Kορονοϊός. Τα τελευταία δύο χρόνια μάς έχει αλλάξει τη ζωή περισσότερο από όσο νομίζουμε. Μας έχει γίνει συνήθεια και καθημερινότητα, τόσο που μερικές φορές το ξεχνάμε. Έχει μπει στη ζωή μας μαζί με αριθμούς κρουσμάτων, τεστ, εμβόλια, μέτρα προστασίας.
Οι μάσκες είναι παντού. Σαν τα ρούχα που βλέπουμε πεταμένα μπροστά μας κάθε μέρα. Χωρίς αυτές νιώθουμε απροστάτευτοι και γυμνοί.
Όσες προσπάθειες όμως κι αν καταβάλουμε, τα κρούσματα όλο και ανεβαίνουνε. Άλλη ιστορία κι αυτή. Καλωσορίσαμε το 2022 με έναν απίστευτο αριθμό κρουσμάτων και τα μόνα μας όπλα φαίνονταν να είναι η επιστροφή της μάσκας στις βόλτες μας, συχνά self test ακόμα και στους εμβολιασμένους, οι οποίοι μόνο αυτοί μπορούσαν να κυκλοφορήσουν και να μπουν σε χώρους εστίασης, ενώ όλοι οι υπόλοιποι αφέθηκαν στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής, να κοιτάνε με μισό μάτι τους προνομιούχους. Είναι λες και στην καταστροφή κάνουμε το λιγότερο που περνάει από το χέρι μας, για να τα καταφέρουμε. TRAGIC!
Και για τα εμβόλια, τι να πούμε; Αμφιλεγόμενο θέμα. Οι μισοί είναι υπέρ και εμβολιάζονται και άλλοι μισοί αρνούνται, για τους δικούς τους λόγους. Οι πολέμιοι του εμβολιασμού προσπαθούν να πείσουν τους υπέρμαχους με κάθε πιθανό μέσο, ενώ και αρκετοί από τους δεύτερους δεν τηρούν τα βασικά μέτρα προστασίας.
Οπότε τι μπορούμε να περιμένουμε τώρα; Υπάρχουν δύο σενάρια: το πρώτο είναι, ύστερα από όλα αυτά, ο κορονοϊός να γίνει ένας ενδημικός ιός, όπως αυτός της γρίπης και να σταματήσει να απειλεί την ανθρωπότητα και να αναστατώνει την καθημερινότητά μας. Ως εδώ καλά. Υπάρχει, όμως, και το κακό σενάριο: μια νέα μετάλλαξη του ιού να εμφανιστεί, πιθανότατα σε κάποια χώρα του αναπτυσσόμενου κόσμου και έτσι να ξεκινήσει ένα νέο κύμα πανδημίας. Ποιο σενάριο από τα δύο θα επικρατήσει, μένει να το δούμε. «What will be will be», όπως έλεγε και ένα παλιό τραγούδι. Ή αν προτιμάτε: «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον». Ή μήπως όχι;