Ξανά και ξανά και ξανά

της Μαρίλιας Παρασκευοπούλου

Φτάνω σπίτι, ανοίγω την πόρτα. Είναι 4 το μεσημέρι. Βγάζω την τσάντα έξω και πάω στο μπάνιο και κοιτάω στον καθρέφτη. Κάθε μέρα είμαι και όλο πιο χλωμή, τα χείλη μου πιο ξεραμένα. Ανοίγω τη βρύση με καυτό νερό και αρχίζω να πλένομαι. Μία, δύο, τρεις, τέσσερις… έχασα το μέτρημα. Ξανά και ξανά και ξανά. Μέχρι τους αγκώνες, μέχρι τους ώμους, τα χείλη μου. Βάζω όλη μου την προσοχή μην πεταχτεί καμιά σταγόνα. Μετά από πέντε λεπτά, δέκα λεπτά, είκοσι λεπτά βάζω μια ρόμπα και πιάνω τα μαλλιά μου για να μην ακουμπήσουν το πρόσωπό μου. Κοιτάω στον καθρέφτη. Σαν άρρωστη είμαι. Αυτό που τόσο τρέμω.

     Κρατάω τα χέρια μου στον αέρα, μην ακουμπήσουν πουθενά. Ανοίγω τον υπολογιστή και ψάχνω απαντήσεις στα ερωτήματα που τόσο με βασανίζουν. Τι ήταν αυτό; Για πόσο είναι μεταδοτικό; Πώς πρέπει να απολυμάνω; Περνούν μία, δύο, τρεις ώρες. Πρέπει να διαβάσω αλλά φοβάμαι να αγγίξω την τσάντα μου. Το παίρνω απόφαση και το κάνω. Μετά αρχίζει ο ίδιος κύκλος πάλι. Ξανά και ξανά και ξανά. Μία, δύο, τρεις, τέσσερις φορές. Το δέρμα μου τσούζει, πονάει, αλλά δε με νοιάζει. Πέντε, έξι, εφτά, μπορεί κι οχτώ.

Δε σκέφτομαι τίποτα άλλο, δε με ενδιαφέρει τίποτα στον κόσμο. Υπάρχω μόνο εγώ και το σαπούνι. Ακόμα και όταν ξαπλώνω να ξεκουραστώ, αυτή η σκέψη με κυνηγά, με τρελαίνει. Πρέπει να το ξανακάνω. Ξανά και ξανά και ξανά. Με κουράζει, με κουράζει πολύ, αλλά δεν μπορώ κι αλλιώς. Θα έλεγε κανείς ότι είμαι εθισμένη. Όσες φορές και να το κάνω, δεν ικανοποιούμαι.

Είναι τρελό, τρελό και ασυνήθιστο. Δεν το παίρνει κανείς στα σοβαρά, έχει καταντήσει αστείο. Είναι τόσο έξω από αυτό που έχουν συνηθίσει ως «πρόβλημα», τόσο έξω από αυτό που έχουν συνηθίσει ως «φυσιολογικό». Ποιος καθορίζει το φυσιολογικό; Ποιος το πραγματικό; Υποφέρω από μικρό παιδί. Γιατί κανείς δεν το καταλαβαίνει;

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης