Άγρια Βροχή Θα Πέσει

CatalogueItem.0177906

 

Ω πού ήσουνα, γαλανομάτη γιε μου, μοσχαναθρεμμένε;
Ω πού ήσουνα, μικρέ μου γιε αγαπημένε;
Σκαρφάλωσα σε δώδεκα βουνών μ” ομίχλη τις πλαγιές
Βάδισα και σύρθηκα σ” έξι άγριες δημοσιές
Βρέθηκα χαμένος σ” εφτά δάση θλιβερά
Και σε δώδεκα ωκεανών ξανοίχτηκα τα μαύρα τα νερά
Κι έκανα δέκα χιλιάδες μίλια γυρνώντας σ” ένα κοιμητήρι
Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια
Ω, μια άγρια, σου λέω μια άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει

Ω, και τι είδες, γαλανομάτη γιε μου, μοσχαναθρεμμένε;
Ω, και τι είδες, μικρέ μου γιε αγαπημένε;
Είδα ένα νεογέννητο παιδί, κι ολόγυρά του λύκοι άγριοι πολλοί
Είδα μια δημοσιά ν” αστράφτει από διαμάντια
Και πάνω της ούτε ψυχή
Είδα αίμα να στάζει από ένα κατάμαυρο κλαδί
Είδα μια κάμαρα με άντρες που ματωμένα κρατούσανε σφυριά
Είδα μια σκάλα άσπρη να “χει πνιγεί μες στα νερά
Δέκα χιλιάδες είδα ομιλητές κι είχαν γλώσσες ραγισμένες
Είδα σε χέρια μικρών παιδιών σπαθιά και όπλα
Και σημαίες πυρπολημένες
Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια
Ω, μια άγρια, σου λέω μια άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει

Και τι άκουσες, γαλανομάτη γιε μου, μοσχαναθρεμμένε;
Ω, και τι άκουσες, μικρέ μου γιε αγαπημένε;
Άκουσα τον κεραυνό να πέφτει, και πριν μια τρομερή βροντή
Άκουσα ένα κύμα να βρυχάται, να θέλει να πνίξει όλη τη γη
Άκουσα εκατό τυμπανιστές τα τύμπανα να χτυπάνε δυνατά
Άκουσα Χίλιους να ψιθυρίζουν και κανείς να μην ακούει προσεκτικά
Άκουσα έναν της πείνας να πεθαίνει και πολλούς να γελάνε βροντερά
Άκουσα το τραγούδι ενός ποιητή που πέθανε
Σαν το σκυλί στ” αμπέλι
Άκουσα έναν παλιάτσο σε μιαν αλέα να κλαίει
Και κανείς να μην τον
Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια
Ω, μια άγρια, σου λέω μια άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει

Και ποιον συνάντησες, γαλανομάτη γιε μου, μοσχαναθρεμμένε;
Ω, ποιον συνάντησες, μικρέ μου γιε αγαπημένε;
Συνάντησα ένα παιδί μικρό πλάι σ” ένα άλογο νεκρό
Συνάντησα έναν σκύλο μαύρο μ” έναν άνθρωπο λευκό
Μια νέα γυναίκα συνάντησα που το κορμί της ήταν καυτό
Συνάντησα μια κοπέλα που μου δώρισε ένα ουράνιο τόξο γελαστό
Συνάντησα έναν άντρα που ο έρωτας τον είχε λαβώσει
Συνάντησα κι άλλον ένα που το μίσος τον είχε ματώσει
Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια
Ω, μια άγρια, σου λέω μια άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει

Ω, και τι θα κάνεις τώρα, γαλανομάτη γιε μου, μοσχαναθρεμμένε;
Ω, τι θα κάνεις τώρα, μικρέ μου γιε αγαπημένε;
Θα βγω απ” τη δημοσιά προτού πλακώσει η βροχή
Θα χαθώ σε δάση σκοτεινά
Κει που τα χέρια όλων είναι αδειανά
Κει που το σπίτι στην κοιλάδα γίνεται λερή και βάναυση φυλακή
Κει που το δηλητήριο μανιάζει σ” όλα τα νερά
Κει που του δήμιου το πρόσωπο είναι καλά κρυμμένο
Και που είναι λησμονημένη η ψυχή και το παιδί
Πεθαίνει από την πείνα, το καημένο
Κει που κάθε αριθμός είν” το μηδέν, και μαύρο το κάθε χρώμα
Και θα το πω και θα το δω και θα το ανασάνω ακόμα
Και θα το ζωγραφίσω στο ψηλό βουνό για να το δούνε όλοι
Και θα πάω στον ωκεανό και θα πνιγώ πολύ μακριά απ” την πόλη
Αλλά θα ξέρω το τραγούδι πολύ προτού αρχίσει
Το στόμα μου βραχνά για να το τραγουδήσει
Και μια άγρια, ναι, μια άγρια, μια άγρια
Ω, μια άγρια, σου λέω μια άγρια, μια άγρια βροχή θα πέσει

 

Α Hard Rain’s A-Gonna Fall
[Άγρια Βροχή Θα Πέσει]

Μετάφραση: Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης

BOB DYLAN ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 1962-2001 Α’ΤΟΜΟΣ, IANOS, 2006
Όπως θα έλεγε και ο Ουίλιαμ Μπάροουζ: «Ο Μπομπ είναι ένας άνθρωπος που πήγε αποστολή στην κόλαση και γύρισε σώος για να μας πει τι είδε εκεί». Αυτά που «είδε εκεί» ο Ντύλαν μπόρεσε να τα κάνει συναρπαστικά αφηγηματικά τραγούδια, να τα βάλει σε στίχους που άλλοτε θυμίζουν ατόφια μπλουζ, άλλοτε απόλυτη ποίηση, και άλλοτε ταινίες μικρού μήκους σκηνοθετημένες από τον Όρσον Ουέλλες και τον Μπέλα Ταρ από κοινού. Ξέροντας ότι είναι τραγούδια, επιχείρησα να τα αποδώσω μένοντας πιστός στο πνεύμα του Ντύλαν, χρησιμοποιώντας ρυθμούς, που παραπέμπουν στους δικούς του, αντλώντας συνάμα από τον πλούτο της ελληνικής ποίησης και στιχουργικής. Έπαιξα με τις ομοιοκαταληξίες, κάτι που ενίοτε είχε πολύ να κάνει με σκακιστικό πρόβλημα, ναι, κάτι που προκαλούσε πονοκεφάλους αλλά -τι ωραία!- αχνόφεγγε μετά, στο τέλος, ένα χαμόγελο ικανοποίησης, όχι τόσο στα χείλη μου όσο στο βλέμμα μου. Υπήρξαν και μερικές στιγμές που ένα βροντερό γέλιο ξεσπούσε εντός μου και αντηχούσε, το επόμενο δευτερόλεπτο, σε όλη τη γειτονιά κάνοντας τους γείτονες να σαστίσουν.
Γιώργος Ίκαρος Μπαμπασάκης (μετάφραση – επίμετρο)

Top