Οι σχέσεις του Οπενχάιμερ με τον Αϊνστάιν, με τον Μπορ και με το βραβείο Νόμπελ στην πραγματικότητα και στην ταινία “Oppenheimer”.
Γιώργος Πασχαλίδης
Med Χημικός-Γεωλόγος, Διευθυντής 2ου γυμνασίου Νεάπολης
Τον Αύγουστο του 2023 έκανε παγκόσμια πρεμιέρα η νέα ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν “Oppenheimer”, βασισμένη στο βιβλίο που εκδόθηκε το 2005, των Κάι Μπερντ και Μάρτιν Σέργουιν «American Prometheus: The Triumph and Tragedy of J. Robert Oppenheimer». Το βιβλίο βραβεύθηκε με το Πούλιτζερ για Βιογραφία, ενώ η ελληνική του μετάφραση κυκλοφόρησε το 2008 από τις εκδόσεις «Τραυλός».
Το βιβλίο έχει θέμα τη ζωή και το επιστημονικό έργο του Τζούλιους Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (ναι, με ένα π αναγράφεται το όνομα στο βιβλίο), γνωστού ως «Πατέρα της Ατομικής Βόμβας» παρόλο που ήταν μόνο ο συντονιστής των επιστημονικών ομάδων που κατασκεύασαν τη βόμβα (Σχέδιο Μανχάταν) και όχι ο κύριος εφευρέτης της.
Μετά τον πόλεμο, για τη συνεισφορά του στη νίκη, ο Πρόεδρος Τρούμαν τον τίμησε με το «Μετάλλιο της Τιμής», τη σπουδαιότερη διάκριση που απονέμει ο αρχηγός του αμερικανικού κράτους. Ο Οπενχάιμερ δοξάστηκε, δέχθηκε συγχαρητήρια από πολλούς ηγέτες κρατών, έγινε εξώφυλλο στο περιοδικό TIME και για κάποια περίοδο υπήρξε το πλέον αναγνωρίσιμο πρόσωπο στον πλανήτη. Τα πράγματα όμως άλλαξαν δραματικά όταν ο Οπενχάιμερ άρχισε να νοιώθει ενοχές για τα θύματά της βόμβας στις ιαπωνικές πόλεις. Τόλμησε μάλιστα να πει κατάμουτρα στον Τρούμαν, όταν προσκλήθηκε στο Λευκό Οίκο, ότι «ένοιωθε πως είχε βάψει τα χέρια του με αίμα». Έτσι, αντιτάχθηκε σθεναρά στην Αμερικανική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας και στον ίδιο τον Πρόεδρο για τη δημιουργία μιας νέας ακόμα πιο ισχυρής βόμβας, βόμβας σύντηξης αυτή τη φορά και όχι σχάσης, της υδρογονοβόμβας. Την εποχή λοιπόν του Μακαρθισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, στα 1954, ο Οπενχάιμερ κατηγορήθηκε από την Επιτροπή Ασφαλείας των Η.Π.Α. ως «εθνικά επικίνδυνος», έπεσε σε δυσμένεια, ανακρίθηκε, του αφαιρέθηκε η άδεια πρόσβασης σε απόρρητο υλικό, παραγκωνίσθηκε, λοιδορήθηκε, κατηγορήθηκε ότι είχε σχέσεις με το Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτός ο μεγάλος θεωρητικός φυσικός που έφερε τη «Νέα Φυσική» δηλαδή την κβαντομηχανική στην Αμερική και που ουσιαστικά τελείωσε τον πόλεμο με την Ιαπωνία με τις δύο ατομικές βόμβες.
Τελικά, μανιώδης καπνιστής, πέθανε από καρκίνο του λάρυγγα στον ύπνο του στις 10.40μμ το Σάββατο, 18 Φεβρουαρίου 1967. Ήταν μόνο εξήντα δύο ετών.
Η ταινία, με φόντο τις ανακρίσεις, κάνει μια αναδρομή στη ζωή του Οπενχάιμερ από την ηλικία των είκοσι περίπου χρονών, στα μέσα της δεκαετίας του ’20, μέχρι την ηθική του δικαίωση και την απονομή του βραβείου «Ενρίκο Φέρμι» το 1963 από τον Πρόεδρο Κέννεντι (το βραβείο παρέδωσε ο Πρόεδρος Τζόνσον αφού εν τω μεταξύ ο Κέννεντι είχε δολοφονηθεί). Στην ταινία δεν αναφέρεται καθόλου η παιδική και εφηβική ηλικία του Οπενχάιμερ, ούτε και ο θάνατός του, κάτι που ήταν αναμενόμενο αφού ο σκηνοθέτης ήθελε να επικεντρώσει στο Σχέδιο Μανχάταν και στην αποκαθήλωση του επιστήμονα.
Στην ταινία εμφανίζονται σχεδόν όλοι οι μεγάλοι επιστήμονες που επηρέασαν με τον ένα ή άλλο τρόπο την επιστημονική πορεία του Όπγι ή Όπι, όπως ήταν γνωστός ο Οπενχάιμερ στους φίλους του : Μπλάκετ, Μπορ, Αϊνστάιν, Ράμπι, Χάιζενμπεργκ, Λόρενς, Μπέτε, Τέλλερ, Σίλαρντ, Φέρμι. Παραδόξως, ο δάσκαλος, επιβλέπων του διδακτορικού του, φίλος και συνεργάτης του Γερμανός νομπελίστας φυσικός Μαξ Μπορν, δεν εμφανίζετε στην ταινία παρά μόνο φευγαλέα μπροστά σε έναν μαυροπίνακα του πανεπιστημίου του Γκέτινγκεν, που ήταν η Μέκκα της κβαντομηχανικής εκείνη την εποχή.
Όμως, ποιες ήταν πραγματικά οι σχέσεις του Οπενχάιμερ με τους δύο σημαντικότερους από αυτούς τους επιστήμονες, τον Άλμπερτ Αϊνστάιν και τον Νιλς Μπορ ; Και πώς παρουσιάζονται αυτές στο κινηματογραφικό έργο ;
Ο Αϊνστάιν εμφανίζεται στην ταινία τρεις φορές. Όταν οι δυο τους συναντιούνται στη λιμνούλα έξω από το Ινστιτούτο Ανωτέρων Σπουδών (I.A.S.) του Πρίνστον, λίγο πριν αναλάβει διευθυντής του ο Οπενχάιμερ. Μια φορά όταν ο Οπενχάιμερ επισκέπτεται τον Αϊνστάιν στο I.A.S. για να του ζητήσει να επιβεβαιώσει κάποιους ανησυχητικούς υπολογισμούς σχετικά με τα φαινόμενα σχάσης και προς το τέλος της ταινίας όταν ο Όπι αναπολεί τον Αϊνστάιν και τα λεγόμενά του κατά την τελετή βράβευσης το 1963. Τότε βέβαια ο Αϊνστάιν δεν ζούσε αφού είχε πεθάνει το 1955.
Την πρώτη φορά, όπως φαίνεται στην ταινία, και στα 1946, το τότε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του I.A.S. και μετέπειτα πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Άμυνας Λέβι Στράους, ρωτάει τον Όπι :
Σ : – Πάντα είχα την απορία, γιατί δεν του ζητήσατε να συμμετέχει στο Πρόγραμμα Μανχάταν ; Το μεγαλύτερο μυαλό της εποχής μας.
Ο : – Της δικής του εποχής ! Πάνε σαράντα χρόνια από τότε που ο Αϊνστάιν δημοσίευσε τη Θεωρία της Σχετικότητας. Δεν υιοθέτησε όμως ποτέ τον κβαντικό κόσμο που ανακάλυψε.
υπονοώντας σαφώς ότι ο Αϊνστάιν ήταν πλέον ξεπερασμένος. Οι δύο φυσικοί «υπήρξαν συνάδελφοι και κατά κάποιο τρόπο φίλοι», όπως ανέφερε ο Όπι αργότερα. Υπήρχε μεταξύ τους αμοιβαίος σεβασμός. Είχαν όμως πολύ μεγάλες επιστημονικές διαφορές, σχεδόν αγεφύρωτες. Ο Οπενχάιμερ υπήρξε ένθερμος θιασώτης της κβαντομηχανικής, ενώ πολέμιός της μέχρι το θάνατό του ήταν ο Αϊνστάιν. Όταν μάλιστα στα 1945 ο Οπενχάιμερ ήταν υποψήφιος για τη διεύθυνση του I.A.S., ο Αϊνστάιν δεν τον υποστήριξε λέγοντας ότι ο συνυποψήφιος νομπελίστας Αυστριακός φυσικός Βόλφγκανγκ Πάουλι, επισκέπτης ερευνητής τότε στο I.A.S, είχε κατά πολύ ανώτερες γνώσεις φυσικής και μαθηματικών. Έτσι, αρχικά η θέση του διευθυντή προσφέρθηκε στον Πάουλι, ο οποίος όμως την απέρριψε. Πρέπει να αναφέρουμε επίσης ότι στην πραγματικότητα, όπως αναφέρεται και στο βιβλίο, ο Οπενχάιμερ ζήτησε επιβεβαίωση των υπολογισμών από τον νομπελίστα Αμερικανό φυσικό Άρθουρ Κόμπτον και όχι από τον Αϊνστάιν όπως φαίνεται στην ταινία. Απλά ο σκηνοθέτης αντικατέστησε τον Κόμπτον με τον Αϊνστάιν, που ήταν σαφώς πολύ σημαντικότερη «κινηματογραφική» φιγούρα.
Ο Οπενχάιμερ ανήκε στη σχολή σκέψης γνωστή ως «Σχολή της Κοπεγχάγης», ιδρυτής της οποίας ήταν ο μεγάλος νομπελίστας Δανός φυσικός Νιλς Μπορ, ίσως ο σημαντικότερος φυσικός-φιλόσοφος του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Ο Όπι, παρόλο που επισκέφθηκε όλα τα σημαντικά Ευρωπαϊκά επιστημονικά κέντρα και μαθήτευσε δίπλα στους μεγαλύτερους θεωρητικούς φυσικούς της εποχής, παραδόξως δεν υπήρξε μαθητής του Μπορ. Ήταν όμως μεγάλος θαυμαστής του. Όταν μάλιστα ο Μπορ έδωσε δύο διαλέξεις στο Χάρβαρντ, ο Όπι θεώρησε καθήκον του να της παρακολουθήσει και τις δύο. Ήταν γνωστή η φράση που κυκλοφορούσε τότε στους επιστημονικούς κύκλους : «Ο Μπορ είναι ο Θεός και ο Όπι προφήτης Αυτού».
Ο Νιλς Μπορ εμφανίζεται στην ταινία μια φορά στην αρχή να δίνει σεμινάριο στο Κέιμπριτζ και να παροτρύνει τον Όπι να πάει στο Γκέτινγκεν για να μαθητεύσει δίπλα στον Μαξ Μπορν, όπως και έγινε τελικά, και μια φορά προς τη μέση όταν φυγαδεύεται τα Χριστούγεννα του 1943 στο Λος Άλαμος από την κατεχόμενη Ευρώπη με βρετανικό αεροπλάνο, μέσα στο οποίο παραλίγο να πεθάνει γιατί δεν μπόρεσε να βάλει σωστά τη μάσκα οξυγόνου. Εκεί, ο Μπορ εντάχθηκε στο Σχέδιο Μανχάταν αλλά τελικά δεν συνεισέφερε σ’ αυτό γιατί όπως είπε και ο ίδιος δεν χρειαζόταν. «Δεν είχαν ανάγκη τη βοήθειά μου για να φτιάξουν την ατομική βόμβα», αναφέρει ο Μπορ. Μάλιστα, στην ταινία αλλά και στο βιβλίο, μεταξύ Οπενχάιμερ και Μπορ διαμείβεται ο εξής διάλογος :
Μ : – Είναι αρκετά μεγάλη (η ισχύς της βόμβας) ;
Ο : – Για να τελειώσει τον πόλεμο ;
Μ : – Για να τελειώσει κάθε πόλεμο.
Σε κάποιο σημείο της ταινίας ο συνταγματάρχης και μετέπειτα στρατηγός Γκρόουβς, στρατιωτικός διοικητής και γενικός διευθυντής του Σχεδίου Μανχάταν, συνομιλεί με τον Οπενχάιμερ:
Γ : – Πώς και δεν κέρδισες το βραβείο Νόμπελ ;
Ο : – Γιατί δεν έγινες ακόμα στρατηγός ;
Γ : – Θα με κάνουν τώρα.
Ο : – Ίσως έχω και εγώ την ίδια τύχη.
Γ : – Βραβείο Νόμπελ για κατασκευή βόμβας ;
Ο : – Ο Άλφρεντ Νόμπελ ανακάλυψε τη δυναμίτιδα.
Θα μπορούσε να κερδίσει ο Οπενχάιμερ το Νόμπελ; Την απάντηση ίσως τη δίνει η Σουηδική Ακαδημία Επιστημών η οποία σε σχετικά ερωτήματα απαντά ότι το Νόμπελ απονέμεται σε επιστήμονες για το έργο μιας ολόκληρης ζωής ή για επινοήσεις τόσο σημαντικές και ρηξικέλευθες που καθόρισαν ή δημιούργησαν ολόκληρους επιστημονικούς κλάδους. Ο Οπενχάιμερ δεν είχε τέτοιο επιστημονικό έργο. Αναμφισβήτητα επρόκειτο για μια ιδιοφυΐα που ήταν λάτρης της γαλλικής λογοτεχνίας και ποίησης του Μεσαίωνα, μιλούσε έξι ή επτά ξένες γλώσσες μεταξύ των οποίων Αρχαία Ελληνικά, Λατινικά, Γαλλικά, Γερμανικά και Ολλανδικά και επίσης μπορούσε να διαβάζει Σανσκριτικά. Έλεγε μάλιστα χαρακτηριστικά στις παρέες του : «Κάνε μου μια ερώτηση στα Λατινικά και θα σου απαντήσω στα Αρχαία Ελληνικά».
