
Ο Θουκυδίδης θεωρεί τον πόλεμο μεγάλο δεινό που δημιουργεί τη βία και το πολιτικό χάος και το εκφράζει μέσα από τη φρικιαστική εξιστόρηση του εμφύλιου πολέμου στην Κέρκυρα, που είναι άμεσο αποτέλεσμα της στρατιωτικής αναμέτρησης Αθήνας και Σπάρτης. Έτσι, με βάση όσες αγριότητες διαπράχθηκαν στην Κέρκυρα, εκθέτει με ηρεμία και παραστατικότητα πώς φέρθηκαν και πώς είναι δυνατόν να φερθούν οι άνθρωποι στη διάρκεια ενός πολέμου και ιδιαίτερα ενός εμφύλιου.
Ξεκινά παρουσιάζοντας την αιτία των εμφύλιων πολέμων, αναφέροντας ότι κάθε πολιτική παράταξη καλούσε τους συμμάχους της -οι Δημοκρατικοί τους Αθηναίους, οι Ολιγαρχικοί τους Σπαρτιάτες-, για να συντρίψει τους αντιπάλους και να επικρατήσει. Αν νικούσαν οι Δημοκρατικοί, η πόλη θα εντασσόταν στην Αθηναϊκή συμμαχία. Αν πάλι νικούσαν οι Ολιγαρχικοί, η πόλη θα συμμαχούσε με τους Σπαρτιάτες. Επομένως, διαπιστώνεται ότι το κίνητρο των εμφυλίων είναι ότι οι άνθρωποι είναι άπληστοι και επιθυμούν να κυριαρχήσουν στις πόλεις τους. Έχουν ιδιοτελείς επιδιώξεις και συμφέροντα και είναι καιροσκόποι.
Ωστόσο, οι επιπτώσεις ενός εμφυλίου είναι αμέτρητες και αυτό, γιατί επικρατεί η βία, ο φόβος και η ανασφάλεια και οι άνθρωποι, για να προστατεύσουν τη ζωή τους, σκοτώνουν και συμπεριφέρονται σκληρά. Μάλιστα, αναφέρει ότι ο εμφύλιος πόλεμος αλλοιώνει ακόμα και τη γλώσσα. Η παράλογη τόλμη, δηλαδή, εν καιρώ πολέμου θεωρείται ανδρεία και αφοσίωση, η διστακτικότητα λογίζεται δειλία πίσω από προφάσεις, η σωφροσύνη ονομάζεται ανδρεία, καθώς και η προσεκτική εξέταση των πραγμάτων θεωρείται δικαιολογία για αποφυγή κινδύνου.
Συμπερασματικά, παρατηρούμε ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι σε κάθε εποχή καταστρέφουν τις ανθρώπινες αξίες, αλλοιώνουν τις κοινωνικές σχέσεις, αλλοτριώνουν τον άνθρωπο και εξαιτίας τους κυριαρχεί το μίσος, η εκδικητικότητα, ο φθόνος, η καχυποψία και η παρακίνηση στο κακό.
«Οι Έλληνες είμαστε θεατές των λόγων και ακροατές των έργων» : ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ Ἱστορίαι.