Από την Αλεξίου Σπυριδούλα,
Γεννημένη στη Νέα Υόρκη τον Δεκέμβριο του 1923 από Έλληνες μετανάστες, η Μαρία Καικιλία Σοφία Άννα Καλογεροπούλου ήταν μία από τις σημαντικότερες φιγούρες του 20ου αιώνα με σήμερα να διατηρεί τον τίτλο της «απόλυτης πριμαντόνας». Δεν είναι λίγοι αυτοί όπου θεωρούν τη ζωή της ιδανική, αφού ήταν γεμάτη από ρομάντζο και δόξα, παρόλα αυτά η ίδια έχει αποδειχθεί ότι βασανίστηκε αρκετά ήδη από τα εφηβικά της χρόνια, μέχρι και το απόγειο της καριέρας της.
Από μικρή ηλικία, η Μαρία ανέπτυξε ενδιαφέρον για το τραγούδι, Οι γονείς της χώρισαν όταν αυτή ήταν δεκατριών και η ίδια επέστρεψε στην Ελλάδα με τη μητέρα της το 1937 για να σπουδάσει στο Εθνικό Ωδείο της Αθήνας. Δεν μπορεί να παραβλεφθεί η αποφασιστικότητά της λοιπόν, αφού, όντας ανήλικη, χρειάστηκε να συμπεριφερθεί ως ενήλικη, ώστε να γίνει αποδεκτή. Συνέχισε τις σπουδές της στην Ιταλία, όπου και γνώρισε τον πρώτο της σύζυγο.
Ήταν τα τέλη του 1940 και η Κάλλας είχε ήδη κάνει αρκετές εμφανίσεις στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό όταν, μετά από μια παράστασή της στην Ιταλία, η φήμη της γνώρισε τεράστια άνθιση και καθιερώθηκε ως μία από τις καλύτερες τραγουδίστριες όπερας της δεκαετίας του 50.
Παρόλα αυτά, η ίδια έχει αναφέρει, καθώς και έχει γίνει γνωστό από τη μετέπειτα μελέτη προσωπικών της επιστολών, πως η σχέση της με τη μητέρα της ήταν εξαιρετικά δύσκολη και επικρατές στοιχείο ήταν η εκμετάλλευση. Μεγαλωμένη μέσα σε πίεση, η ίδια ην Κάλλας έχει μιλήσει για τις διακρίσεις που αντιμετώπιζε σε νεαρή ηλικία με τη μητέρα της να ευνοεί την αδελφή της, ενώ πίεζε τη Μαρία να ασχοληθεί με το τραγούδι και να εργαστεί. Ακόμα, υποστήριξε πως η ίδια η μητέρα της την ανάγκασε να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη καριέρα. «Αν ήταν πραγματική μητέρα για αρκετό καιρό, θα την αγαπούσα», είχε γράψει. Από την άλλη, η σχέση της με τον πατέρα της δεν ήταν επίσης ιδανική, αφού δεν δέχτηκε αρκετή αγάπη ούτε από αυτόν.
Αν και περιγράφεται από πολλούς ως μία ρομαντική ψυχή, δεν γνώρισε επιτυχία στις προσωπικές ερωτικές της σχέσεις. Αποκάλυψε ότι ο πρώτος της σύζυγος, Τζοβάννι Μπατίστα έκλεψε τη μισή της περιουσία γράφοντάς τη στο όνομά του την ημέρα του γάμου τους. Από την άλλη, η διακοπή της μετέπειτα σχέσης της με τον Ωνάση την άφησε αποκαρδιωμένη με τον ίδιο να την είχε παρατήσει για τη χείρα του Αμερικάνου Πρωθυπουργού John Kennedy. Βέβαια, σε γράμμα, μετά τον χωρισμό τους, που προοριζόταν για τη γραμματέα της, η Κάλλας έγραψε: «Δε θα ήθελα να με ξανακαλέσει και να αρχίσει ξανά να με βασανίζει».
Πολλοί είχαν παρατηρήσει και αναγερθεί στη ζωντάνια της αλλά, στην πραγματικότητα, ήδη από τη δεκαετία του ‘50 φάνηκαν συμπτώματα νευρομυϊκής ασθένειας αλλά οι γιατροί την περιέγραψαν απλώς ως «τρελή». Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας η ποιότητα της φωνής της χειροτέρεψε και υπήρξε μία περίοδος όπου χρειάστηκε να λιγοστέψει τις αφανίσεις της· όμως, επέστρεψε στις αρχές του 70 αλλά η φωνή της δεν ήταν ποτέ ξανά το ίδιο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της η υγεία της είχε χειροτερέψει κατά πολύ, ενώ χρειάστηκε να νοσηλευτεί για προσπάθεια αυτοκτονίας. Τελικά, πέθανε το 1977 σε ηλικία των 53 ετών.
Η Μαρία Κάλλας έχει περιγραφεί ως μία λαμπερή γυναίκα. Έχει εμπνεύσει σεβασμό και έχει θαυμαστεί για τη λυρικότητα, την άριστες τεχνικές της αλλά και τη δραματικότητα όπου απεικόνιζε στα έργα που συμμετείχε. Ένα πάντως είναι σίγουρο: η Μαρία Κάλλας συνεχίζει μετά από τόσα χρόνια να είναι μία πολυαγαπημένη προσωπικότητα του κόσμου της όπερας και μία από τις καλύτερες σοπράνο που υπήρξαν ποτέ.