Τόπος διαμονής : Ωραιόκαστρο
Το σπίτι μου στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης είναι στα όρια δύο οικισμών: μπροστά μου απλώνεται ο κάμπος του Παλαιοκάστρου με τα νεόδμητα συγκροτήματα μεζονετών, πίσω μου ανηφορίζει τις πλαγιές του όρους Σιβρί το Ωραιόκαστρο με την προνομιακή θέα στον κόλπο της Θεσσαλονίκης. Εδώ μεγάλωσα από τα τέλη της δεκαετίας του ’ 60, στο μικρό χωριό των 2000 κατοίκων και ζω ως σήμερα στην πόλη των 20.000 και πλέον κατοίκων.
Στο πέτρινο Δημοτικό Σχολείο του Ωραιοκάστρου πήγα κι ήρθα φορτωμένη την σάκα μου για τα πρώτα γράμματα. Με τους αγαπημένους μου συμμαθητές, δύο – δύο οι τάξεις , τριθέσιο το σχολείο, μοιραστήκαμε τα πράσινα ξύλινα θρανία, παίξαμε “σπιτάκια” στις εκδρομές στο «βουναλάκι”, είπαμε θαρρετά ποιήματα στις επετείους, κάναμε γυμναστικές επιδείξεις προς τέρψιν των γονέων στο τέλος της χρονιάς. Παρελάσαμε μπροστά από την κοινότητα ( τώρα Δημαρχείο ) και σκονιστήκαμε με το λουκούμι που προσφέρονταν στο τέλος.
Περιμέναμε με αγωνία να βγάλει το ψυγείο με τα πρώτα παγωτά ο αγαπημένος μας ζαχαροπλάστης, ο κυρ – Στέλιος. Η χαμογελαστή του φιγούρα μας μεγάλωσε με τις τυρόπιττές του και το μαγαζί του ήταν το σημείο αναφοράς ανάμεσα σε άλλα στον ίδιο κεντρικό δρόμο. Πρώτα το μπακάλικο, όλα χύμα σε τσουβάλια, με την σέσουλα το ρύζι και η ζάχαρη, σε χοντρό χαρτί η μορταδέλα και το κασέρι και παραδίπλα το χασάπικο, στα τσιγκέλια να κρέμονται τα κρέατα και βαριεστημένοι σκύλοι να γυροφέρνουν απ” έξω. Απέναντι, ανοίγει λίγο αργότερα και το ζαχαροπλαστείο Galaxy, με τραπεζάκια για να κάθεσαι για παγωτό σπέσιαλ με σαντιγί και κερασάκια ή ζεστό μοσχομυριστό πεϊνιρλί με λυωμένο βούτυρο και κασέρι.
Αυτός ήταν ο κεντρικός δρόμος του Ωραιοκάστρου όπου βολτάραμε με λίγα σπόρια στα χέρια και ανεβοκατεβαίναμε με τα ποδήλατα. Στην μία άκρη του και ο θερινός κινηματογράφος του Μπάτου, χαλίκια , πάνινες πολυθρόνες και μεγάλη οθόνη μέχρι τα τέλη του ‘ 70 περίπου. Στην άλλη άκρη το ξενοδοχείο “Παράδεισος”, αργότερα “Γαλαξίας’’, πρωτοποριακή επιχείρηση για την εποχή που έφερε παραθεριστές στο Ωραιόκαστρο, τόπο που συνιστούσαν οι γιατροί για το καλό του κλίμα. Άλλοι παραθεριστές νοίκιαζαν κάμαρες στα σπίτια του χωριού και κάποιοι πλούσιοι Θεσσαλονικείς έχτισαν περίφημες βίλες.
Μεγαλώνοντας αρχίσαμε να παίρνουμε το λεωφορείο του Ωραιοκάστρου – μία ιστορία από μόνο του. Οι γνώριμοι επιβάτες, αφού περιμέναμε ατελείωτα στην στάση, στριμωχνόμασταν μετά από τις προτροπές του εισπράκτορα να προχωρήσουμε και αγωνιούσαμε να προλάβουμε το τελευταίο λεωφορείο για την επιστροφή. Σε περίπτωση χιονιού μας ξεφόρτωναν στον ΟΑΕΔ για να συνεχίσουμε με τα πόδια!
