Προχθές μπήκα στο δωμάτιό μου

του Γιάννη Οπλασένη

Προχθές μπήκα, όπως το συνηθίζω, στο δωμάτιό μου,

μα η όψη του δεν μοιάζει με την εικόνα που είχα στο νου μου.

Οι βαμμένοι λευκοί τοίχοι, το ταβάνι δε φωτίζουν την κάμαρα·

Επιτρέπουν σε κάθε αντικείμενο να χαράξει απότομες σκιές πάνω τους, να με τρομάξει η ένταση.

 

Οι γλάστρες, πλάι από το παράθυρο, δεν δίνουν ζωή στο χώρο,

δεν αποτελούν μία ασχολία για να διοχετεύω την ανάγκη για παροχή φροντίδας·

Συνωμοτούν μεταξύ τους να καταναλώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο οξυγόνο,

να ανθίσουν εις βάρος μου, παρατηρώντας με να ασφυκτιώ.

 

Η κουρτίνα, μπροστά από τη μπαλκονόπορτα, δε με προστατεύει από την αναστάτωση

που θα επιφέρει το πιθανό αντίκρισμα κάποιας πρωτοφανούς μορφής·

Στέκεται εμπόδιο, κρύβοντας όσα έχει ο κόσμος να προσφέρει,

απαγορεύοντας στις ηλιαχτίδες να φτάσουν στο ωχρό πρόσωπό μου.

 

Το βαρύ, πολύχρωμο χαλί δεν ζεσταίνει την ατμόσφαιρα,

δε με προφυλάσσει από το κρύο·

Καλύπτει κιλά σκονισμένων συνειδήσεων που προκαλούν άπνοια,

αποσπώντας με από τον ύπνο.

 

Οι βιβλιοθήκες, γεμάτες τυπωμένες με μελάνι σελίδες,

δεν δείχνουν την πνευματική μου καλλιέργεια·

Καμπουριάζουν από την βάρος της γνώσης,

αγκομαχούν ζητώντας τον οίκτο μου, όποτε προσπαθώ να γαληνέψω.

 

Τα κρεμασμένα στους τοίχους κάδρα, γεμισμένα με ζωγραφιές,

δεν δίνουν μία προσωπική νότα στο χώρο·

Παραμονεύουν στο προσκέφαλό μου,

κρίνουν κάθε κίνηση όταν αυτή δεν συμβαδίζει με τα πεπραγμένα του δημιουργού τους.

 

Ο πελώριος καθρέφτης δεν επεκτείνει την κάμαρα,

δεν της προσφέρει ευρύχωρη όψη·

Παρατηρεί την αντανάκλασή μου,

υπενθύμιση του ποιος πραγματικά είμαι.

 

Προχθές μπήκα στο δωμάτιό μου, έκλεισα την πόρτα και τώρα δεν μπορώ να την ανοίξω.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης