου Βούλγαρη τάχθηκε υπέρ της ενίσχυσης των Κρητών, παρά την αντίδραση των μεγάλων δυνάμεων και ιδίως της Αγγλίας. Δεν έμεινε, όμως, σταθερός ως το τέλος στην ανένδοτη γραμμή του. Στη συνέχεια τήρησε συμβιβαστική στάση ως προς της συνταγματικές εκτροπές της Αυλής και η νεολαία σταδιακά τον εγκατέλειψε. Στις εκλογές του 1869 (16-19 Μαΐου) το κόμμα του υπέστη πανωλεθρία.

Στις 9 Ιουλίου 1870 έτυχε ψήφου ανοχής από τη Βουλή μετά την παραίτηση της κυβέρνησης του Θρασύβουλου Ζαΐμη και σχημάτισε κυβέρνηση, η οποία έμεινε στην εξουσία ως τις 3 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, αφού ο βασιλιάς Γεώργιος Α’ δεν έκανε δεκτή την πρότασή του για διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια εκλογών.

Στις 8 Ιουλίου 1872 ανέλαβε εκ νέου την πρωθυπουργία με εντολή διάλυσης της Βουλής και τη διενέργεια εκλογών. Στις εκλογές που έγιναν στις 27-30 Ιανουαρίου 1873 έλαβε την πλειοψηφία και παρέμεινε στην εξουσία έως τις 9 Φεβρουαρίου 1874. Στο διάστημα αυτό αναδιοργάνωσε τη διοίκηση, διευκόλυνε την εισροή ξένων κεφαλαίων και τήρησε άκαμπτη στάση έναντι των ξένων στην υπόθεση των μεταλλείων Λαυρίου. Ως προς την εξωτερική πολιτική ακολούθησε φιλειρηνική πολιτική έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και σαφώς αντιρωσική και γενικότερα αντισλαβική στάση. Ήταν θερμός υποστηρικτής της ελληνοτουρκικής φιλίας και συνεργασίας, γεγονός που ερχόταν σε αντίθεση με το λαϊκό αίσθημα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του οι φοιτητές έθεσαν και πάλι το ζήτημα της ανασύστασης της Πανεπιστημιακής Φάλαγγας, ενός  ενόπλου σώματος από φοιτητές και καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, επιφορτισμένου με αστυνομικά καθήκοντα. Ο Δεληγεώργης απέρριψε το αίτημα, με αποτέλεσμα να προκληθούν ταραχές στην Αθήνα μεταξύ φοιτητών και της Χωροφυλακής.

Οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν (23-26 Ιουνίου 1874 και 23 Σεπτεμβρίου 1875) δεν έδωσαν βιώσιμα κυβερνητικά σχήματα και  μέσα στο πλαίσιο αυτό ο Δεληγεώργης κλήθηκε να σχηματίσει δύο ακόμη βραχύβιες κυβερνήσεις (26 Νοεμβρίου1 Δεκεμβρίου 1876 και 26 Φεβρουαρίου19 Μαΐου 1877). Κατά τη διάρκεια της δεύτερης πρωθυπουργικής του θητείας ξέσπασε ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (11 Απριλίου 1877), κατά τον οποίο τήρησε ουδέτερη στάση. Η πολιτική του αυτή εξερέθισε τον λαό, που λιθοβόλησε την οικία του, καθώς και άλλων ουδετερόφιλών πολιτικών και τον ανάγκασε σε παραίτηση. Ο Δεληγεώργης ευρίσκετο σε πλήρη διάσταση με την κοινή γνώμη, η οποία απαιτούσε έξοδο στον πόλεμο στο πλευρό της Ρωσίας.

Λόγω της εκρύθμου καταστάσεως σχηματίσθηκε οικουμενική κυβέρνηση υπό τον γηραιό ναύαρχο Κωνσταντίνο Κάναρη (22 Μαΐου 1877), στην οποία ο Δεληγεώργης ανέλαβε το Υπουργείο Οικονομικών. Μετά τον θάνατο του Κανάρη στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 τα μέλη της κυβέρνησης ανελάμβαναν εκ περιτροπής την πρωθυπουργία, μέχρι τη διάλυσή της στις 11 Ιανουαρίου 1878.

Ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης πέθανε στην Αθήνα στις 14 Μαΐου 1879, σε ηλικία 50 ετών. Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη και τάφηκε στο Α” Νεκροταφείο. Η καρδιά του αρχικά εναποτέθηκε στο Ηρώον του Μεσολογγίου, αλλά μετά το 1912 μεταφέρθηκε στον τάφο του στην Αθήνα. Ήταν νυμφευμένος με την Ξανθή, κόρη του Υδραίου πολιτικού  Λάζαρου Γιουρδή, με την οποία απέκτησε επτά παιδιά, πέντε κορίτσια και δύο αγόρια.

Ο θάνατός του θεωρήθηκε εθνικό δυστύχημα και εθρηνήθη ειλικρινά και από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Υπήρξε άνδρας φιλελευθέρων αρχών, χρηστός, ενάρετος και ισχυρός πολιτικός, αλλά και σπουδαίος ρήτορας. Στον βραχύ πολιτικό του βίο ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης ανεδείχθη επτά φορές πρωθυπουργός, επτά φορές Υπουργός Εξωτερικών, τέσσερεις φορές Υπουργός Δικαιοσύνης, τρεις φορές Υπουργός Εσωτερικών και από μία φορά Υπουργός Οικονομικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως. Εν ολίγοις μία από τις σπουδαιότερες πολιτικές προσωπικότητες του 19ου αιώνα στη χώρα μας.

Μετά τον θάνατό του, ο αδελφός του Λεωνίδας Δεληγεώργης (1839-1928) εξέδωσε τους λόγους του σε ένα τόμο («Λόγοι Πολιτικοί, 1863-1877», 1880) και μέρος του αρχείου του («Πολιτικά Ημερολόγια. Πολιτικαί Σημειώσεις. Πολιτικαί Επιστολαί», 1896).

Τεντέν

Χάρτινος ήρωας που «γεννήθηκε» στις 10 Ιανουαρίου 1929 από το πενάκι του βέλγου κομίστα Ζορζ Ρεμί (1907-1983), γνωστότερου ως Ερζέ. Οι πρώτες ιστορίες του δημοσιεύτηκαν στο νεανικό ένθετο της εφημερίδας των Βρυξελλών 20ος Αιώνας.

Ο Τεντέν (Tintin) είναι ο ξανθομάλλης νεαρός με το χαρακτηριστικό τσουλούφι, που δουλεύει ως ρεπόρτερ και μπλέκεται σε απίθανες περιπέτειες μυστηρίου σε κάθε γωνιά του πλανήτη, μαζί με τον πιστό του σκύλο Μιλού, ένα λευκότριχο φοξ τεριέ.

Ο Ερζέ ποτέ δεν υπήρξε σαφής για την προέλευση του ονόματος Τεντέν. Οι μελετητές του έργου του συμπεραίνουν ότι μπορεί να προέρχεται από την παρήχηση του Totor, ενός προγενέστερου του Τεντέν χάρτινου ήρωά του, ή από το υποκοκοριστικό των γαλλικών ονομάτων Martin (Μαρτίνος), Corentin (Κοραντίνος) και Augustine (Αυγουστίνος).

Ο Μιλού είναι ταυτισμένος με τον Τεντέν και για πολλά χρόνια η σειρά είχε τίτλο Οι περιπέτειες του Τεντέν και του Μιλού. Σε αυτές τις ιστορίες, ο ρόλος του είναι πολύ σημαντικός, αφού είναι και ο μοναδικός σύντροφος του ήρωα. Συνομιλεί κανονικά με τον Τεντέν, λέει τη γνώμη του, διαφωνεί και συμβουλεύει. Το ουσιαστικό τους δέσιμο, όμως, δεν παραβλέπει διαφορές στο χαρακτήρα και τάσεις ανεξαρτησίας. Ο Μιλού πατάει πιο σταθερά στα πόδια του, ενώ ο Τεντέν δεν σκέφτεται τίποτα άλλο από την επιτυχία της αποστολής του.

Ο ρόλος του Μιλού υποβαθμίζεται με την εμφάνιση του καπετάνιου Χάντοκ, παρά την ιδιαίτερη αδυναμία και των δύο στο ουίσκι. Με το που δοκιμάζουν τις πρώτες σταγόνες, ξεχνούν τα πάντα και δυσκολεύουν τη ζωή του Τεντέν. Σταδιακά, οι ιστορίες γίνονται πιο σύνθετες, με τον Τεντέν και τον καπετάνιο να μονοπωλούν το ενδιαφέρον. Όμως, όλο και κάποια ευκαιρία εμφανίζεται για τον Μιλού, που έχει το δικό του τρόπο να πρωτοστατεί. Άλλωστε, η ιδιαίτερη αγάπη εκατομμυρίων θαυμαστών αποδεικνύει ότι δεν έπαψαν ποτέ να τον θεωρούν το άλλο μισό του Τεντέν.

Η πρώτη περιπέτεια του νεαρού ρεπόρτερ με τον τίτλο Ο Τεντέν στη χώρα των Σοβιέτ, που είδε το φως της δημοσιότητας το 1929, κατηγορήθηκε για αντικομουνισμό, επειδή ασκούσε κριτική στο σταλινισμό. Έτσι, για πολλά χρόνια, ο Τεντέν θεωρήθηκε προϊόν του Ψυχρού Πολέμου. Στις επόμενες περιπέτειες, ο ατρόμητος δημοσιογράφος αντιμετώπισε λαθρέμπορους ναρκωτικών, ταξίδευσε στο Φεγγάρι και ανακάλυψε μια χαμένη φυλή των Ίνκας, πολεμώντας πάντα τους κακούς και βοηθώντας τους αθώους και τα θύματα.

Ο καπετάνιος Χάντοκ

Ένας από τους δευτερεύοντες ήρωες της σειράς είναι ο ελληνοαμερικανός μεγιστάνας Ροβέρτος Ρασταπόπουλος, που πιστώνεται στους κακούς της σειράς και συχνά δημιουργεί αξεπέραστα εμπόδια στον Τεντέν. Είναι ιδιοκτήτης των κινηματογραφικών στούντιο Cosmos Pictures, τα οποία χρησιμοποιεί ως προκάλυμμα για τις παράνομες δραστηριότητές του. Είναι προφανές ότι ο Ερζέ εμπνεύστηκε τον ήρωά του από τον Αριστοτέλη Ωνάση.

Από εικαστικής πλευράς, ο Ερζέ έχει πολλούς θαυμαστές για την καθαρή, εκφραστική και φωτεινή πινελιά του (ligne claire). Ανάμεσά τους και οι πρωτεργάτες της ποπ-αρτ Άντι Γουόρχολ και Ρόι Λιχτενστάιν.

Ο Ερζέ κυκλοφόρησε 23 άλμπουμ με ήρωα τον Τεντέν, τα οποία μεταφράστηκαν σε 56 γλώσσες και πούλησαν περισσότερα από 200 εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Το 1986 κυκλοφόρησε μεταθανάτια το ημιτελές άλμπουμ Αλφ-Αρτ, με την τελευταία περιπέτεια του Τεν Τεν.

Ο Τεντέν γνώρισε μεγάλη επιτυχία μεταπολεμικά, προκαλώντας τη ζήλια του Γάλλου Προέδρου Σαρλ Ντε Γκολ, που είπε χαρακτηριστικά: «Ο μοναδικός διεθνής ανταγωνιστής μου είναι ο Τεντέν». Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 η λάμψη του άρχισε να φθίνει, μετά τις κατηγορίες που εκτοξεύτηκαν εναντίον του για μισογυνισμό και ρατσισμό. Επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο το 2011 με το τρισδιάστατο καρτούν Οι Περιπέτειες του Τετέν: Το μυστικό του μονόκερου, που φέρει την υπογραφή του Στίβεν Σπίλμπεργκ.

Σήμερα, το Ίδρυμα Ερζέ, που διαχειρίζεται τα δικαιώματα του Τεντέν, είναι μια επικερδής βιομηχανία εκατομμυρίων ευρώ. Εκτός από τα βιβλία, ο ήρωας έχει πρωταγωνιστήσει στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη, αλλά και στο θέατρο.

Στα ελληνικά κυκλοφορούν οι 23 από τις 24 περιπέτειες του Τεντέν, από τις εκδόσεις Μαμούθ Κόμικς. Μένει να μεταφρασθεί η πρώτη του περιπέτεια “Ο Τεν-Τεν στη χώρα των Σοβιέτ”. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης εξέλιπε πλέον κάθε λόγος.

Οι περιπέτειες του Τεν Τεν

1. Ο Τεν Τεν στη χώρα των Σοβιέτ (1929-1930)
2. Ο Τεν Τεν στο Κογκό (1930-1931)
3. Ο Τεντέν στην Αμερική (1931-1932)
4. Τα πούρα του Φαραώ (1932-1934)
5. Ο μπλε λωτός (1934-1935)
6. Το σπασμένο αυτί (1935-1937)
7. Το μαύρο νησί (1937-1938)
8. Το σκήπτρο του Όττοκαρ (1938-1939)
9. Ο Κάβουρας με τις χρυσές δαγκάνες (194-1941)
10. Το μυστηριώδες άστρο (1941-1942)
11. Το μυστικό του μονόκερου (1942-1943)
12. Ο θησαυρός του Κόκκινου Ρακάμ (1943-1944)
13. Οι 7 κρυστάλλινες μπάλλες (1943-1948)
14. Ο Ναός του Ήλιου (1946-1949)
15. Ο Τεντέν στη χώρα του μαύρου χρυσού (1948-1950)
16. Αποστολή στη Σελήνη (1950- 1953)
17. Βήματα στη Σελήνη (1950-1954)
18. Υπόθεση Τουρνεσόλ (1954-1956)
19. Η λίμνη με τους καρχαρίες (1958)
20. Ο Τεντέν στο Θιβέτ (1960)
21. Τα κοσμήματα της Καστοριάς (1963)
22. Πτήση 714 για Σίδνεϋ (1968)
23. Ο Τεν Τεν και οι Πίκαρος (1976)
24. Αλφ-Αρτ (1986)

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΑΤΣΑΝΟΥ ΜΑΡΙΑ… ΣΥΝΤΑΚΤΡΙΑ Δ’

Σχολιάστε

Top