Ο Σπύρος Λούης γεννήθηκε στο Μαρούσι Αττικής, στις 12 Ιανουαρίου 1873 ,και πέθανε 26 Μαρτίου 1940 ήταν Έλληνας μαραθωνοδρόμος και νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896.Γεννήθηκε στο Μαρούσι από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν νερουλάς τότε που ακόμη δεν υπήρχε κεντρική ύδρευση και ο Σπύρος τον βοηθούσε κουβαλώντας το νερό
Ο Μαραθώνιος ήταν να πραγματοποιηθεί στις 29 Μαρτίου (σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο που ήταν τότε σε χρήση στην Ελλάδα), και αναμένονταν με μεγάλο ενθουσιασμό από όλους. Ο λαός και οι κυβερνώντες επιζητούσαν τη μεγάλη εθνική επιτυχία, η οποία δεν είχε έρθει μέχρι στιγμής στους εν λόγω ολυμπιακούς αγώνες.
Ο Παπαδιαμαντόπουλος έδωσε το σήμα εκκίνησης στον Μαραθώνα. Δεκατρείς δρομείς από την Ελλάδα και τέσσερις αθλητές από άλλα έθνη έλαβαν μέρος. Ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό που είχε πάρει και χάλκινο στα 1500 μέτρα μπήκε νωρίς μπροστά και προηγείτο. Στο Πικέρμι ο Λούης σταμάτησε σε ένα καφενείο και ζήτησε να πιει ένα ποτήρι κρασί, λέγοντας ότι θα τους φτάσει και θα τους προσπεράσει όλους πριν από το τέλος.
Μετά το 32ο χιλιόμετρο, ο Λερμιζιό κατέρρευσε από την εξάντληση. Το προβάδισμα ανέλαβε τώρα ο Αυστραλός Έντγουϊν Φλακ που πρωτύτερα είχε πάρει μετάλλιο στα 800 και 1500 μέτρα. Ο Λούης άρχισε να ελαττώνει την απόσταση, μέχρι που και ο Αυστραλός, που δεν ήταν συνηθισμένος στις μεγάλες αποστάσεις, κατέρρευσε μερικά χιλιόμετρα αργότερα.
Ο Λούης μπήκε πρώτος στο στάδιο, όπου τον υποδέχτηκε ο κόσμος μαζί με τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκιπα Γεώργιο και τον κέρναγαν κρασί, γάλα, μπύρα, αυγά πασχαλινά, πορτοκαλάδα και άλλα δώρα. Πολλοί του έταζαν από κοσμήματα ως τζάμπα ξύρισμα στο κουρείο για πάντα. Ο μύθος λέει ότι ο βασιλιάς Γεώργιος ρώτησε τον Λούη τι δώρο θα ήθελε να του προσφέρει, και εκείνος του απάντησε: «Ένα γαϊδουράκι να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό.» Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο ίδιος δήλωσε ότι αρνήθηκε ως δώρο κάποιο άλογο ή κάρο.[7]
Ο Λούης έτρεξε τον μαραθώνιο σε χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δεύτερα, σε ηλικία 24 ετών. Μετά τους Ολυμπιακούς γύρισε στο χωριό του και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου. Έζησε μια ζωή ήρεμη, εργαζόμενος ως αγρότης, και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός