Οχι, οι ωκεανοί δεν είναι απέραντοι

Δελφίνια να σφυρίζουν

Ναι, πιστεύαμε πως οι ωκεανοί ήταν απέραντοι
γεμάτοι φάλαινες, φίδια και γοργόνες,
στοιχειωμένοι από δαίμονες και γεμάτοι γλυκές φωνές
για να μας δελεάζουν στην άλλη άκρη του κόσμου,

ήμασταν κατακτητές, πειρατές, εξερευνητές, αγύρτες
πολεμοχαρείς, κουρσάροι, οργώναμε
το αυλάκι του κύματος, φτιάχναμε χάρτες
που οδηγούσαν κι άλλους στη συγκομιδή της θάλασσας

και κάποιες φορές πιστεύαμε πως ακούγαμε δελφίνια να σφυρίζουν,
μέσα από σκούρα σαν κρασί νερά ακούγαμε δελφίνια να σφυρίζουν.

Ήμασταν αεικίνητοι και οι ωκεανοί απέραντοι,
πλούσιοι σε γάδο και ρέγγα με ασημένια λέπια
τόσο φορτωμένοι σαρδέλα που γεμίζαμε τους κουβάδες μας
και ρίχναμε τ’ απομεινάρια να σαπίσουν στα χωράφια,

ήμασταν ναυτικοί, ψαράδες Ισλανδοί, κατακτητές της Νέας Γης
τυχοδιώκτες, κουρσάροι, οργώναμε
το αυλάκι του κύματος και κερδίζαμε τη σοδειά μας
ρίχνοντας  αχόρταγα τα δίχτυα  στ’ ανοιχτά νερά,
και κάποιες φορές πιστεύαμε πως ακούγαμε δελφίνια να σφυρίζουν,
μέσα από τα γαλαζοπράσινα βάθη ακούγαμε δελφίνια να σφυρίζουν.

Η λεία ήταν καλή και οι ωκεανοί απέραντοι
έτσι τους  τρέφαμε με λύματα και χημικά των ποταμών
τους ψαρεύαμε στα ζευγαρώματα , χτενίζαμε τον βυθό για
μαργαριτάρια
και ψάχναμε στα βαθιά εκεί που παίζει η σπερμοφάλαινα ,

ήμασταν έμποροι της γκρίζας άμβρας,  ιχθυοκαλλιεργητές,
ληστές των νερών του γάδου
φθορείς κοραλλιών, δηλητηριαστές υφάλων, οργώναμε
το αυλάκι του κύματος και αδράχναμε τη σοδειά μας
αν και για να τη βρούμε έπρεπε να τραβήξουμε μακριά

γιατί τα ψάρια ήταν πια μικρά  κι οι φάλαινες άφαντες,
το κοράλλι ήταν γκρίζο και οι θάλασσες του γάδου έρημες
άνθισαν τα φύκια και οι σαρδέλες εξαφανίστηκαν
ενώ το παρατηρητήριο του ακτοφύλακα πουλήθηκε για σαλέ,

και τα δελφίνια φώναζαν το ένα τ’ άλλο με τ’ όνομα του
μέσα από τα σκοτεινά διαστήματα του νερού
όπως οι μητέρες φωνάζουν τα παιδιά τους το σούρουπο
και αγωνιούν για μια απάντηση.

Ήμασταν κατακτητές, πειρατές, εξερευνητές, αγύρτες
πολεμοχαρείς, κουρσάροι, οργώναμε
το αυλάκι του κύματος, σχεδιάζαμε χάρτες
για να οδηγούν  κι άλλους στη συγκομιδή της θάλασσας

και πιστεύαμε πως οι ωκεανοί ήταν απέραντοι
και πιστεύαμε πως μπορούμε ν’ ακούμε δελφίνια να σφυρίζουν.

 Helen Dunmore   (Αγγλία) (μτφ. Πόλυ Μαμακάκη)

Το ποίημα «Δελφίνια να σφυρίζουν» σκιαγραφεί την απληστία του ανθρώπου να «καταβροχθίσει» τη θάλασσα, ως μια αχόρταγη ομάδα κατακτητών, αγυρτών, κουρσάρων. Αλλά οι ωκεανοί δεν είναι απέραντοι!

Σύμφωνα με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF, το κλίμα που έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία χρόνια, καθώς και μια σειρά από ανθρώπινες δραστηριότητες, απειλούν την υγεία της θάλασσας. Στη Μεσόγειο, το 80% των πληθυσμών των ψαριών έχει υπεραλιευθεί και δεν μπορεί πλέον να αναπαραχθεί. Η θάλασσά μας αδειάζει και υπερθερμαίνεται, ενώ η πλαστική ρύπανση κινδυνεύει να μετατρέψει τη Μεσόγειο σε μια τεράστια «πλαστική παγίδα».

Μια πιο ελεύθερη απόδοση του ποιήματος:

Των μαθητριών Ελλης Δεμερτζόγλου, Κατερίνας Καρατζίδου, Θωμαής Κεραμέα (Α4)

Στο βάθος του γαλάζιου ωκεανού, ναυτικοί ονειροπολούσαν την περιπέτεια. Με πανιά ανεμίζοντας στον αέρα. Ταξιδεύαν στους μύθους τους, κύματα χορεύαν γύρω τους. Πίστευαν ότι θα υπήρχαν πράγματα από παραμύθια στην απέραντη γαλήνη του ωκεανού. Όλοι είχαν κίνηση συνεχώς, όμως και οι ωκεανοί ήταν απέραντοι πλούσιοι σε μπακαλιάρο αλλά και ρέγγα με ασημένια λέπια, τόσα πολλά που γέμιζε κουβάδες ολόκληρους και στο τέλος υπήρχαν τ΄απομεινάρια τα οποία σάπιζαν στα χωράφια με τον καιρό. Αυτοί ήταν ναυτικοί, ψαράδες, κουρσάροι, κατακτητές της Νέας Γης που ρίχναν τα δίχτυα ανοιχτά στα νερά καθώς έτσι κερδίζανε και σοδειά. Υπήρχαν και οι φορές που πίστευαν πως άκουγαν δελφίνια να σφυρίζουν μέσα από τα γαλαζοπράσινα βάθη του ωκεανού. Αυτές ήταν και οι πιο ξεχωριστές μέρες καθώς ήταν πολύ σπάνιο να συναντήσεις τα δελφίνια.

Ήταν πανέμορφη εικόνα να τα βλέπουν. Τους ωκεανούς υπέροχους και απέραντους εξερευνούσαν, καθώς και χτένιζαν τον βυθό για μαργαριτάρια καθημερινά. Ψάχνανε στα βαθιά νερά, εκεί που ζει η σπερμοφαλαινα ένα από τα μεγαλύτερα ζώα στον πλανήτη. Οι λαθροθήρες κυνηγούν την γκρίζα άμβρα. Οι έμποροι της γκρίζας άμβρας, αυτοί που ληστεύουν στα νερά, καταστρέφουν τα κοράλια, μολύνουν τον ύφαλο χωρίς να σκεφτούνε πόσο μακριά ή πόσο κοντά να πάνε για να καταστρέψουν όποια ζωή βρουν. Δεν υπάρχει πλέον ζωή στις θάλασσες. Οι φάλαινες εξαφανίστηκαν. Τα κοραλία χάσανε το χρώμα τους, οι θάλασσες του γάδου ερημώσανε, οι σαρδέλες εξαφανίστηκαν και η θάλασσα γέμισε με φύκια. Κάποτε υπήρχε ένας ακτοφύλακας που είχε το παρατηρητήριό του. Τα δελφίνια όπως οι μητέρες, φωνάζουν τα παιδιά τους και περιμένουν με αγωνία την απάντησή τους, φωνάζουν και αυτά το ένα το άλλο όμως υπάρχει μόνο σκοτάδι και αφανισμός.

Των μαθητών Β. Ζαπράνη, Π. Ιωσηφίδη, Λ. Χαριτωνίδη

Στην παλιά μας φαντασία οι ωκεανοί ήταν μαγικοί κόσμοι γεμάτοι μυστήρια και θαύματα. Ήταν ανεξερεύνητοι χώροι, έτσι τους αντιλαμβανόμασταν ως ατέλειωτους ορίζοντες, γεμάτους θαλάσσια πλάσματα και μυθικές φωνές που η φαντασία μας δυσκολευόταν να συλλάβει. Ως κυνηγοί θησαυρών, περιπλανιόμασταν μέσα στα νερά, συγκεντρώνοντας καλάθια γεμάτα ψάρια ενώ ταυτόχρονα ακούγαμε τον μαγικό ψίθυρο των δελφινιών στα σκούρα νερά. Με ασημένια λέπια στις τσέπες μας, ρίχναμε τα υπολείμματα στα χωράφια, με την φαντασίωση πως η θάλασσα ήταν μια ατελείωτη πηγή πλούτου και αγαθών που θα μας τροφοδοτούσε τις ζωές μας με πλούτο και χαρά. Είχαμε την ψευδαίσθηση πως πάντα θα ακούμε τα δελφίνια να σφυρίζουν…

Β.

Την εποχή εκείνη ζούσαμε ως ναυτικοί και ψαράδες στην Ισλανδία προσπαθώντας να εξερευνήσουμε τη νέα γη και να βρούμε την τύχη μας. Ήμασταν κουρσάροι και παλεύαμε καθημερινά με τα κύματα, προσπαθώντας να κερδίσουμε την σοδειά μας και ρίχναμε χωρίς σταματημό τα δίχτυα στα ανοιχτά νερά. Κάποιες φορές νομίζαμε ότι ακούγαμε δελφίνια να κάνουν διάφορους ήχους μέσα από γαλαζοπράσινα νερά. Η λεία ήτανε πλούσια και οι απέραντοι ωκεανοί μας παρείχαν τροφή ενώ εμείς ως ανταπόδοση ρίχναμε λύματα και χημικά. Προσπαθούσαμε να βρούμε ψάρια στα ζευγαρώματα και ψάχναμε μέσα στον βυθό μαργαριτάρια ή την σπερμοφάλαινα. Δικαιολογημένα θα μας χαρακτήριζαν εμπόρους της γκρίζας άμβρας, ιχθυοκαλλιεργητές, ληστές των νερών, καταστροφείς των κοραλλιών και υφάλων. Παρ” όλα αυτά συνεχίζαμε να παίρνουμε τη σοδειά μας από τα απέραντα κύματα και το γαλάζιο της θάλασσας. Είχαμε την ψευδαίσθηση ότι οι ωκεανοί είναι απέραντοι…

Π.

Κάποτε, αναγκαστήκαμε να απομακρυνθούμε, καθώς και τα ψάρια, τα πολλά μικραίνανε και οι φάλαινες, οι μεγάλες έμεναν αόρατες. Το κοράλλι το όμορφο έγινε γκρίζο και οι θάλασσες, οι καθαρές, οι μπλε του γάδου μείνανε ερημιές. Τα φύκια τα πράσινα ανθίσανε, ενώ οι σαρδέλες οι νόστιμες εξαφανίστηκαν. Το παρατηρητήριο του ακτοφύλακα πουλήθηκε για σαλέ. Τα δελφίνια τα γλυκά αντάλλαζαν φωνές μέσα από τα σκοτεινά απέραντα διαστήματα του νερού, παρομοιάζοντας το όπως τις μητέρες που φωνάζουν τα παιδιά τους κατά την διάρκεια του σούρουπου, ανυπομονώντας επίμονα για μια απάντηση. Είμασταν ιστορικά κατακτητές, πειρατές διψασμένοι για θησαυρό. Εξερευνητές γενναίοι της φύσης, της πράσινης, αγύρτες, κουρσάροι, πολεμοχαρείς, δυνατοί, σκληροί. Κατείχαμε το αυλάκι του κύματος, σχεδιάζαμε χάρτες για να οδηγήσουμε άλλους στη συγκομιδή της θάλασσας. Πιστεύαμε πως οι ωκεανοί ήταν ατελείωτοι και πως μπορούσαμε να ακούμε τα δελφίνια να σφυρίζουν.

Λ.

Οχι, οι ωκεανοί δεν είναι απέραντοι!

rypansi

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης