Αφιέρωμα στην ποίηση

Ξέρεις ότι στα βιβλία των Νέων Ελληνικών (ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α΄, Β΄, Γ΄ ΕΠΑΛ) συμπεριλαμβάνονται ποιήματα που έχουν μελοποιηθεί και είναι πασίγνωστα τραγούδια;

Παρακάτω έχουν συγκεντρωθεί ποιήματα που υπάρχουν στα βιβλία των Νέων Ελληνικών και των τριών τάξεων. Μπορείς να τα μελετήσεις. Στη συνέχεια, μπορείς βάσει του τίτλου τους να αναζητήσεις και να ακούσεις το αντίστοιχο τραγούδι!

Δ.ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΣ, Στη συγκέντρωση της Ε.Φ.Ε.Ε  (από 6η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Α΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ.163)

Η πλατεία ήταν γεμάτη

με το νόημα πού ’χει κάτι

απ’ τις φωτιές

στις γωνίες και στους δρόμους

από συντρόφους οικοδόμους,

φοιτητές

Και συ έφεγγες στη μέση όλου του κόσμου

κι ήσουν φως μου

κατακόκκινη νιφάδα

σε γιορτή

Σε γιορτή που δεν ξανά’δα

στη ζωή μου τη σκυφτή

η πλατεία ήτανε άδεια

και τρελός απ’ τα σημάδια

σα σκυλί

με συνθήματα σχισμένα

σ’ έναν έρωτα για σένα

έχω χυθεί

στ’ αμφιθέατρο σε ψάχνω, στους διαδρόμους

και στους δρόμους

και ζητώ πληροφορίες

και υλικό

να φωτίσω τις αιτίες

που μ’ αφήνουνε μισό

η πλατεία είναι γεμάτη

κι απ’ το πρόσωπό σου κάτι

έχει σωθεί

στον αγώνα του συντρόφου

στην αγωνία αυτού του τόπου

για ζωή

στα παιδιά και στους εργάτες, στους πολίτες

στους οπλίτες,

στα πλακάτ και τη σκανδάλη

που χτυπά

η συγκέντρωση ανάβει

κι όλα είναι συνειδητά

 ————————————————————————

ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ: MAL DU DEPART, (από 4η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Α΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 121)

Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής

των μακρυσμένων ουρανών και των γαλάζιων πόντων

και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές

χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων

 

Για το Μαδράς, τη Σιγκαπούρη, τ’ Αλγέρι και το Σφαξ

θ’ αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία

κι εγώ σκυφτός σ’ ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς

θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία

 

Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ

οι φίλοι θα νομίζουνε πως τά ’χω πια ξεχάσει

κι η μάνα μου χαρούμενη θα λέει σ’ όποιον ρωτά

«ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει»

 

Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί

και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει

και αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί

θα σημαδέψει κι άφοβα το φταίχτη θα χτυπήσει

 

Κι εγώ που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ

σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες,

θά ’χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ,

και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.

————————————————————————

ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ, Ο εφιάλτης της Περσεφόνης (από 2η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Α΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 60)

 Εκεί που φύτρωνε φλησκούνι κι άγρια μέντα

κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο

τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα

και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.

 

Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες

ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο

τώρα πετάνε τ’ αποτσίγαρα οι τουρίστες

και το καινούργιο παν να δουν διυλιστήριο.

 

Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία

κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα

τώρα καμιόνια κουβαλούν στα ναυπηγεία

άδεια κορμιά, σιδερικά, παιδιά κι ελάσματα.

 

Κοιμήσου Περσεφόνη, στην αγκαλιά της γης

στου κόσμου το μπαλκόνι ποτέ μην ξαναβγείς.

————————————————————————

ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ, Αθανασία (από 4η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Β΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 113)

 Tι ζητάς Αθανασία

στο μπαλκόνι μου μπροστά

δε μου δίνεις σημασία

κι η καρδιά μου πώς βαστά.

 

Σ’ αγαπήσανε στον κόσμο

βασιλιάδες, ποιητές

κι ένα κλωναράκι δυόσμο

δεν τους χάρισες ποτές.

 

Είσαι σκληρή

σαν του θανάτου τη γροθιά

μα ’ρθαν καιροί

που σε πιστέψαμε βαθιά.

Κάθε γενιά

δική της θέλει να γενείς

ομορφονιά

που δεν σε κέρδισε κανείς.