Το κέντρο της πόλης λοιπόν ήταν δύσκολο να το προσεγγίσουμε αλλά και στο Ωραιόκαστρο δεν είχε πολλά πράγματα να κάνεις. Τα καταστήματα, ιατρεία , γυμναστήρια, φροντιστήρια, κλπ, ήρθαν μαζί με την πληθυσμιακή έκρηξη του Ωραιοκάστρου που ξεκίνησε όταν μετά τον σεισμό του ‘74 πολλοί κάτοικοι της πόλης θέλησαν να μείνουν σε προάστια, μακρυά από πολυκατοικίες. Αυτό σε συνδυασμό με την ανάπτυξη βιοτεχνιών στην περιοχή και την εκτεταμένη χρήση της αντιπαροχής διαμόρφωσε το σημερινό Ωραιόκαστρο, μια πόλη αυτόνομη πιά σε υπηρεσίες και παροχές που όμως λόγω της απότομης ανάπτυξης και χωρίς κατάλληλο σχεδιασμό έχασε μέρος του προνομιακού χαρακτήρα της.
Κατά την δεκαετία του ‘80 μια- δυό καφετέρειες κάνουν την εμφάνισή τους με τα απαραίτητα “ηλεκτρονικά” και το ξενοδοχείο “Χάρη ” λειτουργεί ντίσκο κάθε Σάββατο. Εκεί λοιπόν μπορούσαμε να χορέψουμε, να φλερτάρουμε και να ζητήσουμε από τον DJ να μας γράψει μια κασέτα!
Το ‘90 και το 2000 μας βρήκε στο δικό μας σπίτι, συνήθως μία μεζονέτα από την αντιπαροχή του πατρικού οικοπέδου. Οι αυλές, τα πεύκα, οι αγριοαχλαδιές, τα πλυσταριά και τα κοτέτσια, αντικαταστάθηκαν από ομοιόμορφα διαμερίσματα με μικρό βραχόκηπο και ενοίκους που δυσκολεύονται να παρκάρουν τα δύο αυτοκίνητά τους.
Αποκτήσαμε παιδιά και στις βόλτες μας διαπιστώσαμε την δυσκολία να κινηθείς στο Ωραιόκαστρο και την έλλειψη ανοικτών χώρων, μιας πλατείας. Όταν ήρθε η σειρά τους να πάνε στο δημοτικό που πήγαμε κι εμείς, μας γνωστοποίησαν την δυσκολία να δεχτούν τόσους πολλούς μαθητές.
Τα καλοκαίρια οι διακοπές του νερού ήταν συχνές μιά που αυτό δεν επαρκούσε πιά και τον χειμώνα μόλις χιόνιζε απαιτούσαμε να περάσει γρήγορα το μηχάνημα, να καθαρίσει όλους τους δρόμους για να πάμε στις δουλειές μας στην πόλη. Δεν κοιμόμασταν πια με τα παράθυρα ανοικτά αφού οι περισσότεροι είχαμε την δυσάρεστη εμπειρία κάποιας διάρρηξης, ταμπουρωθήκαμε πίσω από συναγερμούς και κλιματιστικά.
Σ΄αυτό το Ωραιόκαστρο ζω και δουλεύω σήμερα. Το παλιό πέτρινο δημοτικό σχολείο του Παλαιοκάστρου έγινε Γυμνάσιο κι εκεί χαίρομαι να γνωρίζω και να διδάσκω τα παιδιά των συμμαθητών μου αλλά και των τόσων αξιόλογων νέων κατοίκων της περιοχής. Όλοι μαζί, ντόπιοι κάτοικοι του Παλαιοκάστρου, Πόντιοι του Ωραιοκάστρου εγκατεστημένοι μετά το 1922 και νεοφερμένοι φτιάχνουμε το δυναμικό παζλ μιας πόλης που δεν θα’πρεπε να γίνεται γνωστή στο πανελλήνιο για στενάχωρα πράγματα μόνο.
Ανεβαίνοντας στο μονοπάτι που οδηγεί στο βουνό και στο δάσος, αν σταθούμε μια στιγμή να αγναντέψουμε τον Θερμαϊκό και τον ήλιο να χάνεται πίσω από τον Όλυμπο θα το νιώσουμε, δεν μπορεί, τί προνόμιο είναι αυτό, να έχεις τόπο διαμονής το Ωραιόκαστρο!
Έρνα Λαζαρίδου (Οι φωτογραφίες είναι από το διαδίκτυο, την ομάδα στο Facebook «Παλιό Ωραιόκαστρο» και από προσωπικό αρχείο).