Η συμμετοχή των γυναικών στον ελληνοϊταλικό πόλεμο
Όπως ξέρουμε, στον πόλεμο του 1940 , εναντίον των Ιταλών, εκτός από τους Έλληνες στρατιώτες, πολέμησαν με ίση ανδρεία και τόλμη και γυναίκες. Συγκεκριμένα είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος που ανταποκρίθηκαν οι γυναίκες εκείνη την εποχή στο κάλεσμα της πατρίδας. Στον πόλεμο του 1940 στην Κατοχή και στην Αντίσταση αγωνίστηκε μεγάλος αριθμός Ελληνίδων. Ολόκληρη στρατιά γυναικών πρόσφερε τις σωματικές, πνευματικές και ηθικές δυνάμεις της. Ένας στρατός απροετοίμαστος για πόλεμο, χωρίς κατάλληλο οπλισμό βρήκε την Ελληνίδα της υπαίθρου ,αλλά και τη γυναίκα της πόλης θερμό υποστηριχτή που ανταποκρίθηκε με πάθος για την ελευθερία. Η Ελληνίδα γυναίκα αφοσιώθηκε στο μεγάλο αγώνα με ψυχή και σώμα κατά τη διάρκεια του ελληνοιταλικού πολέμου στην Πίνδο. Βοήθησε όχι μόνο κουβαλώντας πυρομαχικά κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες σε απάτητα και απροσπέλαστα μέρη, σε χαράδρες, μονοπάτια και γκρεμούς, αλλά παρέχοντας συγχρόνως στους φαντάρους μας τρόφιμα, ρούχα, κουβέρτες, αλλά και κουράγιο. Συγκεκριμένα, στα μετόπισθεν οι γυναίκες αντικατέστησαν τους άντρες που είχαν επιστρατευθεί και έμπλεκαν ασταμάτητα μάλλινα ρούχα για τις ανάγκες του στρατού. Πολλές νέες κοπέλες εγγράφονταν εθελόντριες στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και γίνονταν νοσοκόμες.
Με αυτές τους τις πράξεις προκάλεσαν τον παγκόσμιο θαυμασμό, καθώς θεωρούνταν αδιανόητο για εκείνη την εποχή οι γυναίκες να είναι ικανές να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες του πολέμου και την αντιξοότητα των καιρικών συνθηκών. Οι γυναίκες των πόλεων και των χωριών επωμίστηκαν τη φροντίδα και την περιποίηση των ανδρών από τα κρυοπαγήματα. Οι ελληνίδες νοσοκόμες εργάστηκαν με ηρωισμό και αφοσίωση -πολλές μάλιστα από αυτές βρήκαν το θάνατο κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών των νοσοκομείων και των πλοίων που μετέφεραν τραυματίες. Πολλές ευκατάστατες γυναίκες έδωσαν χρήματα και κοσμήματα για την ενίσχυση του αγώνα. Άλλες παραχώρησαν ή μίσθωσαν καράβια και τα έθεσαν στην υπηρεσία του αγωνιζόμενου λαού. Γυναίκες μορφωμένες έγραφαν επιστολές- εκκλήσεις προς τις γυναίκες της Ευρώπης και της Αμερικής στις οποίες διεκτραγωδούσαν τα δεινά των αγωνιζόμενων και ζητούσαν βοήθεια. Οι εκκλήσεις αυτές είχαν βαθιά απήχηση στο εξωτερικό.
Πώς σιτίζονταν κατά την Κατοχή
Η γερμανική Κατοχή στην Ελλάδα δημιούργησε άθλιες συνθήκες πείνας. Οι άνθρωποι για να αντιμετωπίσουν τις συνθήκες αυτές έπρεπε να εκμεταλλευτούν ό, τι μπορούσαν, δεν άφηναν τίποτα να πάει χαμένο.
Η νόμιμη αγορά σταμάτησε να εξυπηρετεί τις ανάγκες των κατοίκων της πρωτεύουσας και τη θέση της πήρε η μαύρη αγορά. Οι τιμές αυξήθηκαν δραματικά. Έτσι η διατροφή των Ελλήνων χειροτέρεψε από το καλοκαίρι του 1941, με αποτέλεσμα η πείνα να εξαπλωθεί σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Τα βασικά είδη διατροφής, όπως το λάδι, το γάλα και το ψωμί άρχισαν να παρουσιάζουν τρομακτικές ελλείψεις. Η πατάτα ήταν ένα προϊόν δημοφιλές, γιατί μια μικρή ποσότητα έφτανε για να χορτάσουν. Η μελιτζάνα χρησιμοποιήθηκε ως υποκατάστατο του κρέατος, ενώ τα αποφάγια της προηγούμενης ημέρας δεν τα πετούσαν στα σκουπίδια. Κρέας δεν υπήρχε στην αγορά. Έτσι ξεκίνησαν να τρώνε γαϊδούρια και άλλα ζώα, όπως σκύλους που τους έσφαζαν και τους πουλούσαν μαγειρεμένους.
Οι πρώτες ομάδες που δέχτηκαν το χτύπημα του λιμού ( της πείνας) ήταν οι πιο ευάλωτες κοινωνικά ∙ ανάπηροι πολέμου και στρατιώτες που είχαν γυρίσει από το μέτωπο. Καθώς περνούσαν οι μήνες όμως η γενική εικόνα ήταν αυτή: γυναίκες, άντρες, παιδιά, ανθρώπινοι σκελετοί , ντυμένοι με κουρέλια να ψάχνουν να βρουν απεγνωσμένα στα σκουπίδια κάτι να φάνε και να ξεγελάσουν την πείνα τους -μια κρεμμυδόφλουδα, μια λεμονόφλουδα ή κάποιο κόκκαλο για να γλείψουν.
Οι νεκροί σε κάθε γωνία ήταν καθημερινή εικόνα. Το χειμώνα του 1941 οι άνθρωποι στις πόλεις πέθαιναν στους δρόμους ψάχνοντας για τροφή. Η πείνα έπληξε κυρίως τα παιδιά , που υπέφεραν από τον υποσιτισμό, την ελονοσία και τη φυματίωση.
Συσσίτια
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οι μάνες φρόντιζαν τα παιδιά τους και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μην πεθάνουν από την πείνα. Μη έχοντας όμως καθόλου χρήματα για να αγοράσουν αλεύρι και να ζυμώσουν έστω και λίγο ψωμί, αναγκάζονταν να τρέχουν στα συσσίτια με το κονσερβοκούτι για μια κουτάλα ξεροφάσολα. Το συσσίτιο αποτελούσε για εκείνες, τα παιδιά τους, αλλά και γι’ αναρίθμητους Έλληνες το μοναδικό μέσο επιβίωσης στον τρομερό χειμώνα της πείνας. Εκείνη τη χρονιά, χωρίς τη φασολάδα, οι 300.000 νεκροί από την πείνα θα ήταν εκατομμύρια.
Αντίσταση
Κι όταν μιλάμε για αντίσταση, δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για την ένοπλη πάλη και τον ένοπλο αγώνα στο πολεμικό μέτωπο στα βουνά. Δεν λογαριάζουμε μόνο τους αντιστασιακούς, αυτούς που παίζανε τη ζωή τους κορώνα-γράμματα κάθε μέρα, τους πρωτοπόρους, τους τολμηρούς, τα παλληκάρια. Δεν εννοούμε μόνο τους φυλακισμένους, τους ομήρους, τους εκτελεσμένους.
Συμπεριλαμβάνουμε όλους όσοι αντιστέκονταν, με οποιοδήποτε τρόπο, στον κατακτητή. Όλους εκείνους οι οποίοι με την ανυπακοή τους να πειθαρχήσουν στις εντολές του κατακτητή, με την άρνησή τους, με την εναντίωσή τους να αποδεχτούν οποιαδήποτε εντολή του, δεν υπέκυπταν, αλλά αγωνίζονταν. Αντίσταση έκανε και ο μαχητής και εκείνος που δεν πίστευε σε όσα του ανακοίνωνε ο κατακτητής. Αντίσταση έκανε κι όποιος έδινε μια μπουκιά ψωμί στον πεινασμένο και μια κούπα νερό στον διψασμένο να ξεδιψάσει. Αντίσταση έκανε η Μάνα του αγωνιστή , του ομήρου, του φυλακισμένου, που ξεροστάλιαζε ώρες, μεσάνυχτα, μήνες και χρόνια να τον περιμένει μπροστά στις θύρες της αγωνίας και προσμονής κι εκείνος να μην έρχεται. Κι ούτε να παίρνει ένα μήνυμά του.
Η αντίσταση στην Ελλάδα υπήρξε μαζική και ιδιαίτερα δραστήρια. Η σημαντικότερη αντιστασιακή οργάνωση ήταν το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) το οποίο ιδρύθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 έπειτα από διαπραγματεύσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (ΚΚΕ) με τρία μικρότερα αριστερά κόμματα. Το ΕΑΜ εξελίχθηκε σύντομα στο μαζικότερο αντιστασιακό φορέα στην κατεχόμενη χώρα και σε ισχυρή πολιτική δύναμη, κυρίως λόγω των ριζοσπαστικών στόχων που έθετε.
Το καταστατικό του: απελευθέρωση της χώρας από την ξένη κατοχή, κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας, σχηματισμός προσωρινής κυβέρνησης μετά την απελευθέρωση και διενέργεια ελεύθερων εκλογών και δημοψηφίσματος, ώστε να αποφασίσει ο ελληνικός λαός τη μορφή του πολιτεύματος.
Το Φεβρουάριο του 1942 συγκροτήθηκε ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ) , ο αντάρτικος στρατός του ΕΑΜ με στόχο την έναρξη ανταρτοπόλεμου εναντίον των κατοχικών στρατευμάτων και των συνεργατών τους. Το καλοκαίρι του 1943 ο ΕΛΑΣ απέκτησε μεγάλη σημασία για τις συμμαχικές επιχειρήσεις αντιπερισπασμού που συνόδευαν την απόβαση στη Σικελία ως η μόνη δύναμη που μπορούσε να πλήξει την κεντρική σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας-Θεσσαλονίκης. Οι Γερμανοί αναφέρονταν στον ΕΛΑΣ ως «Κομμουνιστικές Συμμορίες» , ωστόσο αναγνώριζαν πως αποτελούσε την πιο υπολογίσιμη αντικατοχική δύναμη στη χώρα.
Μαρία Κάιτατζη (μαθήτρια της Α΄ Λυκείου)