Σφουγγαράς

 Οι πρώτες αναφορές στο επάγγελμα των σφουγγαράδων γίνονται από τον Όμηρο και μεταγενέστερους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς. Η δουλειά των σφουγγαράδων είναι η αλιεία, έπειτα η επεξεργασία και τέλος το εμπόριο των σφουγγαριών. Σφουγγαράδες δεν θεωρούνται μόνο οι δύτες αλλά όσοι βρίσκονται στο σκάφος χειριζόμενοι τον μηχανικό εξοπλισμό. Οι σφουγγαράδες ασχολούνται σε θαλάσσιες περιοχές καθώς και σε επαγγελματικά σκάφη. Η δουλειά είναι δύσκολη, απαιτητική και συχνά επικίνδυνη. Οι κύριοι τόποι αλιείας είναι τα Δωδεκάνησα, η Κάλυμνος και η Σύμη.

Οι πρώτοι σφουγγαράδες εμφανίστηκαν το 1800 και χωρίς μεγάλο εξοπλισμό έκαναν καταδύσεις. Στην αρχή χρησιμοποιούσαν ένα κομμάτι τζάμι αντί για μάσκα. Μετά από λίγα χρόνια εμφανίστηκαν οι πρώτες καταδυτικές στολές. Το 1860 εμφανίζεται το σκάφανδρο που όμως προκαλούσε τη «Νόσο των Δυτών» με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία τους.

Το 1920 χρησιμοποιήθηκε ειδικός εξοπλισμός κι έτσι διευκολύνθηκε η δουλειά τους. Η δουλειά αυτή γίνεται σε θαλάσσιες περιοχές, νησιά (π.χ. Κάλυμνος) και γενικά στο Αιγαίο. 

 Δουλειά του σφουγγαρά είναι να βουτάει στα βαθιά και να βγάζει από τον βυθό της θάλασσας σφουγγάρια. Αρχικά ένα καΐκι τους πηγαίνει μέχρι ένα σημείο, στη συνέχεια εντοπίζουν τα σφουγγάρια και με ειδικό εξοπλισμό βουτούν. Κατεβαίνουν με ειδικά βάρη και βαρούλκα στα βαθιά και αρχίζουν το ψάξιμο. Όταν βρουν σφουγγάρια, κόβουν τα σχοινιά από τα βαρίδια και ανεβαίνουν στην επιφάνεια. Χωρίς εξοπλισμό βουτούσαν με μια ανάσα έως τα 30μ.Μετά το μάζεμα των σφουγγαριών αρχίζει η επεξεργασία αμέσως, γιατί το ζώο πεθαίνει γρήγορα και αποσυντίθεται με αποτέλεσμα την καταστροφή του σφουγγαριού. Με ποδοπάτημα και πλύσιμο με θαλασσινό νερό αφαιρείται το σώμα του ζώου. Έπειτα αφαιρούνται ξένα σώματα όπως άμμος και πέτρες. Ύστερα τα σφουγγάρια αφήνονται στον ήλιο να και πεθάνουν και επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία. Περασμένα σε αρμαθιές ρίχνονται στη θάλασσα νύχτα, όπου με τα κύματα ξεπλένονται από τα υπολείμματα. Μετά ανασύρονται από τη θάλασσα, στύβονται και απλώνονται στον ήλιο να στεγνώσουν.

Οι σφουγγαράδες δεν ξεπερνούν συνήθως τα 180 μέτρα (3-4 ώρες) ενώ άλλες φορές βουτούν σε βάθος 50-60 μέτρων (15 λεπτά). Τα εργαλεία ενός σφουγγαρά είναι: καΐκι, καταδυτική στολή, μάσκα, σκοινιά, βαρούλκα, ραντάρ, ηχοβολιστική, φτερά, βαρίδια, λάστιχο, μηχανήματα παραγωγής και ξύστρα.

Σήμερα περίπου μόλις δέκα σφουγγαράδικα που έχουν απομείνει βγάζουν ετησίως γύρω στους 2 τόνους σφουγγάρια. Το 1886 ένα καΐκι έβγαζε 1 τόνο. Το επάγγελμα του σφουγγαρά είναι επικίνδυνο καθώς μπορεί να προκαλέσει κνησμό, εξανθήματα, φλεβική απόφραξη των αγγείων του δέρματος, λεμφόδεμα, απόφραξη εγκεφαλικών και πνευμονικών αγγειών, συμπτώματα της νόσου των δυτών. Στη σημερινή εποχή υπάρχουν λίγοι σφουγγαράδες επειδή είναι μια δύσκολη, απαιτητική και πολλές φορές επικίνδυνη δουλειά.

Σάββας Κ. – Αλίκη Κ. – Δημήτρης Κυρ. 

Αγγελος Ζ – Αιμιλία Σ. -  Νικόλας Τ.

 - -

ΟΜΑΔΑ 2

Πηγές: Edujob - Wikipedia - Οι ριψοκίνδυνοι σφουγγαράδες της Καλύμνου (βίντεο)

Φωτογραφίες:, Οι σφουγγαράδες των Δωδεκανήσων

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης