Κριτική της ταινίας «Μικρά Αγγλία»

 Μικρά Αγγλία

  • απο το βιβλίο , σε σενάριο και ύστερα στην τηλεοπτική οθόνη μας
  • Οι διαφορές , τα λάθη και το αποτέλεσμα
  • Η άποψη του κόσμου

μικρά αγγλία 

 Πρώτα το βιβλίο. Ναι! Ξεκινάς από το κείμενο που αφήνει τη φαντασία να πλάσει τον κόσμο, τον οποίο οι λέξεις υποβάλλουν. Γιατί η ταινία σε πρώτη φάση καθηλώνει, θετικά ή αρνητικά, με την εικόνα και καπελώνει τη σκέψη. Ναι, πρώτα το βιβλίο, κάποια στιγμή πριν από δεκαπέντε περίπου χρόνια και πάλι τώρα, σαν έπιπλο που χρειάζεται λούστρο για να φρεσκαριστεί. Ναι, πρώτα το βιβλίο με τον ναυτικό κόσμο-του, με τη μοναξιά των γυναικών να βαραίνει σε όλη-τους τη ζωή, με τις εικόνες από τη μεσοπολεμική Άνδρο, μια αρχοντιά που απλώνεται από τα σαλόνια ως τις ρούγες κι από τα ρούχα ως τις γυναικοπαρέες.

Κι έπειτα η ταινία διά χειρός Παντελή Βούλγαρη, αφού πρώτα η ίδια η συγγραφέας διασκεύασε το μυθιστόρημα σε σενάριο. Πάνω από δύο ώρες χαζεύεις τα σκηνικά, την ατμόσφαιρα μιας εποχής που είναι εξίσου κοντινή και μακρινή. Πάνω απ’ όλα όμως ο θεατής βλέπει μπροστά-του τους χαρακτήρες, τους ανθρώπους δηλαδή που ζουν τη διπλή πορεία της μοίρας και των επιλογών-τους. Κι εδώ ξεπήδησε, τουλάχιστον σε μένα, το ερώτημα που θέτουν ταινία και βιβλίο: είναι η μοίρα που καθορίζει, τις περισσότερες φορές τραγικά, τη ζωή-μας ή μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτήν;

Αλλά ας ξεκινήσω με την υπόθεση: σκηνικό η Άνδρος του μεσοπολέμου, ο πατέρας Σαλταφέρος, όπως όλοι οι ώριμοι άνδρες, λείπει τον περισσότερο καιρό στα καράβια, ενώ η σύζυγος Σαλταφέρου κουμαντάρει με αυστηρότητα και γνώμονα το νιτερέσο το σπίτι και τις δυο κόρες-της. Η μεγάλη ερωτεύεται τον Μαλταμπέ, αλλά η μάνα-της δεν τη δίνει σε έναν φτωχό ναυτικό και την παντρεύει με τον πλοιοκτήτη Βατοκούζη, που είναι καλός άνθρωπος και την αγαπά. Η ζωή τα φέρνει έτσι και έπειτα από μερικά χρόνια ο Μαλταμπές πλουτίζει, γίνεται καπετάνιος και παίρνει γυναίκα τη μικρή αδελφή της πρώην αγαπημένης-του. Όταν κάποια στιγμή ξανασμίγουν, φουντώνει ο παλιός έρωτάς-τους και κρυφά από τους νόμιμους συζύγους-τους επανασυνδέονται με τραγικές συνέπειες για όλους.

Το ερώτημα που έθεσα μέσα-μου εστιάζεται στο πρόσωπο της ΜίναςΣαλταφέρου, της μάνας, που σκεφτόταν πάντα με το αλφάδι, αλλά δεν μπόρεσε να αποσοβήσει τους κινδύνους από τη συγκατοίκηση των δύο οικογενειών, των Μαλταμπέ και των Βατοκούζηδων. Μια σκηνή μάλιστα της ταινίας επικεντρώνεται στο πρόσωπό-της, όταν όλοι της καταλογίζουν ευθύνες κι αυτή αμύνεται με τη λύσσα και τη λογική της νοικοκυράς που έπρεπε, χωρίς στην ουσία άντρα, να αποφασίσει καίρια. Τελικά φταίει που έκανε τέτοιες επιλογές ή είναι κι αυτή πιόνι μιας κοινωνίας που έτσι έφτιαχνε τους άγραφους νόμους-της, ώστε οι κόρες να πρέπει να καλοπαντρευτούν για να προκόψουν, έστω κι αν αυτό είναι δυστυχία για τις ίδιες; Η οικογενειακή υπόληψη και κύρος θυσιάζουν έρωτες κι αισθήματα, τα οποία όμως βρίσκουν χαραμάδες για να πάρουν εκδίκηση.

Προσωπικές ευθύνες; Φυσικά. Ο καπετάν-Σαλταφέρος που δεν είχε επίγνωση για το τι γίνεται πίσω στο σπίτι-του. Η σύζυγος Σαλταφέρου που έδωσε τη δεύτερη κόρη-της στον αγαπητικό της πρώτης, ενώ ήξερε το νταραβέρι. Η μεγάλη κόρη που τα φτιάχνει με τον άντρα της αδελφής-της. Ο Μαλταμπές που μπήκε στο σπίτι των Σαλταφέρου (από εκδίκηση; από πείσμα; από καπρίτσιο; από αφέλεια;), ενώ προηγουμένως αγαπούσε τη μεγάλη κόρη. Μα από την άλλη, αυτές οι προσωπικές ευθύνες απορρέουν από το κοινωνικό πλαίσιο που δεσμεύει αποφάσεις και κατευθύνει συνειδήσεις. Οι άντρες λείπουν ταξίδι, οι γυναίκες διοικούν, η κοινωνία έχει άγραφους νόμους, η οικογένεια ζει με ένα μέτωπο, με μια προοπτική, με το χρήμα ως οδηγό…

Η ταινία σκηνοθετικά και στυλιστικά (σκηνικά και κοστούμια) είναι μια πανδαισία. Χρώματα, σερβίτσια, έπιπλα, πλοία, καλντερίμια, όλα περνάνε από τη μεγάλη οθόνη και σαγηνεύουν. Όποιος έχει δει και τις «Νύφες» θα το καταλάβει. Η εποχή ορθώνεται αληθινή, ζωντανή, χωρίς τσιριμόνιες και λούσα, αλλά με την ακριβή επιμέλεια. Τα πλάνα άλλοτε ατμοσφαιρικά κι άλλοτε αφηγηματικά, μερικά βέβαια εστιασμένα μόνο σε ένα μέρος του σώματος, κι οι ηθοποιοί στο ύψος των περιστάσεων. Θα ξεχώριζα τη Σοφία Κόκκαλη (η μικρή αδελφή Μόσχα), χωρίς να πω ότι οι άλλοι δεν είχαν πολύ καλές ερμηνείες, τόσο η Μίνα και η Όρσα Σαλταφέρου όσο και άλλοι δευτερεύοντες ρόλοι.

Αφηγηματικά όμως η Καρυστιάνη έκανε πολλά φάουλ. Η ταινία παρατράβηξε, καθώς η συγγραφέας προσπάθησε να χωρέσει όλο το μυθιστόρημα στον κινηματογραφικό χρόνο. Επηρεασμένη μάλιστα από το βιβλίο-της εμφάνισε στην ταινία πρόσωπα και περιστατικά που δεν δικαιολογούνται εύληπτα στη ροή της σεναριακής αφήγησης. Ενώ κάποιος που ξέρει το μυθιστόρημα καταλαβαίνει, όποιος δει μόνο την ταινία μένει με πολλά ερωτηματικά για μικρές σκηνές, ρόλους, πρόσωπα που φαίνονται εκκρεμή, ξεκρέμαστα, άστοχα. Καλύτερα θα ήταν το σενάριο να το κάνει κάποιος που θα έβαζε το υλικό του βιβλίου σε νέα βάση και ειδικά σε μια αυτονομία που δεν θα το έκανε να εξαρτάται από το λογοτεχνικό σύμπαν.

 

  • Τα σχόλια που ακολούθησαν

Στην ταινία δόθηκαν με τα στοιχεία της ιστοσελίδας www.athinorama.gr 4 στα 5 αστέρια , βεβαίως τα σχόλια μετά την προβολή της ταινίας ήταν πολύ θετικά .

Από  την μαθήτρια  της  Β” τάξης  ΜΑΡΠΙΝΗ  ΑΘΑΝΑΣΙΑ

 

 

 

 

 

Σχολιάστε

Top