Το τρίτο κουδούνι…

 

Η Ζωή είναι καθισμένη με τους γονείς της, περιμένοντας την έναρξη της θεατρικής παράστασης. Η Ζωή αναστενάζει, το πρόσωπο της δηλώνοντας την δυσαρέσκεια της.

 

-Μαμά, γιατί με έφερες εδώ; Ήθελα να πάω να δω τον Captain America με την Άννα!

-Ησύχασε παιδί μου. Μπορείς να πας και άλλη ημέρα. Παίζει και ο αγαπημένος μου ηθοποιός απόψε…

-Ωχ, έλεος πια… Πώς το λένε καν το έργο;

- Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας, απάντησε ο πατέρας της. Πιστεύω ότι θα σου αρέσει.

 Πριν προλάβει η Ζωή να ανταποκριθεί, χτύπησε το πρώτο κουδούνι. Ζάρωσε τα φρύδια της, καθώς δεν γνώριζε τι σήμαινε.

 -Τι ήταν αυτό;

-Το πρώτο κουδούνι. Σε λίγο θα ξεκινήσουμε.

-Και μακάρι να τελειώσουμε…

Η Ζωή κοιτάζει γύρω της. Χτυπάει το δεύτερο κουδούνι. Παρατηρεί πως κανείς δεν έχει φαγητό μαζί του.

 -Γιατί δεν πήραμε ποπ κορν, βρε μαμά; Δεν βλέπω και κανέναν άλλον να έχει μαζί του.

-Επειδή παρακολουθούμε ζωντανή παράσταση, παιδί μου. Οι ηθοποιοί έχουν αφιερώσει ώρες κόπου ώστε να είναι τέλεια μέχρι και η κάθε λεπτομέρεια. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους σεβαστούμε και να τους ακούσουμε προσεκτικά χωρίς να ακούγεται κάποιος να μασουλάει από πίσω.

 

Η Ζωή φαίνεται σκεπτική, κατανοώντας τα λόγια της μητέρας της. Μετά από λίγη ώρα, έγνεψε με ένα ίχνος δισταγμού. Ύστερα χτυπάει και το τρίτο κουδούνι. Η μαγεία ξεκινά.

 

Η σκηνή μεταμορφώνεται σε μία πλατεία της αρχαίας Αθήνας, όπου ένα σύνολο ανθρώπων ετοιμάζουν για τον γάμο του δούκα Θησέα και τη μελλοντική του σύζυγο και, την Ιππολύτη. Τον προσεγγίζει ένας άντρας ευγενής, γνωστός και ως Αιγέας. Έχει ένα σοβαρό πρόβλημα! Επιθυμεί να παντρέψει την κόρη του, την Ερμία, με τον Δημήτριο, άντρας υψηλής κοινωνικής τάξης. Μα εκείνη λατρεύει τον Λύσανδρο! Τι θα συμβεί;

 

Το έργο προχωράει, και η Ζωή βρίσκει τον εαυτό της να γελάει με το χάος που ξεσπάει καθ’ όλη την διάρκεια του έργου…

Μάλιστα, ενώ δεν θα το παραδεχόταν ποτέ εκείνη την στιγμή, ευχόταν να κρατούσε έστω και λίγο παραπάνω η μαγεία όταν βγήκαν οι ηθοποιοί να υποκλιθούν. 

 

-Σου άρεσε αγάπη μου;, ρώτησε η μητέρα της.

-Ε, καλό ήταν…

-Έλα, ας πηγαίνουμε λοιπόν, είπε ο πατέρας της.

 

Καθώς προχωρούσαν προς την έξοδο του θεάτρου, ένα πράγμα επέπλεε στις σκέψεις τις.

 

-Ίσως να μην ήταν και τόσο άσχημα.

Δέσποινα Κόκκαλη , Β1

Όμιλος Θεάτρου

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης