ΟΙ ΛΙΓΟΙ ΚΥΒΕΡΝΟΥΝ -Από Αγησίλαο

ΑΠΟ: ΤΖΙΤΖΗ ΘΩΜΑΗ - Ιαν• 13•18

 

πολιτευμαΗ Θεσσαλική χώρα από πάντα υπήρξε αρκετά συχνά πεδίο εσωτερικών ανταγωνισμών και εξωτερικών διεκδικήσεων με αποτέλεσμα άλλοτε να είναι πολιτικά και στρατιωτικά πανίσχυρη και άλλοτε πάλι να είναι πλήρως ή μερικά υποταγμένη για αιώνες σε άλλες ισχυρότερες δυνάμεις. Αιτία για όλα αυτά βέβαια ήταν οι εύφορες πεδιάδες της , η ανθηρή αγροτοκτηνοτροφική οικονομία της, το ιππικό της, οι κύριοι οδικοί άξονες από τον Νότο προς τον Βορρά και κατά κύριο λόγο η δομή του φυλετικού κράτους. Έτσι για να κατανοήσουμε την διαχρονική πορεία εκμετάλλευσης της Θεσσαλικής γης, θα πρέπει να παρακολουθήσουμε συνοπτικά τις κοινωνικές δομές της μέσα από την ιστορική διαδρομή της. Από την πρώιμη ιστορική της περίοδο μέχρι και το τέλος του 4 ου αι π.Χ. οι πληροφορίες μας στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στις αρχαίες φιλολογικές πηγές, οι οποίες όμως είναι αποσπασματικές και αρκετά συχνά αντιφατικές. Ακόμα στοιχεία αντλούνται από μεμονωμένα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία όμως επειδή δεν προέρχονται από συστηματικές ανασκαφές έχουν ασφαλώς περιορισμένη ιστορική αξία. Από τις αρχές του 3ου αι.π.Χ. και πέρα τα ιστορικά στοιχεία είναι περισσότερα και εγκυρότερα. Χιλιάδες επιγραφές , μας δίνουν κάποιο φώς για αρκετούς τομείς της πολιτικής και κοινωνικής ζωής των Θεσσαλών . Ας πάρουμε τώρα τα πράγματα με τη σειρά. Σύμφωνα με τις αρχαίες μαρτυρίες τον 11ου αι. κατέβηκαν από την Ήπειρο οι Θεσσαλοί και κατέλαβαν τις πεδινές εκτάσεις, από τη Μακεδονία οι Μαγνήτες που εγκαταστάθηκαν στο όρος Πήλιο και οι Περραιβοί οι οποίοι απλώθηκαν από τα Αντιχάσια ως τα Καμβούνια και τον κάτω Όλυμπο. Από τα παλιότερα ελληνικά φύλα που κατοικούσαν εδώ , οι Αιολείς και οι Βοιωτοί εκδιώχθηκαν βίαια προς Νότο ενώ οι Μαλείς , οι Φθιώτες Αχαιοί , οι Αινιάνες απωθήθηκαν προς τα ορεινά και απετέλεσαν μέχρι τον 4ο αι. πΧ τους λεγόμενους περίοικους λαούς των Θεσσαλών. Τα προθεσσαλικά φυλετικά υποστρώματα , που παρέμειναν αμετακίνητα στις πεδιάδες , υποτάχτηκαν από τους Θεσσαλούς και ονομάσθηκαν πενέστες. Τα Θεσσαλικά φύλα , μετά από ορισμένες εσωτερικές μετακινήσεις ,δημιούργησαν μετά τον 9ο αιώνα πΧ οργανωμένους πλέον οικισμούς πάνω σε χαμηλούς λόφους της ενδοχώρας. Οι νέοι κάτοικοι συνδεδεμένοι με κοινή καταγωγή ,ήθη, έθιμα, θρησκευτικές δοξασίες και τρόπο ζωής αναπτύσσουν από τώρα και πέρα ενιαίο πολιτισμό. Τα πολιτιστικά στοιχεία των επήλιδων φυλών ενώθηκαν με τα αντίστοιχα του προθεσσαλικού υποστρώματος και δημιούργησαν μια νέα πολιτισμική πραγματικότητα. Από τους προηγούμενους κατοίκους , τους πενέστες , που ήταν κατά πολύ περισσότεροι από αυτούς , άντλησαν πάρα πολλούς γλωσσικούς διαλεκτισμούς και θρησκευτικά στοιχεία. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί ότι εδώ και έναν αιώνα έχουν υποστηριχθεί από κοινωνικούς φιλοσόφους και ιστορικούς διάφορες θεωρίες για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αναπτύχθηκαν οι πρώιμες κρατικές οντότητες των εισβολέων. Εκείνο που συμφωνούν σήμερα όλοι είναι ότι τα πρωτογενή κοινωνικά μορφώματα απετέλεσαν τα θεμελιώδη κύτταρα για την σύστασή τους. Στη θεσσαλία από την αρχή τα κράτη συγκροτήθηκαν με βασική αρχή τους δεσμούς αίματος . Βασικός πυρήνας της πρώιμης διοικητικής οργάνωσης τους ήταν η οικογένεια. Πολλές ομοαίματες οικογένειες αποτελούσαν το γένος. Πολλά γένη μαζί συγκροτούσαν τις φατριές και οι φατριές τις 12 φυλές κατά πόλη κράτος , οι οποίες όμως εφαρμόσθηκαν στη Θεσσαλία μετά το 4ο αι. π.Χ. Η γη που κατακτήθηκε από τους Θεσσαλούς διανεμήθηκε σε μεγάλους κλήρους, οι οποίοι αριθμούσαν κάποια χιλιάδες στρέμματα και ανήκαν σε ισάριθμα γένη. Τα γένη βέβαια είχαν κοινοκτημοσύνη στους βοσκότοπους. Πολλές φατριές με την πάροδο του χρόνου αύξησαν τον αριθμό των κλήρων που είχαν τα γένη –μέλη τους, απέκτησαν τεράστιες αγροτικές περιουσίες, οικονομική δύναμη και πολιτική εξουσία με ιδιωτικούς στρατούς , τους οποίους επάνδρωναν με πενέστρες. Έτσι έχουμε τις περιώνυμες πλέον σε όλη την αρχαιότητα φατριές: Αλευάδες, Σκοπάδες, Εχεκρατίδες, Φαξίνοι και Ίταλοι. Οι εσωτερικές διαφορές των γαιοκτημόνων ρυθμίζονταν πάντα μέσα στα πλαίσια των φατριών και όχι σε κεντρική εξουσία. Μόνο σε περίπτωση εξωτερικής απειλής ο κοινός άρχων ή βασιλιάς. Με έκτακτη εξουσία διοικούσε τον εθνικό στρατό στον οποίο συμμετείχαν από κάθε φατριά σαράντα ιππείς και ογδόντα πελταστές. Από άποψη κοινωνικής οργάνωσης υπήρξε αξεπέραστη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους πάμπλουτους αριστοκράτες φαιουδάρχες και τους φτωχούς μικροκαλλιεργητές. Οι ευγενής ασχολούνταν αποκλειστικά με τα κοινά, με την συστηματική άσκηση , τα κυνήγια και την στρατιωτική εκπαίδευση. Εξαιτίας του μεγάλου πλούτου ήταν σε θέση να συγκροτούν μεγάλα κοπάδια ζώων και να προσλαμβάνουν δουλοπαροίκους για την εξυπηρέτηση τους. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι χορτολιβαδικές εκτάσεις ανήκαν στις αυτοδιοικούμενες κοινότητας, καθώς αύξαιναν τις αγέλες των ζώων οι πλούσιοι φεουδάρχες ,ουσιαστικά κατείχαν και τις δημόσιες εκτάσεις τουλάχιστον σε αποκλειστική χρήση. Ο μυθικός πλούτος των χωροδεσποτών τροφοδοτούσε την φήμη τους για τα αστραφτερά παλάτια τους και την έκλυτη ζωή τους. Πολλοί από αυτούς , ανήγαγαν την καταγωγή τους σε μυθικούς ήρωες, όπως οι Αλευάδες της Λάρισας, που έλεγαν ότι ήταν απόγονοι του Ηρακλή. Ακόμη ήταν ανοιχτοί σε πολιτιστικές επιδράσεις του Νότου και φιλοξενούσαν στα αριστοκρατικά παλάτια τους τον Σιμονίδη, τον Πίνδαρο τον Γοργία, τον Ιπποκράτη τον Ευριπίδη και ήταν έτοιμοι να προσφέρουν φιλοξενία στον Σωκράτη . Εδώ έχει εφαρμογή η σχετική μνεία του Αριστοτέλη σύμφωνα με την οποία είχαν οργανώσει οι Θεσσαλοί πέραν της εμπορικής αγοράς και μια δεύτερη , η οποία ονομαζόταν ¨ελεύθερη΄΄ , Στην ελεύθερη αγορά έμπαιναν μόνο οι πλούσιοι αριστοκράτες , οι πραγματικά ελεύθεροι , και απαγορεύονταν η είσοδος στους αγρότες, τους εργατοτεχνίτες και στους ανθρώπους του μόχθου γενικά. Η δυναστική αυτή ολιγαρχία γαιοκτητικού τύπου αποτελούσε τον 6ο και 5ο π.