της Ιωάννας Παπαβασιλείου
Με κυριεύει.
Ένα αόρατο μα,
Τόσο επίμονο χέρι
Με καθοδηγεί προς τα ‘κει.
Η φωνή της άρνησης παλεύει αδιάκοπα,
Η αμφιβολία αρχίζει να εξαπλώνεται.
Όλα αυτά τα λόγια απ’ ανθρώπους
Που ισχυρίζονται πως μ’ αγαπούν
Γυρίζουν μες’ το κεφάλι μου.
Σαν τα χρώματα της ζωγραφικής
Όλα διαφορετικά μα με κοινό σκοπό
Κι αν τα αναμείξεις, ένα μουντό καφέ
Και μαύρο χρώμα θα αντικρίσεις.
Έτσι κι η ψυχή μου έχει καταντήσει,
Ένα κουβάρι από μη και δεν, έχει καταλήξει
Γιατί; Εμένα μ’ αρέσει, νιώθω ολοκληρωμένος
Γιατί να τ’ απαρνηθώ; Ποιος ο λόγος;
Τελικά όλα είναι μάταια.
Κάθε δεύτερη σκέψη,
Κάθε αμφιβολία,
Κάθε προσπάθεια των άλλων.
Όλα μάταια.
Γιατί στο τέλος,
Νικητής σ ’αυτή τη μάχη
Είναι αυτό το χέρι,
Που θέλει το καλό μου
Και με καθοδηγεί,
Προς τον δρόμο τον σωστό.
