Πτώχευση κράτους.

αρχείο λήψηςH κρατική χρεοκοπία, ενός κράτους είναι ουσιαστικά η κατάσταση που μπορεί να περιέλθει μια χώρα που αδυνατεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές της υποχρεώσεις, εσωτερικές και κυρίως εξωτερικές. Η κατάσταση αυτή δηλώνεται με επίσημη εξαγγελία της ίδιας της κυβέρνησης, με την οποία και καθιστά διεθνώς γνωστή την αδυναμία της αυτή. Η πτώχευση ενός κράτους αποτελεί αντικείμενο και του Διεθνούς Δικαίου λόγω των ειδικών σχέσεων που δημιουργεί με άλλα κράτη. Βέβαια με τη συνεργασία άλλων κρατών, διεθνών οργανισμών και περιφερειακών οικονομικών οργανώσεων μπορεί να επέλθει κάποια οικονομική στήριξη υπό την επίβλεψη διεθνούς οικονομικής επιτροπής προκειμένου ν΄αποφευχθούν οι δυσμενέστερες των επιπτώσεων. Συνηθέστερα η κατάσταση αυτή προκύπτει όταν οι κρατικές δαπάνες, είναι πολύ μεγαλύτερες των φορολογικών εσόδων ενώ ο τυχόν δανεισμός εσωτερικός αδυνατεί ν΄ αποδώσει και παράλληλα η προσφυγή σε έκδοση χαρτονομίσματος είναι για διάφορους λόγους αδύνατη. Οι κυβερνήσεις καθίστανται ιδιαίτερα ευάλωτες σε μια κρίση κρατικού χρέους, όταν βασίζονται σε χρηματοδότηση μέσω «βραχυπρόθεσμων ομολόγων», δεδομένου ότι αυτό δημιουργεί μια κατάσταση αναντιστοιχίας λιτότητας μεταξύ της χρηματοδότησης αυτών και της μακροπρόθεσμης αξίας του ενεργητικού της φορολογικής τους βάσης. Οι κυβερνήσεις μπορεί, επίσης, να είναι το ίδιο ευάλωτες σε μια κρίση κρατικού χρέους που να οφείλεται σε αναντιστοιχία νομισμάτων, εάν δεν είναι σε θέση να εκδώσουν ομόλογα στο νόμισμά τους, αφού, σε αντίθετη περίπτωση, μία μείωση της αξίας του δικού τους νομίσματος μπορεί να το κάνει απαγορευτικά ακριβό για την αποπληρωμή ξένων ομολόγων τους. Με δεδομένο ότι μια κυβέρνηση, εξ ορισμού, ελέγχει τις υποθέσεις της, δεν μπορεί να υποχρεωθεί να εξοφλήσει το χρέος της. Παρ” όλα αυτά, μια κυβέρνηση που αδυνατεί να πληρώσει τις υποχρεώσεις της μπορεί να εξαιρεθεί από περαιτέρω πίστωση, όπου μερικά από τα στοιχεία του ενεργητικού της στο εξωτερικό μπορεί και να κατασχεθούν, ενώ ενδέχεται παράλληλα να αντιμετωπίσει πολιτική πίεση από τους εγχώριους κατόχους ομολόγων της για να ξεπληρώσει το χρέος της. Για αυτό το λόγο, οι κυβερνήσεις σε τέτοιες περιπτώσεις πολύ σπάνια επιλέγουν να μην πληρώσουν τη συνολική αξία του χρέους τους. Αντιθέτως, αρχίζουν διαπραγματεύσεις με τους κατόχους ομολόγων για να συμφωνήσουν για κάποια καθυστέρηση, ή μερική μείωση των πληρωμών του χρέους τους, που συχνά αποκαλείται «αναδιάρθρωση του χρέους». Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συχνά βοηθά στις περιπτώσεις αναδιάρθρωσης κρατικού χρέους. Η κυριότερη αιτία της χρεοκοπίας ενός κράτους είναι αναμφίβολα η υπερχρέωση του, η οποία μπορεί να προέλθει: από την κερδοσκοπική επίθεση εναντίον του εθνικού νομίσματος, από την αρνητική οικονομική συγκυρία στις χρηματαγορές, η οποία μπορεί να καταστήσει αδύνατο ακόμη και τον «υγιή», τον εγγυημένο δηλαδή δανεισμό της, ως αποτέλεσμα μίας «σειράς ετών» ελλειμματικών προϋπολογισμών, κατά τη διάρκεια των οποίων το κράτος δαπανούσε περισσότερα από όσα εισέπραττε, ενώ χρηματοδοτούσε τα ελλείμματα του με συνεχώς αυξανόμενα δάνεια από τους πολίτες, από τις τράπεζες, από επενδυτές και από άλλα κράτη, από το συνδυασμό, από την χρονική «συνύπαρξη» δηλαδή των παραπάνω διαφορετικών αιτιών. Η πτώχευση ενός κράτους επιβαρύνει τους πάσης φύσεως πιστωτές του, το ίδιο το κράτος, την Οικονομία του και τους Πολίτες του. Αναλυτικότερα, διακρίνουμε τα εξής: Όπως είναι φυσικό, οι πιστωτές ενός κράτους χάνουν εξ ολοκλήρου ή ένα μέρος αυτών που του έχουν δανείσει, καθώς επίσης τους τόκους των χρημάτων τους. Συχνά βέβαια, στα πλαίσια διεθνών διαπραγματεύσεων, συμφωνείται η πληρωμή ενός ποσοστού των χρεών, η αποπληρωμή των οποίων «ρυθμίζεται» διαφορετικά, συνήθως ανάλογα με το «είδος» των πιστωτών. Όταν πτωχεύσει ένα κράτος, μηδενίζει τις υποχρεώσεις του απέναντι στους πιστωτές του – γεγονός που «ελαφρύνει» τον προϋπολογισμό του, τόσο κατά το ποσόν των τόκων, όσο και των δόσεων επιστροφής των δανείων. Το ίδιο το κράτος «επιβαρύνεται» κυρίως λόγω της απώλειας της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας του, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τον πιστοληπτικό του «θάνατο». Δηλαδή, το κράτος δεν είναι πλέον σε θέση να δανείζεται από τις χρηματαγορές, πόσο μάλλον με λογικά επιτόκια. Τα αποτελέσματα της χρεοκοπίας ενός κράτους στην Οικονομία του είναι καταστροφικά. Αμέσως μετά ακολουθεί: μία πολύ μεγάλη τραπεζική κρίση, μία εκτεταμένη οικονομική κρίση μία νομισματική κρίση. Η χρεοκοπία ενός κράτους σημαίνει πρακτικά για τους Πολίτες του τη μείωση των αποταμιεύσεων τους, είτε επειδή είναι πιστωτές του κράτους τους, είτε επειδή το νόμισμα υποτιμάται ραγδαία, ενώ δεν προλαβαίνουν να κάνουν αναλήψεις από τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Η έμμεση επιβάρυνση τους όμως από τα καταστροφικά αποτελέσματα στην Οικονομία του κράτους είναι πολύ πιο επώδυνη, κυρίως λόγω της υψηλής ανεργίας που ακολουθεί, καθώς επίσης της απώλειας όλων σχεδόν των κοινωνικών παροχών που απολάμβαναν. Υπάρχουν αρκετές δυνατότητες για να αποφύγει ένα κράτος την οριστική του χρεοκοπία. Εάν όμως δεν υπάρξει, από αρκετό χρονικό διάστημα πριν το «μοιραίο», η ανάλογη σοβαρότητα, καθώς επίσης η απόλυτη «συναίνεση» των εργαζομένων, των συνδικάτων, των επιχειρήσεων και των πολιτικών κομμάτων του, είναι εξαιρετικά δύσκολο να έχουν θετικό αποτέλεσμα. Σε γενικές γραμμές είναι οι εξής: Η δραστική μείωση των δημοσίων δαπανών, όπου «ύστατος» στόχος τους είναι ο περιορισμός των κοινωνικών παροχών, ενώ προέχει η ελαχιστοποίηση των διαφόρων ενισχύσεων-επιδοτήσεων, καθώς επίσης των μισθών και άλλων εξόδων που συνιστούν μεγάλο μέρος της επιβάρυνσης του ετήσιου προϋπολογισμού. Η αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων, καθώς επίσης η επιβολή νέων φόρων σε όλους ανεξαιρέτως τους Πολίτες της χώρας. Ο «τεχνητός» πληθωρισμός, μέσω των χαμηλών επιτοκίων και η αύξηση της ποσότητας των χρημάτων στην αγορά, χωρίς αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ, καθώς επίσης η υποτίμηση του νομίσματος: Η δυσμενέστερη όλων ίσως είναι η επιβολή «καταναγκαστικών μέτρων» εκ μέρους της κυβέρνησης, επί πλέον των συνήθων φορολογικών. Δηλαδή, οι ειδικοί φόροι εις βάρος της ατομικής περιουσίας των Πολιτών, καθώς επίσης των επιχειρήσεων, οι οποίοι επιβάλλονται «καταναγκαστικά» από το κράτος, χωρίς τη συμφωνία τους και χωρίς να έχουν «προ-αναγγελθεί» στον ετήσιο προϋπολογισμό. Η χειρότερη μέθοδος όλων, ο πλέον λανθασμένος κυβερνητικός χειρισμός δηλαδή, είναι η «φυγή προς τα εμπρός», με την οποία ουσιαστικά επιδιώκεται η μείωση των δημοσίων χρεών ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, μέσω της αύξησης του ίδιου του ΑΕΠ. Ο κίνδυνος αυτός είναι κατά πολύ πιο αυξημένος, όταν η «δομή» μίας χώρας, υποδηλώνει την αντικειμενική αδυναμία της να αυξήσει ορθολογικά το παραγόμενο ετήσιο προϊόν της.

Γιώργος Περίδρομος

Σχολιάστε

Top