Κουλουράκια λεμονιού Αφήγημα της μαθήτριας Αρετής Ευαγγελίας Ρούσσου

Προσπάθεια να γράψω σαν τον Μαρσέλ Προυστ (μαντλέν)

«Και ξαφνικά παρουσιάστηκε η ανάμνηση. Αυτή η γεύση ήταν η γεύση του μικρού κομματιού της μαντλέν που την Κυριακή το πρωί στο Κομπραί (τη μέρα εκείνη δεν έβγαινα πριν απ” την ώρα της λειτουργίας) μου πρόσφερε η θεία μου η Λεονί, όταν πήγαινα να της πω καλημέρα στο δωμάτιό της, αφού πρώτα το βουτούσε στο τσάι ή στο φλαμούρι της.»

Μ. Προυστ, Αναζητώντας το χαμένο χρόνο. (1) Από τη μεριά του Σουάν,
εκδ. Ηριδανός, μετ. Π. Ζάννας, Αθήνα, χ.χ., σελ. 61-65

Κουλουράκια λεμονιού

Ήμουν στην κουζίνα και βοηθούσα τη μητέρα μου όταν άκουσα το αμάξι του πατέρα μου να παρκάρει από κάτω. Μερικά λεπτά αργότερα χτύπησε το κουδούνι- δεν μπορούσε να ανοίξει, γιατί κράταγε σακούλες στα χέρια του. Δεν μου έκανε εντύπωση· όποτε πήγαινε στο νησί του, τη Σύρο γύριζε με σακούλες γεμάτες λουκούμια, χαλβαδόπιτες, γλυκά, κάπαρη. Αυτή τη φορά όμως έφερε κι ένα άλλο κουτί. Μου το έδωσε και μόλις το άνοιξα δεν μπορούσα να το πιστέψω… Μέσα στο κουτί βρίσκονταν τα αγαπημένα μου κουλουράκια λεμονιού! Μόλις έβαλα ένα στο στόμα μου η γεύση του μου ξύπνησε τόσες πολλές αναμνήσεις.

Ήταν καλοκαίρι και πηγαίναμε διακοπές στη γιαγιά και στον παππού στο νησί. Κάθε απόγευμα καθόμασταν στο μπαλκόνι και παίζαμε. Πάντα πάνω στο τραπέζι υπήρχαν πάντα κουλουράκια λεμονιού. Τα λάτρευα – το ήξερε η γιαγιά- και με άφηνε να τρώω όσα θέλω. Η αγαπημένη μου καλοκαιρινή ανάμνηση στο νησί μου, όπως το αποκαλώ, στην αγκαλιά της γιαγιάς. Εκείνη να με χαϊδολογάει  εγώ με ένα κουλουράκι στο χέρι και η θάλασσα να σκάει απαλά στην ακτή.

Ένα μόνο κουλουράκι και όλες αυτές οι αναμνήσεις εμφανίζονται ξανά. Σαν να βρίσκομαι εκεί…

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης