Τραγούδια για την ξενιτιά

Ανθή Ηλιάδη

Η ξενιτιά είναι ένα θέμα που έχει απασχολήσει πολλές γενιές Ελλήνων. Τα τραγούδια που αναφέρονται σε αυτήν αποτυπώνουν τον πόνο αλλά και τις αντιφάσεις που δημιουργούνται, όταν κάποιος αναγκάζεται να αφήσει την πατρίδα του.  Στους στίχους των τραγουδιών βρίσκονται η νοσταλγία για τον τόπο και τους ανθρώπους που μένουν πίσω αλλά και η δύναμη της ελπίδας για ένα καλύτερο μέλλον, η ανάγκη για μια νέα αρχή σε έναν άγνωστο τόπο. Έντονη, σχεδόν πάντα, είναι η επιθυμία για επιστροφή και επανένωση με την πατρίδα.

 ξ

Θανάσης Δανιηλίδης

">

«Ανάθεμά σε ξενιτιά»

Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη, από τον δίσκο «Νησιώτικα»

«Πονέσανε τα μάτια μου τη θάλασσα να βλέπω,

ωχ κι αμάν, τον ταχυδρόμο να ρωτώ και γράμμα να μην έχω.
Ανάθεμά σε, ξενιτιά, πώς μου “χεις κάψει την καρδιά.
Άη μου Γιώργη, Σκυριανέ, Παναγιά απ” τη …
ωχ κι αμάν, να “βλεπα το πουλάκι και μένα πάλι εκείνο.
Ανάθεμά σε, ξενιτιά, πώς μου “χεις κάψει την καρδιά.»

Το παραδοσιακό αυτό νησιώτικο τραγούδι αναφέρεται τον πόνο που αισθάνονται όσοι έχουν κάποιον ξενιτεμένο. Πιο συγκεκριμένα λέει πως δεν αντέχει να βλέπει καράβια να φεύγουν αλλά και τον ταχυδρόμο που ποτέ δεν φέρνει γράμμα από την ξενιτιά για αυτόν. Στη συνέχεια επικαλείται τα θεία να τον βοηθήσουν για να γυρίσει ο ξενιτεμένος του. Αντικατοπτρίζει την πικρία που προκαλείται όχι μόνο σε αυτούς που έχουν κάποιον συγγενή στα ξένα αλλά και όλης της Ελλάδας που «έχασε» πολλούς ανθρώπους στα ξένα, κυρίως νέους σε ηλικία. Αν τους είχε εδώ θα μπορούσε, ίσως, να ορθοποδήσει.

Ιωσήφ Δεμερτζίδης

">

«Ο Εμιγκρές»

Γιάννης Πουλόπουλος ,1976 σε στίχους Ιατρόπουλου και σύνθεση Κατσαρού, από το album «Τα τραγούδια της ξενιτιάς»

«Κορίτσι που κοιτάς απορημένο
μη ψάχνεις μη μιλάς και μη ρωτάς
η νύχτα κι αν με βρίσκει μεθυσμένο
δεν ξέρεις τον καημό της ξενιτιάς

Δεν έχω το δικαίωμα ν’ αγαπάω
πως δε με γνώρισες ποτέ σου πες
κι άσε με στην μοίρα μου να πάω
εγώ είμαι ένας ξένος ένας εμιγκρές

Κορίτσι μου σ’ αυτή τη πολιτεία
εγώ είμαι ένας εργάτης ταπεινός
κανείς δε θα γυρέψει την αιτία
σαν πέσω στο λιθόστρωτο νεκρός»

Στο τραγούδι αυτό φαίνεται πώς αισθάνεται ένας μετανάστης, που αναγκάστηκε να φύγει σε ξένη χώρα αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Αισθάνεται απόμακρος, νιώθει μοναξιά καθώς έχει χάσει πια αυτά που αγαπούσε. Το νέο του σπίτι δεν είναι σαν το παλιό, δεν κουβαλάει τις ίδιες αναμνήσεις και τα συναισθήματα που βιώνει είναι αυτά της εγκατάλειψης. Λέει πως δεν έχει δικαίωμα ούτε καν  να αγαπήσει, και όταν έρθει η ώρα να πεθάνει δεν θα τον αναζητήσει κανείς. Η μοίρα του εργάτη μετανάστη καθορίζει όλη του τη ζωή.

 ξ1

Τάσος Βινές

">

«Η Φλαμουριά»

Στίχοι  Λουκιανός Κηλαηδόνης,  1992, σε στίχους Wilhelm Muller και σύνθεση Franz Schubert από το album «Αχ πατρίδα μου γλυκιά»

Στη βρύση τη βουνίσια
σιμά είν’ η φλαμουριά,
στον ίσκιο της καθόμουν
να ονειρευτώ συχνά.

 

Εχάραζα στη φλούδα
ονόματα ιερά
και πάντα εκεί γυρνούσα
σε λύπη ή σε χαρά.

 

Μια μέρα ταξιδεύω
σε μέρη μακρινά,
περνώ να χαιρετήσω
στερνά τη φλαμουριά. 

Βουΐζαν τα κλαδιά της
σαν να μου κράζαν:
“Ω, κοντά μου πάντα μείνε,
θα βρεις γαλήνη εδώ”.

 

Μακριά τώρα στα ξένα
δεν έχω την χαρά
που ένοιωθα εκεί πάνω,
κοντά στη φλαμουριά.

 

Στο νου μου πάντα μένει
το ολόχαρο χωριό,
στ’ αυτιά μου ακούω πάντα:
“Θα βρεις γαλήνη εδώ” 

 

Το έντεχνο αυτό τραγούδι επικεντρώνεται στην συναισθηματική αναζήτηση αλλά και την απώλεια. Στα πλαίσια του τραγουδιού, η ξενιτιά δεν αφορά μόνο την πατρίδα αλλά και την εσωτερική απομάκρυνση από τις ρίζες και τις αναμνήσεις. «Η φλαμουριά» λειτουργεί σαν σύμβολο της πατρίδας και των παιδικών χρόνων, κάτι που μένει πίσω, όταν κάποιος αναχωρεί για την ξενιτιά.

Κωνσταντίνος Βασιλειάδης

">

Μιλώ για τα παιδιά μου

Βίκυ Μοσχολιού, 1974, σε στίχους Γ. Σκούρτης και σύνθεση Γ. Μαρκόπουλος από το album  «Μετανάστες»

Μιλώ για τα παιδιά μου και ιδρώνω
έχω ένα χρόνο να τα δω και λιώνω.
Μου γράφει η γιαγιά τους πως ρωτάνε
τα τρένα που `ναι στο σταθμό πού πάνε.

Αδύνατος μου γράφει ο Στελλάκης
έχει ανάγκη θάλασσας ο Τάκης
αρχίζει το σχολείο η Μαρίνα
θέλει να γίνει κάποτε γιατρίνα.

Μιλώ για τα παιδιά μου και ιδρώνω
έχω ένα χρόνο να τα δω και λιώνω.
Αγόρασα λαχείο στ’ όνομά τους
αχ να κερδίσω να σταθώ σιμά τους

Από τους πρώτους κιόλας στίχους φαίνεται ότι το τραγούδι αναφέρεται στον πόνο που προκαλεί η ξενιτιά σε ένα γονιό, που αναγκάστηκε να φύγει στο εξωτερικό ως μετανάστης. Ζει μακριά από τα παιδιά του, τα οποία έχει αφήσει στη γιαγιά τους πίσω στην πατρίδα. Ακούμε την ανησυχία του γονιού για τις ανάγκες των παιδιών από το γράμμα που έχει στείλει η γιαγιά. Η μητέρα με πολλούς τρόπους προσπαθεί να αποκτήσει χρήματα για να επιστρέψει στην πατρίδα και κυρίως στα παιδιά της. Όμως και τα παιδιά, παρατηρώντας τα τρένα στο σταθμό (το συνηθισμένο μέσο μεταφοράς για τους μετανάστες) ρωτούν πού πάνε, εκφράζοντας τη θλίψη για την απουσία των γονιών τους.

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης