Συνέντευξη στην Ευδοκία Αϊβαζίδου
Στους καιρούς που διανύουμε, η προσφορά των υγειονομικών υπαλλήλων στην αντιμετώπιση του ιού κρίθηκε σθεναρή και αξιέπαινη από αμφότερες πλευρές. Νοσηλευτές, γιατροί και διασώστες, στην πρώτη γραμμή μάχης, κλήθηκαν να ανταγωνιστούν, με τα μέσα που τους διατέθηκαν, την πανδημία και να αποδώσουν όσο το δυνατόν καλύτερα για το συλλογικό συμφέρον.
Καλεσμένη στο περιοδικό μας, είναι η κα Ελισάβετ Αθανασιάδου, Διευθύντρια της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης «Άγιος Παύλος», η οποία και μας παραχώρησε την ακόλουθα συνέντευξη. Ως διευθύντρια της νοσηλευτικής υπηρεσίας, η κ. Αθανασιάδου είχε την δικαιοδοσία να τοποθετήσει τους νοσηλευτές στην πρώτη γραμμή μάχης, στις κλινικές COVID που δημιουργήθηκαν.
Ως Διευθύνουσα της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας Νοσοκομείου, που διετέλεσε και κλινική COVID-19, ποιο θεωρείτε ότι ήταν το μεγαλύτερο εμπόδιο που κληθήκατε να αντιμετωπίσετε;
Καταρχήν, το μεγαλύτερο εμπόδιο που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε ήταν η ίδια η πανδημία, διότι ήταν κάτι καινούργιο, κάτι πρωτόγνωρο και όλοι μας προχωρούσαμε σε αχαρτογράφητα νερά. Η επιστημονική κοινότητα δεν είχε τα κατάλληλα μέσα για να αντιμετωπίσει την κατάσταση, δηλαδή, δεν ήταν ξεκαθαρισμένα ούτε τα απαραίτητα πρωτόκολλα, ούτε η φαρμακευτική αγωγή την οποία έπρεπε να χορηγήσουμε. Εμείς, όμως, ως Νοσηλευτική Υπηρεσία, κληθήκαμε να μετατρέψουμε το νοσοκομείο και να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να διασφαλίσουμε την υγεία των υγειονομικών υπαλλήλων, πρώτα από όλα, για να μην έχουμε την λοίμωξη από τον ιό και, φυσικά, να δούμε και το κομμάτι τον ασθενών, να νοσηλεύσουμε, δηλαδή, με ασφάλεια τους αρρώστους. Η αγωνία, το άγχος ήταν αυτά που επικρατούσαν στην αρχή, αλλά δεν πτοηθήκαμε, μας κέρδισε η διάθεση να προχωρήσουμε και να πετύχουμε τον στόχο μας. Σήμερα, μετά από δύο χρόνια πανδημίας, μπορώ να πω ότι δεν πετύχαμε απλώς τον σκοπό μας αλλά κάναμε το καλύτερο δυνατόν για να πετύχουμε την σωστή διαχείρισης της πανδημίας.
Ποιες πτυχές του υγειονομικού συστήματος, αλλά και της ίδιας της ψυχολογίας των υγειονομικών, ανέδειξε αυτή η συγκυρία;
Όπως είπαμε και προηγουμένως, αυτό που κυριάρχησε ήταν ο φόβος όλων μας είτε ήμασταν υγειονομικοί, είτε απλοί πολίτες. Το άγνωστο. Πού ακριβώς βαδίζουμε! Σαφώς και επηρεάστηκε η ψυχολογία των υγειονομικών, όπως άλλωστε και όλων των πολιτών. Τα απανωτά lockdown, οι καθημερινές ειδήσεις για την εξέλιξη της πανδημίας, οι ανακοινώσεις των θανάτων -είτε του άμεσου περιβάλλοντος μας είτε του έμμεσου- λειτούργησαν αγχωτικά για όλους μας. Όσο περνούσε ο χρόνος, σιγά σιγά, και με τα νέα φάρμακα και με τον εμβολιασμό, υποχωρούσε ο φόβος, και σταδιακά άρχιζε η αισιοδοξία, να φαίνεται φως στο τούνελ.
Πιστεύετε ότι η γενική σύγχυση λειτούργησε αποκαρδιωτικά ή παραγωγικά για τους συναδέλφους σας;
Πιστεύω ότι ήμασταν παραγωγικοί, ήμασταν ομαδικοί και δουλέψαμε πάνω από όλα συλλογικά Σίγουρα έγιναν λάθη αλλά η διάθεση του νοσηλευτικού προσωπικού ήταν υπαρκτή. Ιδίως την 2η φορά που έγινε το νοσοκομείο μας κλινική COVID-19, λόγω της εμπειρίας μας, μπορέσαμε να διορθώσουμε πολλά παραστρατήματα και να προσφέρουμε το καλύτερο. Είμαι πολύ περήφανη που ηγούμαι αυτής της προσπάθειας.
Κατά την διάρκεια της πανδημίας, η Πολιτεία επικροτούσε την προσφορά των υγειονομικών για τον αγώνα τους κατά της νόσου. Θεωρείτε, λοιπόν, ότι, μακροπρόθεσμα, έχουν υπάρξει αλλαγές στην στάση της κοινωνίας απέναντι στους υγειονομικούς;
Θα συμφωνήσω, η Πολιτεία προσπάθησε να ανταμείψει τους υγειονομικούς και να τους επιβραβεύσει για τον αγώνα τους. Αδιαμφισβήτητα, υπάρχουν θετικά δείγματα από την πλευρά της Πολιτείας και ευελπιστούμε ότι στο μέλλον θα συνεχιστούν αυτές οι παροχές τόσο για την βελτίωση όσο και για την ανάδειξη του επαγγέλματος του νοσηλευτή. Φυσικά, η στάση των πολιτών απέναντι μας άλλαξε, ακριβώς επειδή προβλήθηκε η δουλειά μας και η προσπάθεια που καταβάλλουμε. Θεωρώ ότι η νοσηλευτική αποτελεί ένα επάγγελμα-λειτούργημα. Εννοείται πώς αμειβόμαστε για τις υπηρεσίες μας, οπότε δεν είναι αμιγώς λειτούργημα αλλά δεν παύει να αποτελεί μια δύσκολη απασχόληση. Ο ασθενής «βγάζει» την αγωνία και έχεις να διαχειριστείς αφενός την ασθένεια του, αφετέρου την ψυχολογία του, και αυτό είναι που καθιστά το επάγγελμα μας ψυχοφθόρο, αλλά ταυτόχρονα τόσο ενδιαφέρον.
Και τέλος, ως σχολική εφημερίδα, με αναγνώστες και μαθητές που επιδιώκουν να σταδιοδρομήσουν στον τομέα σας, ποιο πιστεύετε είναι το πιο σημαντικό στοιχείο που εξασφαλίζει την πετυχημένη πορεία τους; Οι γνώσεις, η εμπειρία, ή η δυνατότητα διαχείρισης δύσκολων καταστάσεων; Ή κάτι άλλο;
Θεωρώ πως είναι ο σωστός συνδυασμός της γνώσης και της εμπειρίας. Όπως στην ιατρική, αλλά και σε όλα τα επαγγέλματα, έτσι και στην νοσηλευτική πρέπει να ενημερωνόμαστε για τα καινούργια δεδομένα και φυσικά την εξέλιξη της επιστήμης. Την γνώση την αποκτάς από το πανεπιστήμιο, την εμπειρία όμως την κερδίζεις από τον εργασιακό χώρο. Αν γίνει σωστός συνδυασμός αυτών των δύο στοιχείων, θα έχουμε το μέγιστο αποτέλεσμα και, θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε επιτυχώς και με ευχέρεια, όχι μόνο την πανδημία αλλά όλες τις δύσκολες καταστάσεις και κρίσεις, όπως π.χ. τις φυσικές καταστροφές ή κάποιο μαζικό ατύχημα.
Σας ευχαριστούμε πολύ
Κι εγώ ευχαριστώ.
Το αφιέρωμα μας στους Nοσηλευτές συμπληρώνει η μαρτυρία της κας Αναστασίας Χαμαλίδου -την οποία ευχαριστούμε θερμά. Η κα Χαμαλίδου κλήθηκε να αναλάβει την 4η Kλινική COVID για το δίμηνο Απριλίου- Μαΐου 2021, έχοντας προϋπηρεσία 35 ετών. Η κ. Χαμαλίδου είναι τέως αναπληρώτρια προϊσταμένη της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και νυν υπεύθυνη της ρευματολογικής κλινικής του ΓΝΘ «Άγιος Παύλος».
Η κ. Χαμαλίδου αναφέρει:
Το ΓΝΘ «Άγιος Παύλος» στις 9/11/20, έπειτα από απόφαση της διοίκησης, έγινε αποκλειστικά για ασθενείς που διαγνώστηκαν με τον ιό SARS-CoV-2 και έχρηζαν νοσηλείας. Έτσι, μέσα σε 4 μέρες, ένα νοσοκομείο με 6 ανεξάρτητες και αυτόνομες κλινικές μετατράπηκε σε νοσοκομείο μιας νόσου. Γραφεία, κρεβάτια, καρότσια νοσηλείας και ιατρικοτεχνολογικός εξοπλισμός άλλαξαν θέση, ενώ γιατροί και νοσηλευτές, ξεχωριστών ειδικοτήτων, συγκεντρώθηκαν και επάνδρωσαν τις τέσσερις κλινικές COVID. Το νοσοκομείο είχε γίνει, πλέον, αγνώριστο αλλά έτοιμο να αντιμετωπίσει κάτι πρωτόγνωρο, μια πανδημία για την οποία όλοι είχαμε μηδαμινές γνώσεις. Συμβουλευόμασταν, λοιπόν, οδηγίες κυρίως από την διεθνή βιβλιογραφία και ιδίως από χώρες όπως η Ιταλία, προκειμένου να αντιληφθούμε καλύτερα την λοίμωξη.
Χωροταξικά οι Κλινικές δημιουργήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχει καμία επαφή μεταξύ των νοσούντων και των νοσηλευτών COVID με το υπόλοιπο υγειές προσωπικό. Ό,τι έμπαινε στις κλινικές –χαρτιά, φάρμακα, εξοπλισμός- δεν έβγαινε στο ασφαλές περιβάλλον χωρίς να έχουν πρώτα ελεγχθεί και απολυμανθεί.
Μάθαμε από τους υπεύθυνους των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων να ντυνόμαστε με μια συγκεκριμένη ενδυμασία που κάλυπτε όλα τα μέρη του σώματός μας, ο οποίος και μας επέτρεπε την πρόσβαση στις κλινικές COVID. Με την ειδική αυτή στολή, έπρεπε αλλά και μπορούσαμε να δουλέψουμε έως 3-4 ώρες, καθώς η αεροστεγής κατασκευή της, μας έκανε να ιδρώνουμε διαρκώς. Μέσα σε αυτήν την στολή, καλούμασταν να θεραπεύσουμε τους ασθενείς αλλά και να διαχειριστούμε τον φόβο και την ανησυχία τους.
Το άγχος μας, να μην κολλήσουμε και μεταδώσουμε τον ιό στα αγαπημένα μας πρόσωπα, ήταν υπαρκτό και μας διέτρεχε σε κάθε μας βήμα. Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις νοσηλευτών και γιατρών οι οποίοι έμεναν σε ξεχωριστές κατοικίες από την οικογένεια τους για εκείνο το διάστημα. Ήταν σίγουρα μια ξεχωριστή και προσωπικά αξέχαστη εμπειρία, η οποία όμως ευελπιστώ να μην επαναληφθεί…»