Ένα τραγικό δυστύχημα ή ένα προδιαγεγραμμένο έγκλημα;

Σχέδιο: Ηλιάνα Παπακυριαζή, Ανούς Πολενάκη 

Στις 28 Φεβρουαρίου 2023, στην κοιλάδα των Τεμπών, κοντά στον οικισμό του Ευαγγελισμού Λάρισας, επιβατική αμαξοστοιχία της Hellenic Train συγκρούστηκε μετωπικά με εμπορική αμαξοστοιχία της ίδιας εταιρείας, προκαλώντας τον θάνατο 57 ανθρώπων. Πρόκειται για το πιο θανατηφόρο σιδηροδρομικό δυστύχημα που συνέβη ποτέ στην Ελλάδα ως σήμερα.

Το χρονικό μιας μοιραίας διαδρομής:

Η επιβατική αμαξοστοιχία Intercity 62, η οποία επρόκειτο να αναχωρήσει από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη στις 19:22 μ.μ. μεταφέροντας περίπου 350 επιβάτες, ξεκίνησε με μικρή χρονική καθυστέρηση, γύρω στις 19:30. Πολλοί από τους επιβαίνοντες ήταν φοιτητές, που επέστρεφαν στη Θεσσαλονίκη μετά από το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας. Η αμαξοστοιχία αναχώρησε με 48 λεπτά καθυστέρηση από τον σιδηροδρομικό σταθμό του Παλαιοφάρσαλου, λόγω ενός περιστατικού που προηγήθηκε, και έφτασε στην γραμμή 2 του σιδηροδρομικού σταθμού Λαρίσης με μεγάλη καθυστέρηση στις 23:02 αποβιβάζοντας 81 επιβάτες. Ύστερα από την αποεπιβίβαση των επιβατών, αναχώρησε με 350 επιβάτες στις 23:04, αντί για τις 22:11, μπαίνοντας – μετά από εσφαλμένο χειρισμό του σταθμάρχη Λάρισας – στη γραμμή καθόδου.

Ταυτόχρονα, η εμπορευματική αμαξοστοιχία 63503, έχοντας καθυστερήσει περίπου μια ώρα να αναχωρήσει από τη Θεσσαλονίκη, πορευόταν από τη Θεσσαλονίκη προς την Λάρισα, με τελικό προορισμό το Θριάσιο, στην ίδια καθοδική γραμμή. Επί 12 λεπτά τα δύο τρένα κινούνταν στην ίδια γραμμή, πλησιάζοντας το ένα το άλλο, χωρίς κανείς να το αντιληφθεί, για να προλάβει το κακό.

Η μετωπική σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών σημειώθηκε στις 23:18:28 της 28ης Φεβρουαρίου 2023, στα μισά της διαδρομής μεταξύ του Σ.Σ Ευαγγελισμού και του Σ.Σ Ραψάνης,  καθώς η επιβατική αμαξοστοιχία έβγαινε από τη μικρή σήραγγα του ανισόπεδου κόμβου κάτω από τον Αυτοκινητόδρομο Α1. Το επιβατικό τρένο κινούνταν με ταχύτητα 160 χλμ/ώρα, ενώ η εμπορική αμαξοστοιχία κινούνταν με αντίθετη φορά κίνησης και ταχύτητα περίπου 100 χλμ/ώρα. Από τη σφοδρότατη σύγκρουση, τα περισσότερα βαγόνια του επιβατικού τρένου εκτροχιάστηκαν, ενώ τη στιγμή της σύγκρουσης, προκλήθηκε ακαριαία πυρόσφαιρα και πυρκαγιά, που κατέκαψε τα δύο μπροστινά βαγόνια της επιβατικής αμαξοστοιχίας.

Σύμφωνα με τον τότε περιφερειάρχη Θεσσαλίας, Κωνσταντίνο Αγοραστό, τα βαγόνια 1 και 2 της επιβατικής αμαξοστοιχίας κάηκαν ολοσχερώς, ενώ το ΕΚΑΒ Θεσσαλίας ανέφερε ότι 2 με 3 βαγόνια είχαν πολτοποιηθεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης. Η σφοδρή σύγκρουση, ο εκτροχιασμός, η πυρόσφαιρα που προκλήθηκε και η πυρκαγιά που ακολούθησε προκάλεσαν τον θάνατο 57 ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων των δύο μηχανοδηγών. Οι σοβαρά τραυματίες ήταν 81, ενώ ελαφριά τραυματίστηκαν 99 άτομα. Από τους τραυματίες, 66 νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομεία της Λάρισας και της Θεσσαλονίκης, ενώ 6 νοσηλεύτηκαν σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ). Ένας τραυματίας, ο μοναδικός επιζών του πρώτου βαγονιού, παραμένει μέχρι σήμερα σε κώμα. Οι νεκροί ταυτοποιήθηκαν πλην μίας αγνοούμενης, για την οποία δεν βρέθηκε δείγμα DNA.  Η ταυτοποίηση ορισμένων θυμάτων υπήρξε ιδιαίτερα δύσκολη λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που αναπτύχθηκαν κατά την πυρκαγιά κι έφτασαν τους 1.300 βαθμούς Κελσίου στο εσωτερικό του πρώτου βαγονιού.

Με βάση πορίσματα ερευνών που έγιναν στο διάστημα που ακολούθησε μέχρι σήμερα, υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι 5-8 άτομα που επέβαιναν στο μοιραίο τρένο επέζησαν από τη σύγκρουση, αλλά κάηκαν ζωντανοί, λόγω της πυρκαγιάς που ακολούθησε. Άλλα πορίσματα ανεβάζουν κατά πολύ τον αριθμό των ανθρώπων που κάηκαν.

Τέσσερις πυροσβέστες που επιχειρούσαν στα συντρίμμια έπαθαν χημικά εγκαύματα. Όλα αυτά ενισχύουν τις υποψίες ότι το τρένο μετέφερε παράνομα εύφλεκτο υλικό. Αίτημα των συγγενών των θυμάτων αλλά και του κόσμου που παρακολουθεί συγκλονισμένος τις εξελίξεις είναι να υπάρξει απόλυτη διαφάνεια, να αποκαλυφθούν οι συνθήκες που προκάλεσαν τον θάνατο τόσων ανθρώπων και να αποδοθούν ευθύνες.

Μετά το δυστύχημα

Μετά το δυστύχημα σημειώθηκαν ολοήμερες και ολονύχτιες διαμαρτυρίες και συγκρούσεις με την αστυνομία σε όλη την Ελλάδα. Απεργίες, διαδηλώσεις και συλλαλητήρια οργανώθηκαν στις μεγάλες πόλεις, στις οποίες συμμετείχαν συνολικά εκατομμύρια άνθρωποι. Ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, Κώστας Καραμανλής παραιτήθηκε, αναλαμβάνοντας την πολιτική ευθύνη, αλλά λίγους μήνες μετά επανεξελέγη ως βουλευτής στις εκλογές του Μαΐου 2023.

Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν την τραγωδία, οι συγγενείς των θυμάτων προσπάθησαν μόνοι τους να ανιχνεύσουν τα αίτια του πολύνεκρου θανατηφόρου δυστυχήματος. Κατά τη διάρκεια του αγώνα τους για δικαίωση των νεκρών, ήρθαν αντιμέτωποι με την αδιαφορία από τις αρχές, την έλλειψη αποτελεσματικότητας του συστήματος δικαιοσύνης και με προσπάθειες συγκάλυψης από το κράτος, όπως καταγγέλλουν οι ίδιοι. Η κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας καταψήφισε πρόταση δυσπιστίας, τόσο στις 28 Μαρτίου 2024, όσο και στις 7 Μαρτίου 2025, παρά τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης για τους χειρισμούς της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δύο χρόνια μετά, κανείς δεν ξεχνά και τίποτα δεν ξεχνιέται. Στην επέτειο των δύο χρόνων από το δυστύχημα των Τεμπών οργανώθηκαν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού μεγαλειώδη συλλαλητήρια εις μνήμη των θυμάτων, που θα μείνουν στην ιστορία για το πλήθος και τον παλμό τους.

Προειδοποιήσεις πριν το δυστύχημα

Πριν από το δυστύχημα, είχαν γίνει έγγραφες προειδοποιήσεις, κινητοποιήσεις και νομικές ενέργειες των εργαζομένων στο σιδηροδρομικό δίκτυο, όσον αφορά στην υποστελέχωση, την ανεπαρκή συντήρηση και την έλλειψη ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας στους σιδηρόδρομους. Υπήρξαν προειδοποιήσεις από αρμόδιους για τον κίνδυνο «να υπάρξει ένα συμβάν μέγιστης σοβαρότητας» στον σιδηρόδρομο. Επίσης, επισημάνθηκαν επανειλημμένως αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην υλοποίηση της σύμβασης 717/2014, που προέβλεπε την αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης  και τηλεδιοίκησης στον άξονα Αθήνας – Θεσσαλονίκης – Προμαχώνα, κάτι που ήταν απαραίτητο για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου. Να σημειωθεί ότι η τηλεδιοίκηση Λάρισας (θέση «Ζάχαρη») είχε καταστραφεί λόγω πυρκαγιάς τον Ιούνιο του 2019 και έτσι την εποχή που έγινε το δυστύχημα, η χάραξη των διαδρομών γινόταν χειροκίνητα από τα σταθμαρχεία.

Παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις, ο αρμόδιος υπουργός Κώστας Καραμανλής, σε συζήτηση στη Βουλή σχετικά με τη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου, που πραγματοποιήθηκε 10 ημέρες πριν το δυστύχημα, στις 20 Φεβρουαρίου 2023, είχε δηλώσει ότι «είναι ντροπή να μιλάτε για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων».

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης