Η γιαγιά της μαθήτριας της τάξης Β2 Αθηνάς Καρυώτη Χατζή μεταφέρει στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εγγονή της το κλίμα φόβου και τρομοκρατίας που επικρατούσε την περίοδο της δικτατορίας και τις ημέρες της κατάληψης του Πολυτεχνείου.
-
Πόσο χρονών ήσουν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου;
Ήμουν 13 ετών, στη Β΄ Γυμνασίου.
-
Πού κατοικούσατε τότε;
Στην Αθήνα, στην οδό Αχαρνών.
-
Τι θυμάσαι από την πρώτη ημέρα της Δικτατορίας;
Θυμάμαι πως ετοιμάζουν να πάω σχολείο, νομίζω στη Δευτέρα δημοτικού περίπου και ένας οικογενειακός φίλος που ήταν στο κέντρο της Αθήνας μας πήρε τηλέφωνο ενημερώνοντάς μας να μην βγούμε καλύτερα από το σπίτι. Όλη τη ημέρα χτυπούσε το τηλέφωνο, έπειτα μετακινούνταν από το ένα σπίτι στο άλλο και γενικότερα υπήρχε μια μεγάλη αναμπουμπούλα. Πολλοί είχαν αρχίσει να κρύβονται λόγω του ότι ήταν αντίθετοι στη Χούντα, επίσης θυμάμαι πως είχαμε κανονίσει να πάμε κινηματογράφο. Η μητέρα μου μού ανακοίνωσε πως δεν θα μπορέσουμε να πάμε και έκλαιγα με αναφιλητά.
-
Κάποιο άτομο από το οικογενειακό/φιλικό/πανεπιστημιακό/ εργασιακό περιβάλλον σας είχε διωχθεί από τη Χούντα;
Ναι, ο ανιψιός του συζύγου της θείας μου ήταν φοιτητής, πετούσε προκηρύξεις εναντίον της Χούντας , τον έπιασαν και τον έστειλαν στη Θεσσαλονίκη.
-
Πού βρισκόσουν εκείνη την ημέρα, 17 Νοέμβρη;
Δεν θυμάμαι με ακρίβεια, μάλλον θα ήμουν σχολείο το πρωί μέχρι νωρίς το μεσημέρι.
-
Μια και έμενες κοντά στο Πολυτεχνείο υπήρχε κάποιο περιστατικό που έχει χαραχτεί στη μνήμη σου;
Το σχολείο μου βρισκόταν στις οδούς Αχαρνών- Πατησίων, όταν άρχιζαν να μαζεύονται στο Πολυτεχνείο έγινε μπλόκο με κλούβες. Όποιος νεαρός άνθρωπος περνούσε από εκείνον τον δρόμο, περνούσε από ανάκριση και μερικοί συλλαμβάνονταν. Την κρίσιμη εβδομάδα, έστειλαν στο σχολείο στρατό και έναν στρατιώτη έξω από κάθε αίθουσα. Εμείς, όντας παιδιά, νοιώθαμε πολύ περίεργα, η καθηγήτριά μας ήταν πολύ φοβισμένη, χαρακτηριστικά μας έλεγε να μην κοιτούμε τον φαντάρο, για να μην του τραβήξουμε την προσοχή. Μόλις έφτασε το μεσημέρι μας είπε να πάμε κατευθείαν στο σπίτι, χωρίς να χαζεύουμε. Τις μαθήτριες που έμεναν κοντά στο Πολυτεχνείο τις μετέφερε με το αυτοκίνητο για την ασφάλειά τους. Ακόμη, μία μέρα που τα τανκ περιφέρονταν στον δρόμο, βγήκα στο μπαλκόνι και ένας φαντάρος για να μας εκφοβίσει έριξε με το όπλο του και η σφαίρα έσκασε μερικά εκατοστά πάνω από το κεφάλι μου. Ευτυχώς δεν τραυματίστηκα, όμως ο φόβος μας ήταν μεγάλος. Έτσι με πρόσεχαν πολύ παραπάνω και δεν ξαναβγήκα ποτέ στο μπαλκόνι.
-
Πώς μάθατε για την κατάληψη του Πολυτεχνείου;
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου ήταν ένα γεγονός το οποίο ήταν σίγουρο πως θα συνέβαινε. Ειδικά την τελευταία εβδομάδα (13 έως 17 Νοεμβρίου) επικρατούσε αναστάτωση, μαζεύονταν όλο και περισσότεροι νέοι εκτός και εντός του κτηρίου και οι αρχές βρίσκονταν σε επιφυλακή.
- Υπήρχε κάποιος δικός σας άνθρωπος που βρισκόταν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου;
Η αδερφή μίας συμμαθήτριάς μου, που ήταν τότε φοιτήτρια, κλείστηκε στο Πολυτεχνείο, οι δικοί της ήταν πολύ ανήσυχοι, γιατί είχαν να μάθουν νέα της πολλές μέρες. Δεν μπορούσαν να απευθυνθούν για βοήθεια σε κανέναν, διότι δεν ήξεραν αν κάποιος θα στρεφόταν εναντίον τους και η ασφάλεια της κόρης τους θα κινδύνευε. Ευτυχώς, όμως εκείνη την ώρα της εισβολής κατάφερε να κρυφτεί, να φυγαδευτεί και τελικά να γυρίσει σπίτι σώα και αβλαβής.