 

Τι ζητάς Αθανασία

στο μπαλκόνι μου μπροστά

ποια παράξενη θυσία

η ζωή να σου χρωστά.

 

Ήρθαν διψασμένοι Κροίσοι

ταπεινοί προσκυνητές

κι απ’ του κήπου σου τη βρύση

δεν τους δρόσισες ποτές.

 

Είσαι σκληρή

σαν του θανάτου τη γροθιά

μά’ ρθαν καιροί

που σε πιστέψαμε βαθιά.

Κάθε γενιά

δική της θέλει να γενείς

ομορφονιά

που δεν σε κέρδισε κανείς.

 ————————————————————————

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ, Ο Τόπος μας είναι κλειστός (από 5η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Β΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 151)

 Ο τόπος μας είναι κλειστός, όλο βουνά

που έχουν σκεπή το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα.

Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε πηγάδια, δεν έχουμε πηγές,

μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές, που ηχούν και που

τις προσκυνούμε.

Ήxoς στεκάμεvoς κoύφιoς, ίδως με τη μovαξιά μας

ίδιος με την αγάπη μας, ίδιος με τα σώματά μας.

Μας φαίνεται παράξεvo πoυ κάπoτε μπoρέσαμε να χτίσoυμε

τα σπίτια, τα καλύβια και τις στάνες μας.

Κι oι γάμoι μας, τα δρoσερά στεφάνια και τα δάχτυλα

γίνουνται αινίγματα ανεξήγητα για την ψυχή μας.

Πώς γεννηθήκαν, πώς δυναμώσανε τα παιδιά μας;

O τόπoς μας είναι κλειστός. Τov κλείνουν

oι δυo μαύρες Συμπληγάδες. Στα λιμάνια

την Κυριακή σαν κατεβoύμε ν’ αvασάvoυμε

βλέπoυμε να φωτίζoυvται στο ηλιόγερμα

σπασμένα ξύλα από ταξίδια πoυ δεν τέλειωσαν

σώματα πoυ δεν ξέρoυv πια πώς ν’ αγαπήσoυv.

 ————————————————————————

ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ, Στρατιώτης ποιητής (από 4η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Γ΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 139)

 Δεν έχω γράψει ποιήματα

μέσα σε κρότους

μέσα σε κρότους

κύλησε η ζωή μου

 

Την μιαν ημέρα έτρεμα

την άλλη ανατρίχιαζα

μέσα στο φόβο

μέσα στο φόβο

πέρασε η ζωή μου

 

Δεν έχω γράψει ποιήματα

δεν έχω γράψει ποιήματα

μόνο σταυρούς

σε μνήματα

καρφώνω.

 ————————————————————————

ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ, Άσπρη μέρα και για μας (από 5η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Γ΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 178)

Θα ποτίσω

μ’ ένα δάκρυ μου αρμυρό

τον καιρό

πικρά

καλοκαίρια

έμαθα κοντά σου να περνώ

νεκρά

περιστέρια

γέμισε η αυγή τον ουρανό.

 

Θα γυρίσω

λυπημένη Παναγιά

έχε γειά

μην κλαις

το μαράζι

μάθε φυλαχτό να μην κρεμάς

να λες

δεν πειράζει

θα ’ρθει άσπρη μέρα και για μας.

 ————————————————————————

ΒΑΣ.ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ, Αντιλαλούνε τα βουνά  (από 5η ενότητα, Νέα Ελληνικά, Γ΄ Λυκείου ΕΠΑΛ, σ. 179)

Αντιλαλούνε τα βουνά

σαν κλαίω εγώ τα δειλινά.

Περνούν οι ώρες θλιβερές

σ’ ένα παλιό ρολόι

κι εγώ τους αναστεναγμούς

τους παίζω κομπολόι.

 

Αντιλαλούνε τα βουνά

σαν κλαίω εγώ τα δειλινά.

Εμπάφιασα απ’ τα ντέρτια μου

κι απ’ τα πολλά σεκλέτια μου.

Κουράγιο είχα στη ζωή

μα τώρα που σε χάνω

θα ήταν προτιμότερο

για μένα να πεθάνω.

 

Μουγκρίζω απ’ τις λαβωματιές

κι απ’ τις δικές σου μαχαιριές.

Λαβωματιές με γέμισες

και μ’ έφαγαν οι πόνοι

και στη φωτιά που μ’ έριξες

τίποτα δε με σώνει.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης