
Ο δρυοκολάπτης, γνωστός στην Ελλάδα με την ονομασία τρυποκάρυδος είναι πτηνό αναρριχητικό της οικογένειας των δρυοκολαπτών που αριθμεί περισσότερα από 200 είδη, τα οποία ζουν σε δασώδεις περιοχές σχεδόν όλου του κόσμου, εκτός από τη Μαγαδασκάρη και την Αυστραλία. Τα είδη είναι πολλά αλλά πολλά από αυτά κινδυνεύουν προς εξαφάνιση. Ένα από τα κύρια είδη που κινδυνεύουν στην Ελλάδα είναι ο μεσαίος δρυοκολάπτης. Από τα σημαντικότερα μέλη αναφέρονται τα γένη Picus και Dendrocopus, στα όποια ανήκουν οι γνήσιοι δρυοκολάπτες.
Διακρίνονται για ορισμένες συνήθειες και ανατομικές ιδιαιτερότητές τους. Τα δύο εξωτερικά δάκτυλα των ποδιών τους είναι γυρισμένα προς τα πίσω και τα εσωτερικά προς τα μπρος, ώστε να γαντζώνονται με ευκολία στα κλαδιά και στις αυλακώσεις των δένδρων. Το μήκος του σώματός του είναι 9 – 55 εκατ. και έχει χρώμα ασπρόμαυρο και λίγο πρασινωπό.Έχει μακρύ λαιμό, μεγάλο κεφάλι και ράμφος αρκετά μακρύ και ισχυρό, για να μπορεί να βρίσκει εύκολα την τροφή του στις φλούδες των δέντρων ή στα ξύλα όπου ανοίγει τρύπες. Τρέφεται με έντομα, προνύμφες και σκουλήκια που βρίσκει μέσα στην ξερή λάσπη.Στη λάσπη επίσης κατασκευάζει και τη φωλιά του. Όλοι οι άλλοι φτιάχνουν τη φωλιά τους στις κουφάλες των δέντρων ή ανοίγουν τρύπες στους κορμούς των δέντρων, σε χοντρούς πασσάλους και σε τηλεφωνικούς στύλους. Το θηλυκό γεννά μέχρι τρεις φορές το χρόνο από 5 – 8 αβγά την κάθε φορά και τα κλωσά 16 ημέρες.
Γνωστά είδη τρυποκάρυδων:
ο Πευκοδρυοκολάπτης
ο Μεσαίος δρυοκολάπτης
ο Βαλκανικός Δρυοκολάπτης