Στο χωριό μου πάμε σχεδόν κάθε μήνα. Έτσι μια φθινοπωρινή ημέρα, Σάββατο 21 Οκτωβρίου, πήγαμε στο χωριό. Εκεί ζει η οικογένεια της μαμάς μου και του μπαμπά μου. Στο χωριό όλοι έχουν κατοικίδια, γιατί εκεί είναι καλύτερα αφού υπάρχουν αυλές.
Το Σάββατο ήμασταν στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού μου και τρώγαμε μεσημεριανό. Μετά από λίγο άρχισε να βρέχει και όσο περνούσε η ώρα η βροχή δυνάμωνε, ώσπου έπιασε μια δυνατή μπόρα. Στην πλατεία, που την βλέπαμε από το σπίτι, η στάθμη του νερού είχε αρχίσει να ανεβαίνει όλο και περισσότερο. Εμείς είχαμε κατατρομάξει που βλέπαμε πρώτη φορά τέτοιο συμβάν. Αμέσως κατέβηκα και πήρα στην αγκαλιά μου το σκυλάκι και το γατάκι για να μην τρομάξουν από την βροχή. Ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν η θεία που μένει ακριβώς δίπλα από το σπίτι μας. Μας είπε ότι πλημμύρισε το σπίτι της και εμείς τρέξαμε να την βοηθήσουμε. Όταν πήγαμε στο σπίτι της είδα κάτι που πρώτη φορά αντίκρυζα. Παντού νερά και λασπόνερα! Όλοι μας προσπαθούσαμε να καθαρίσουμε το χώρο από τα λασπόνερα, όμως τα περισσότερα έπιπλα είχαν καταστραφεί. Πολλά ακόμα σπίτια στο χωριό είχαν πλημμυρίσει και εμείς τα παιδιά τρέξαμε στην πλατεία όπου κι εκεί υπήρχαν νερά. Μετά από λίγο ήρθε η πυροσβεστική για να βοηθήσει άλλους ανθρώπους που είχαν εγκλωβιστεί στα σπίτια τους που είχαν πλημμυρίσει.
Το βράδυ το είδαμε στις ειδήσεις, όπου διαπιστώσαμε ότι είχε συμβεί το ίδιο και σε άλλα χωριά και πως οι ζημιές ήταν μεγάλες.
Στενοχωρήθηκα πολύ με την εικόνα που είδα πρώτη φορά… οι άνθρωποι να χάνουν την περιουσία τους και τους κόπους τους. Ελπίζω να μην ξαναγίνει σε καμία πόλη ή χωριό της Ελλάδας τέτοιου είδους καταστροφή.
Αγγελική Κούτμου, Ε Τάξη, 12ο Δ.Σ.