ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Μπαμπάτσικου Βάσια

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

H Βυζαντινή Αυτοκρατορία θεωρείται ότι αρχίζει με την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, το 324 μ.Χ., και παύει να υπάρχει το 1453, όταν οι Οθωμανοί Τούρκοι κατέλαβαν την Πόλη. Πρόκειται οπωσδήποτε για μια πολυεθνική αυτοκρατορία με κυρίαρχο το ελληνικό στοιχείο. Στο ίδιο χρονικό πλαίσιο τοποθετείται και η βυζαντινή λογοτεχνία, στην οποία συμβατικά περιλαμβάνονται τα λογοτεχνικά δημιουργήματα μόνο στην ελληνική γλώσσα που γράφτηκαν από τον 4ο έως και το 15ο αιώνα. Η αγιολογία και η υμνογραφία, για παράδειγμα, είναι δύο νέα είδη που γνώρισαν μεγάλη άνθηση στο Βυζάντιο, δημιουργήματα της εξάπλωσης του χριστιανισμού και των λατρευτικών αναγκών της νέας θρησκείας. Η ιστοριογραφία, η ρητορική, η επιστολογραφία, η κοσμική ποίηση, που επίσης καλλιεργήθηκαν συστηματικά και αδιάκοπα, στηρίχτηκαν σε κλασικά πρότυπα.

ΙΠΠΟΤΙΚΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ

Από το 13ο ως το 15ο αι. γράφονται στο Βυζάντιο έμμετρα ερωτικά ιπποτικά μυθιστορήματα σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο και γλώσσα λαϊκότερη. Μερικά από αυτά είναι διασκευές δυτικών προτύπων. Τα μυθιστορήματα της περιόδου αυτής καθρεφτίζουν, γράφει ο Εμμ. Κριαράς, «τον κόσμο που διαμορφώνεται στην Ανατολή με την εγκατάσταση των Φράγκων στις ελληνικές χώρες, έναν κόσμο που χωρίς να έχει πάψει να έχει τα χαρακτηριστικά της παλιότερης βυζαντινής κοινωνίας μεταμορφώνεται ως ένα βαθμό με τη φραγκική κατάκτηση και τις φραγκικές επιδράσεις». Εκτός από τις φραγκικές επιδράσεις (υποταγή των ηρώων στον έρωτα, μονομαχίες, κονταροχτυπήματα, αγάπη για την περιπέτεια σε χώρες μακρινές) οι μελετητές είδαν επίσης λόγιες επιδράσεις ανατολικές (ο κόσμος του παραμυθιού με τις μάγισσες, τους δράκους και τα μαγικά δαχτυλίδια) και λαϊκές νεοελληνικές.

 

Τα βασικά χαρακτηριστικά τους είναι τα εξής:

  • υπάρχει έντονο το στοιχείο του παραμυθιού, του υπερφυσικού και του μαγικού ενώ κυρίαρχο είναι και το ερωτικό στοιχείο
  • είναι έκδηλη η φραγκική επίδραση αλλά και η επίδραση από την ανατολή
  • είναι χαρακτηριστική η επίδραση της λόγιας βυζαντινής παράδοσης
  • αποτελεί ισχυρό στοιχείο η δημοτική αίσθηση

 

ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ

 

Ο Βιτσέντζος Κορνάρος γεννήθηκε το 1553 στην Τραπεζούντα Σητείας στην Κρήτη. Υπήρξε  ο κυριότερος εκπρόσωπος της κρητικής λογοτεχνίας. Το κορυφαίο έργο του αναγεννησιακού δημιουργού, Ερωτόκριτος, γραμμένο στην κρητική διάλεκτο, υπήρξε πολύ δημοφιλές και κυκλοφορούσε κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα σε χειρόγραφα. Ο Ερωτόκριτος είχε μεγάλη απήχηση, πέρασε σε μαντινάδες, παροιμίες, ενώ τα ονόματα των ηρώων δόθηκαν σε πολλά βρέφη. Ο Ερωτόκριτοςπέρασε στην ελληνική λαϊκή παράδοση, εμπνέοντας ζωγράφους και μουσικούς μέχρι και τον 20ο αι. Τον Ερωτόκριτο και την Αρετούσα έχει ζωγραφίσει και ο σπουδαίος λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος, ενώ το κείμενο του Κορνάρου μελοποίησε μια από τις σπουδαιότερες φωνές της Ελλάδας και της παραδοσιακής μουσικής της χώρας, ο Νίκος Ξυλούρης. Ο Βιτσέντζος Κορνάρος εκτιμάται ότι πέθανε στον Χάνδακα το 1613 ή το 1614, από άγνωστη αιτία, και ενταφιάστηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ

ΠΛΟΚΗ: Το έργο διαδραματίζεται στην αρχαία Αθήνα, ο κόσμος όμως που απεικονίζει είναι ένα σύνθετο κατασκεύασμα που δεν ανταποκρίνεται σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα: Ο βασιλιάς της Αθήνας Ηράκλης και η σύζυγός του αποκτούν μετά από πολλά χρόνια γάμου μια κόρη, την Αρετούσα. Τη βασιλοπούλα ερωτεύεται ο γιος του πιστού συμβούλου του βασιλιά, Ερωτόκριτος. Επειδή δεν μπορεί να φανερώσει τον έρωτά του, πηγαίνει κάτω από το παράθυρό της τα βράδια και της τραγουδά. Η κοπέλα σταδιακά ερωτεύεται τον άγνωστο τραγουδιστή. Ο Ηράκλης, όταν μαθαίνει για τον τραγουδιστή, του στήνει ενέδρα για να τον συλλάβει, ο Ερωτόκριτος όμως μαζί με τον αγαπημένο του φίλο σκοτώνει τους στρατιώτες του βασιλιά. Ο Ερωτόκριτος, καταλαβαίνοντας ότι ο έρωτάς του δεν μπορεί να έχει αίσια έκβαση, ταξιδεύει στη Χαλκίδα για να ξεχάσει. Στο διάστημα αυτό ο πατέρας του αρρωσταίνει και όταν η Αρετούσα τον επισκέπτεται, βρίσκει στο δωμάτιο του Ερωτόκριτου μια ζωγραφιά που την απεικονίζει και τους στίχους που της τραγουδούσε. Όταν εκείνος επιστρέφει, ανακαλύπτει την απουσία της ζωγραφιάς και των τραγουδιών και μαθαίνει ότι μόνο η Αρετούσα τους είχε επισκεφτεί.

Επειδή καταλαβαίνει ότι αποκαλύφθηκε η ταυτότητά του και ότι μπορεί να κινδυνεύει, μένει στο σπίτι προσποιούμενος ασθένεια και η Αρετούσα του στέλνει για περαστικά ένα καλάθι με μήλα, ως ένδειξη ότι ανταποκρίνεται στα συναισθήματά του. Ο βασιλιάς οργανώνει κονταροχτύπημα για να διασκεδάσει την κόρη του. Παίρνουν μέρος πολλά αρχοντόπουλα από όλον τον γνωστό κόσμο και ο Ερωτόκριτος είναι ο νικητής. Το ζευγάρι αρχίζει να συναντιέται κρυφά στο παράθυρο της Αρετούσας. Η κοπέλα παρακινεί τον Ερωτόκριτο να τη ζητήσει από τον πατέρα της. Όπως είναι φυσικό, ο βασιλιάς εξοργίζεται με το «θράσος» του νέου και τον εξορίζει. Ταυτόχρονα φτάνουν προξενιά για την Αρετούσα από το βασιλιά του Βυζαντίου. Η κοπέλα αμέσως αρραβωνιάζεται κρυφά με τον Ερωτόκριτο, πριν αυτός εγκαταλείψει την πόλη. Η Αρετούσα αρνείται να δεχθεί το προξενιό και ο βασιλιάς τη φυλακίζει μαζί με την πιστή παραμάνα της.

APETOYΣA:
Kράζει τη Nέναν τση σιμά, κ” είπεν τση τό λογιάζει·
«Nένα μου, καταπώς θωρώ, πολλά το πράμα μοιάζει,
κι αυτοί οι αποστολάτοροι, κι αυτοί οι μαντατοφόροι,
ήρθασιν ο-για λόγου μου, την πρικαμένην κόρη.        210
K” εγώ κάλλιά’χω Θάνατον, κι άσκημα ν” αποθάνω,
παρά να μην ξετελειωθεί ό,τι στο νου μου βάνω.
Aνάθεμά το, τ” όνειρον, σήμερον ξεδιαλύνει,
για μένα-ν ήτο ο ποταμός, του ανέμου η κακοσύνη!
Bάνει με πάλι η Mοίρα μου σήμερο σ” κι άλλα βάρη.        215
Mαγάρι ας είμαι μοναχή, και το κορμί μου ας πάρει!
Ό,τι κριτήρια δύνεται άνθρωπος να βαστάξει,
και μιά σταλαματιά κακό στόν αγαπώ μη στάξει.»

 

Έπειτα από τρία χρόνια, όταν οι Βλάχοι πολιορκούν την Αθήνα, εμφανίζεται ο Ερωτόκριτος μεταμφιεσμένος. Σε μια μάχη σώζει τη ζωή του βασιλιά και τραυματίζεται. Ο βασιλιάς για να ευχαριστήσει τον τραυματισμένο ξένο του προσφέρει σύζυγο την κόρη του. Η Αρετούσα αρνείται και αυτόν τον γάμο και στη συζήτηση με τον μεταμφιεσμένο Ερωτόκριτο επιμένει στην άρνησή της. Ο Ερωτόκριτος την υποβάλλει σε δοκιμασίες για να επιβεβαιώσει την πίστη της και τελικά της αποκαλύπτεται αφού λύνει τα μαγικά που τον είχαν μεταμορφώσει. Ο βασιλιάς αποδέχεται τον γάμο και συμφιλιώνεται με τον Ερωτόκριτο και τον πατέρα του και ο Ερωτόκριτος ανεβαίνει στο θρόνο της Αθήνας.

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΟΥΣΑΣ

Η Αρετούσα όμως ξεφεύγει απ’ τον παραδοσιακό της ρόλο. Αν η Αντιγόνη κατά τον Σοφοκλή επιλέγει το θάνατο προκειμένου να υπερασπιστεί πατροπαράδοτες αξίες, η Αρετούσα επιλέγει το θάνατο προκειμένου να υπερασπιστεί το από δω κι εμπρός: το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να επιλέγει τον εκλεκτό της καρδιάς του, πέρα από συμφέροντα, κοινωνικές διαφορές κι επιλογές γονέων και κηδεμόνων. Η θέση των γυναικών, οι οποίες ακόμα και στην πιο προηγμένη αθηναϊκή δημοκρατία δεν είχαν δικαιώματα (πολλές φορές ήταν πιο κάτω κι απ’ τους δούλους) μέσα απ’ την κοινή συμπόρευση και μοίρα με τους άντρες αναβαθμίζονται βήμα το βήμα μπροστά στη χαραυγή των αναγεννησιακών χρόνων.

ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ

Από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα για την κατανόηση και μελέτη του Βυζαντινού ανθρώπου και της κοινωνίας είναι το θέατρο και γενικότερα η διασκέδαση και η ψυχαγωγία στο Βυζάντιο.
Συχνά έχουμε την λανθασμένη εντύπωση πως οι Βυζαντινοί ήταν λαός ασκητών, που μόνη τους ενασχόληση είχαν την προσευχή, τη νηστεία και την εκπλήρωση των θρησκευτικών τους καθηκόντων. Οπωσδήποτε οι Βυζαντινοί ήταν βαθιά θρησκευόμενοι. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι δεν αγαπούσαν τη διασκέδαση και την ψυχαγωγία, ήταν ιδιαίτερα φιλοθεάμονες, κληρονόμοι του ρωμαϊκού «δήμου» αλλά και των ελληνικών εθίμων.

Η αρχαία Ελληνική σκηνή επί Βυζαντινής εποχής φαίνεται πως είχε εκλείψει. Οι παραστάσεις με τον καιρό αραίωσαν και τελικά σταμάτησαν, γιατί η Εκκλησία είχε σοβαρούς λόγους να αντιδρά στην παράσταση αρχαίων δραμάτων, τα οποία εξυμνούσαν τους θεούς των εθνικών και τις καταπολεμούσε.  Από το κλασσικό ελληνικό Δράμα δεν είχαν απομείνει παρά μερικές σποραδικές εκτελέσεις μονολόγων-μονωδιών απ” τις αθηναϊκές τραγωδίες  που τις ερμήνευαν οι λιγοστοί τραγωδοί-συνεχιστές της διονυσιακής παράδοσης, φορώντας τα προσωπεία και τους κοθόρνους, με συνοδεία αυλού και μικρής χορωδίας.  Έτσι την θέση τους πήραν τα λαϊκά θεάματα, τα μιμοδράματα. Μίμος αρχικά σήμαινε το θεατρικό κείμενο, ένα διάλογο από τη μυθολογία ή την καθημερινή ζωή. Αγαπημένο θέμα σάτιρας των μίμων στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους ήταν τα μυστήρια της χριστιανικής θρησκείας. Το μιμοθέατρο δεν χρησιμοποιούσε μάσκες και συνδύαζε τον θεατρικό διάλογο με μουσική, χορό και τολμηρά τραγούδια .Ο παντομίμος ήταν ένα θεατρικό είδος όπου ο χειροσοφιστής, ένας χορευτής με μάσκα, χόρευε ένα μυθολογικό θέμα με συνοδεία μουσικής και χορωδίας.
Πολλές παραστάσεις σε ανάγλυφα, του 5ου και 6ου αιώνα, μας μαρτυρούν την επιβίωση των θεατρικών αυτών σπαραγμάτων, που παρουσιάζονταν ακόμα και στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης, μαζί με τις ιπποδρομίες, τα «κυνηγέσια», τις θηριομαχίες, όπως απεικονίζει και το δίπτυχο του Αναστασίου.
Η πορεία του θεάτρου, καθορίστηκε μέσα από τη σύγκρουση αυτών των δυο αντίθετων τάσεων. Από τη μία η αγάπη και η ανάγκη του κόσμου για θέαμα και από την άλλη η εχθρική στάση της εκκλησίας. Παρ όλα αυτά υπερίσχυε η ανάγκη του κόσμου για το θέατρο και έτσι άρχισε σιγά σιγά να μπαίνει στη ζωή των Βυζαντινών σαν τρόπος διασκέδασης.

 

 ΠΗΓΕΣ: http://vizantinaistorika.blogspot.com/2015/08/blog-post_25.html

 

http://www.postmodern.gr/erotokritos-to-emmetro-mythistorima-pou-kratise-zontani-ti-melodia-tis-kritikis-dialektou/

 

https://tvxs.gr/news/%CF%83%CE%B1%CE%BD

http://e-logotexnia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=11:2011-11-08-16-18-19&catid=2:1204-1453&Itemid=9

http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-A111/251/1845,5972/

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σχολιάστε

Top