ΡΑΜΝΟΥΝΤΑΣ

ΑΠΟ: ΣΤΑΥΡΑΚΑΝΤΩΝΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ - Νοε• 26•15

Ramnountas1Ο Ραμνούντας (αναφέρεται και Ραμνούντα) είναι αρχαιολογικός χώρος της Ανατολικής Αττικής. Βρίσκεται κοντά στην περιοχή του Μαραθώνα και του Γραμματικού σε μικρή απόσταση από την θάλασσα. Η αρχαία πόλη του Ραμνούντα κυριαρχούσε πάνω σε δύο λιμάνια στρατηγικής σημασίας για την αρχαία Αθήνα, που αντιστοιχούν στους κολπίσκους μπροστά από τα σημερινά χωριά Σέσι και Αγία Μαρίνα. Στον Ραμνούντα υπήρχε λατρευτικός χώρος της θεάς Νέμεσης, που ήταν και ο σημαντικότερος λατρευτικός χώρος της θεάς στην αρχαία Ελλάδα. Το όνομα «Ραμνούς» προέρχεται από το φυτό ράμνος (αγκαθωτός θάμνος).

Ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα, καταλαμβάνει έναν λόφο ύψους 30 μέτρων που βρίσκεται πολύ κοντά στην θάλασσα ανάμεσα σε δύο όρμους. Το περιτειχισμένο τμήμα του καλύπτει έκταση 230 επί 270 μέτρων. Μέσα στα
τείχη σώζονται το γυμνάσιο, το θέατρο, ιερά και η ακρόπολη του Ραμνούντα . Η κεντρική πύλη του φρουρίου βρίσκεται ακόμα στα νότια του φρουρίου, όμως υπάρχουν και άλλες, μικρότερες πύλες. Η κατασκευή των τειχών έχει γίνει από τοπικό μάρμαρο, από τον κοντινό όρμο της Αγίας Μαρίνας. Μέσα στα όρια των τειχών ξεχωρίζουν οι ναοί της Νέμεσης, ενώ έξω από τον περιτειχισμένο λατρευτικό χώρο διασώζονται ίχνη κατοικιών. Επίσης υπάρχει ναός του  Αμφιάραου (Αμφιάρειον),  αλλά και αρκετοί ταφικοί περίβολοι, όπως αυτός του Μενεστίδου. Ο Ραμνούντας, αν και ο πιο καλοδιατηρημένος αρχαίος δήμος της Αττικής, είναι από τους πιο απομονωμένους αρχαιολογικούς χώρους της. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζονται φαινόμενα εγκατάλειψης του αρχαιολογικού χώρου.
Στην κοιλάδα του Λιμικού στο βορειοανατολικό άκρο της Αττικής δίπλα από τον Ευβοϊκό κόλπο σώζονται τα ερείπια του αρχαίου δήμου του Ραμνούντος που ανήκε στην Αιαντίδα φυλή ενώ αποτελούνταν από πολλούς συνοικισμούς. Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το περίφημο ιερό της Νεμέσεως που αποτελεί το σημαντικότερο ιερό της θεότητος στον ελλαδικό χώρο. Η θεά μοιάζει πολύ με την Άρτεμη και ίσως να αντιπροσώπευε μια τοπική της μορφή.
Για να την κάνει δική του ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κύκνο ενώ εκείνη είχε πάρει τη μορφή χήνας. Μετά την ένωση τους η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο δόθηκε στη Λήδα η οποία εκκολάπτει μέσα από αυτό την Ωραία Ελένη και τους Διόσκουρους. Το ιερό προς τιμή της Νεμέσεως πρέπει να ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Η ακμή του τοποθετείται στον 4ο και 5ο αι. π.Χ.

Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικείται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο. Ο Ραμνούς αναφέρεται από τον γεωγράφο Σκύλακα ως σημαντικό οχυρό. Το ιερό του είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη. Ο αρχαϊκός ναός της Νεμέσεως καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480/479 π.Χ. όπως και τόσα άλλα κτίσματα της Αττικής. Το άγαλμα της θεότητας το είχε φιλοτεχνήσει ο Φειδίας. Το μάρμαρο είχαν φέρει οι Πέρσες και το προόριζαν για να φτιάξουν τρόπαιο ύστερα από την κατάληψη της Αθήνας. Βέβαια οι Πέρσες δεν κατέλαβαν ποτέ την Αθήνα. Το ιερό της Νέμεσης του Ραμνούντα είχε υποκινήσει τον αθηναϊκό στρατό να πολεμήσει στον Μαραθώνα. Το φρούριο του Ραμνούντα, όπως και αυτό του Σουνίου στη νότια ακτή της Αττικής, πιστεύεται πως κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου για τον έλεγχο των πλοίων που μετέφεραν σιτηρά προς την Αθήνα.