Οι σημαντικότερες όμως συνεισφορές του στη φυσική ήταν η γνωστή στους επαΐοντες «Προσέγγιση Μπορν-Οπενχάιμερ» που διατύπωσε το 1927 σε συνεργασία με τον δάσκαλό του νομπελίστα Γερμανό φυσικό Μαξ Μπορν και το άρθρο του «Περί της Συνεχούς Βαρυτικής Συστολής» το οποίο συνέγραψε το 1939 με τον μαθητή και συνεργάτη του Χάρτλαντ Σνάιντερ και το οποίο αναφέρεται στις μαύρες τρύπες είκοσι οκτώ χρόνια πριν καθιερωθεί ο όρος από τον Τζον Γουίλερ.
Όμως, το να κερδίσει κανείς ένα Νόμπελ, όπως πολλά πράγματα στη ζωή είναι ζήτημα αφοσίωσης, στρατηγικής, ικανότητας, σωστού συγχρονισμού, και ασφαλώς τύχης. Από τον Οπενχάιμερ έλειπε η απαραίτητη αφοσίωση και επιμονή. Δεν είχε αυτό που, κατά τον νομπελίστα φυσικό Μάρρεϋ Γκελ-Μαν, λένε οι Γερμανοί «καθισμένη σάρκα» δηλαδή το να κάθεσαι στην καρέκλα και να κάνεις μακροσκελείς και σύνθετους υπολογισμούς. Δεν είχε όμως και τη σωστή στρατηγική, γιατί τελικά συνέδεσε τόσο έντονα το όνομά του με ένα όπλο που ξεχάστηκαν όλες οι άλλες συνεισφορές του στην επιστήμη.
Όμως και ο συγχρονισμός του ήταν λάθος. Παρόλο που ο Οπενχάιμερ έγραψε ή συνέγραψε πολλά επιστημονικά άρθρα, κανένα τους δεν ήταν τόσο σημαντικό ώστε να επιδράσει καθοριστικά στην ανάπτυξη της κβαντομηχανικής. Άλλωστε, ο Οπενχάιμερ, την δεκαετία του ’20, είχε να ανταγωνιστεί επιστημονικά διανοητικούς γίγαντες όπως ο Μπορ, ο Χάιζενμπεργκ (με τη Μηχανική των Μητρών και την Αρχή της Απροσδιοριστίας), ο Πάουλι (με την Απαγορευτική του Αρχή, τη μαθηματική ανάλυση του spin του ηλεκτρονίου και την Υπόθεση Νετρίνο), ο Ντιράκ (με τα αντισωματίδιά του), ο Μπορν (με τη στατιστική ερμηνεία της κυματοσυνάρτησης) κ.ά. μπροστά στους οποίους ίσως να ένοιωθε και λίγο μειονεκτικά. Και όταν τελείωσε και η δουλειά του στο Σχέδιο Μανχάταν, το 1945, ο Όπι ήταν ήδη σαράντα ενός χρονών, πολύ μεγάλος για να κάνει επαναστατικές ανακαλύψεις αν σκεφτούμε ότι σ’ αυτές τις επιστημονικές περιοχές, οι μεγάλες επινοήσεις έγιναν από ανθρώπους μικρότερους των τριάντα ετών, μερικές φορές και κάτω από τα είκοσι πέντε.
Όταν λοιπόν ο Οπενχάιμερ έγινε διευθυντής του I.A.S. το 1946 ήταν ήδη επιστημονικά «τελειωμένος». Άλλωστε μέχρι το θάνατό του δεν είχε καμία ουσιαστική επιστημονική συνεισφορά.
Ο Οπενχάιμερ δεν είχε την υπομονή να ασχοληθεί σε οποιοδήποτε συγκεκριμένο πρόβλημα. Άνοιγε όμως τους δρόμους τους οποίους ακολουθούσαν οι άλλοι και έκαναν σημαντικότατες ανακαλύψεις.
Αναφορές :
- Η κινηματογραφική ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν : “Oppenheimer”.
- «Ο θρίαμβος και η τραγωδία του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ». Kai Bird & Martin J. Sherwin. Εκδόσεις : Τραυλός (2008).
- «Ποιος πήρε την καρέκλα του Αϊνστάιν ;». Εκκεντρικοί και μεγαλοφυείς του ινστιτούτου προχωρημένων σπουδών του Πρίνστον. Ed Regis. Εκδόσεις : Τροχαλία (1995).
- «Από χίλιους ήλιους φωτεινότερο». Το πεπρωμένο των ατομικών ερευνητών. Robert Jungk. Εκδόσεις : Μαρία Μαλαγαρδή (1970).