Το 322 π.Χ. ο ναύαρχος του Μακεδονικού στρατού Κλείτος αποβίβασε στρατό στο Ραμνούντα. Από εκεί τον εκδίωξε ο Φωκίων που κατέλαβε το φρούριο. Το 296 π.Χ. το φρούριο το κατέλαβε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Στους ελληνιστικούς χρόνους αρχίζει η παρακμή. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι επισκέφτηκε το Δήμο του Ραμνούντα στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Για το ναό του Ραμνούντα ενδιαφέρθηκε και ο Ηρώδης ο Αττικός που ίσως χρηματοδότησε την επισκευή του. Ο τόπος εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. οι ναοί της Νέμεσης εξακολουθούν να διατηρούνται. Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοποθετείται η καταστροφή του αγάλματος της θεάς από τους χριστιανούς.

Οι πρώτες ανασκαφές στο Ραμνούντα έγιναν από τους Dilettanti το 1813 και από τον Δημ. Φίλιο το 1880. Στο διάστημα ανάμεσα στο 1890 και το 1892 διενεργήθηκαν ανασκαφές στο χώρο από τον Β. Στάη κατά τη διάρκεια των οποίων ήρθαν στο φως το ιερό, το φρούριο και πολλοί ταφικοί περίβολοι. Το 1958 πραγματοποιήθηκε μια σύντομη έρευνα από τον Ε.. Μαστροκώστα. Από το 1975 ως σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα ανασκάπτεται και μελετάται συστηματικά με χρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Εταιρείας υπό τη διεύθυνση του Β. Πετράκου.

Στην κοιλάδα του Λιμικού στο βορειοανατολικό άκρο της Αττικής δίπλα από τον Ευβοϊκό κόλπο σώζονται τα ερείπια του αρχαίου δήμου του Ραμνούντος που ανήκε στην Αιαντίδα φυλή ενώ αποτελούνταν από πολλούς συνοικισμούς.
Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το περίφημο ιερό της Νεμέσεως που αποτελεί το σημαντικότερο ιερό της θεότητος στον ελλαδικό χώρο. Η θεά μοιάζει πολύ με την Άρτεμη και ίσως να αντιπροσώπευε μια τοπική της μορφή. Για να την κάνει δική του ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κύκνο ενώ εκείνη είχε πάρει τη μορφή χήνας. Μετά την ένωση τους η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο δόθηκε στη Λήδα η οποία εκκολάπτει μέσα από αυτό την Ωραία Ελένη και τους Διόσκουρους. Το ιερό προς τιμή της Νεμέσεως πρέπει να ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Η ακμή του τοποθετείται στον 4ο και 5ο αι. π.Χ.

Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικείται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο. Ο Ραμνούς αναφέρεται από τον γεωγράφο Σκύλακα ως σημαντικό οχυρό. Το ιερό του είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη. Ο αρχαϊκός ναός της Νεμέσεως καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480/479 π.Χ. όπως και τόσα άλλα κτίσματα της Αττικής. Το άγαλμα της θεότητας το είχε φιλοτεχνήσει ο Φειδίας. Το μάρμαρο είχαν φέρει οι Πέρσες και το προόριζαν για να φτιάξουν τρόπαιο ύστερα από την κατάληψη της Αθήνας. Βέβαια οι Πέρσες δεν κατέλαβαν ποτέ την Αθήνα. Το ιερό της Νέμεσης του Ραμνούντα είχε υποκινήσει τον αθηναϊκό στρατό να πολεμήσει στον  Μαραθώνα. Το φρούριο του Ραμνούντα, όπως και αυτό του Σουνίου στη νότια ακτή της Αττικής, πιστεύεται πως κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου για τον έγεγχο των πλοίων που μετέφεραν σιτηρά προς την Αθήνα.

Το 322 π.Χ. ο ναύαρχος του Μακεδονικού στρατού Κλείτος αποβίβασε στρατό στο Ραμνούντα. Από εκεί τον εκδίωξε ο Φωκίων που κατέλαβε το φρούριο. Το 296 π.Χ. το φρούριο το κατέλαβε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής. Στους ελληνιστικούς χρόνους αρχίζει η παρακμή. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι επισκέφτηκε το Δήμο του Ραμνούντα στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Για το ναό του Ραμνούντα ενδιαφέρθηκε και ο Ηρώδης ο Αττικός που ίσως χρηματοδότησε την επισκευή του. Ο τόπος εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. οι ναοί της Νέμεσης εξακολουθούν να διατηρούνται. Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοποθετείται η καταστροφή του αγάλματος της θεάς από τους χριστιανούς.

Οι πρώτες ανασκαφές στο Ραμνούντα έγιναν από τους Dilettanti το 1813 από τον Δημ. Φίλιο το 1880. Στο διάστημα ανάμεσα στο 1890 και το 1892 διενεργήθηκαν ανασκαφές στο χώρο από τον Β. Στάη κατά τη διάρκεια των οποίων ήρθαν στο φως το ιερό, το φρούριο και πολλοί ταφικοί περίβολοι.
Το 1958 πραγματοποιήθηκε μια σύντομη έρευνα από τον Ε.. Μαστροκώστα. Απότο 1975 ως σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα ανασκάπτεται καιμελετάται συστηματικά με χρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Εταιρείας υπό
τη διεύθυνση του Β. Πετράκου.

Σχολιάστε

Top