Χ αι. τον βασικό κανόνα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής των Θεσσαλών. Από την άλλη μεριά ήταν η μεγάλη μάζα των φτωχών ανθρώπων, οι οποίοι στην περιφέρεια της Λάρισας υπολογίζονται σε 120.000 δηλ οι δούλοι ,οι μικροϊδιοκτήτες αγροτικής γης και οι πενέστρες. Οι δούλοι που προέρχονταν από αιχμαλωσία η αγορά, διέμεναν στα παράσπιτα των ανακτορικών συγκροτημάτων, δεν είχαν κανένα πολιτικό δικαίωμα ούτε φυσικά περιουσία και εργάζονταν για κατοικία , ενδυμασία και λίγη τροφή. Τα παιδιά τους βέβαια παρέμειναν δούλοι. Αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα του κλήρου και ήταν τα ονομαζόμενα από τις επιγραφές «σώματα» μαζί με τα «θρέμματα» δηλαδή τα ζώα. Όταν ο κλήρος πωλούνταν ή διανέμονταν σε κληρονόμους. Οι δούλοι ακολουθούσαν το τμήμα του αγρού, όπου ανήκαν από πριν. Ακόμα μπορούσαν να φονεύονται από τους ευγενείς κυρίως χωρίς αιτιολογία , χωρίς δίκη και φυσικά χωρίς τιμωρία για τους ενόχους. Οι ιδιοκτήτες μικρής αγροτικής γης, συγγενείς εξ αγχιστείας πολλές φορές, καλλιεργούσαν τις γαίες τους αλλά εκμίσθωναν και αγροτεμάχια από τους φεουδάρχες έναντι αμοιβής. Τυπικά ήταν ελεύθεροι πολίτες αλλά εξαιτίας της ένδειας και της οικονομικής εξάρτησης τους από τους πλουσίους, δεν ήταν δυνατό να ασκούν τα πολιτικά τους δικαιώματα στην κοινότητα χωρίς την κηδεμονία και την πολιτική ομηρία των ευγενών. Γι΄ αυτό ποτέ στην αρχαιότητα κανένας φτωχός μικροκαλλιεργητής δεν κατέλαβε ποτέ κάποιο δημόσιο αξίωμα. Οι πενέστες δεν ήταν δούλοι αλλά δουλοπάροικοι στα κτήματα των γαιοκτημόνων. Απόγονοι προθεσσαλικών φύλων ήταν πολυπληθέστεροι από τους Θεσσαλούς και προσκολλήθηκαν στα κτήματα μετά την κατάκτηση. Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, αλλά τυπικά προστατεύονταν από τους νόμους της κοινότητας. Ανήκαν αποκλειστικά στην ιδιοκτησία του γαιοκτήμονα και δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψουν τους αγρούς χωρίς την έγκριση τους. Επίσης η τιμωρία τους γινόταν μετά την διεξαγωγή δίκης υποτίθεται ανεπηρέαστης , στην οποία βέβαια την ουσιώδη μαρτυρία την είχε ο φεουδάρχης . Οι πενέστες ασφαλώς δεν είχαν ατομική περιουσία. Προσέφεραν τις υπηρεσίες τους με όλη την οικογένεια τους στους φεουδάρχες χωρίς ουσιαστικά να κρατούν τίποτα για τον εαυτό τους. Έπαιρναν ένα κτήμα και τους σπόρους από τους μεγαλοϊδιοκτήτες. Το καλλιεργούσαν κατά ομάδες οικογενειών και παρέδιδαν σε αυτούς το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής. Επιτρέπονταν δε να κρατήσουν για τον εαυτό τους τα στοιχειώδη για την επιβίωσή τους. Η ανταπόδοση αυτή στην αρχαία Θεσσαλία χαρακτηριζόταν με τον νομικό όρο « σύνταξης». Κύριο χαρακτηριστικό των πενεστών ήταν η φτώχεια και η πείνα. Παροιμιώδης ήταν η περιγραφή της πείνας τους από τον Αριστοφάνη. Αυτό είχε σαν συνέπεια το μίσος και τις συχνές εξεγέρσεις εναντίον των κυριών τους. Ή γάρ θετταλών πενεστεία πολλάκις επέθετο θετταλοίς αναφέρει ο Αριστοτέλης. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα ο διαπρεπής Αθηναίος Σοφιστής Κριτίας «εις την θετταλίαν δημοκρατίαν κατεσκεύαζαν και τους πενέστας ώπλιζεν επί τους δεσπότας» Οι δημοκρατικές αντιλήψεις του 5ου αι. στην Αθήνα έφθασαν και στην Θεσσαλία.

ι Αλευάδες και οι Πέρσες:

Γενάρχης των Αλευάδων ήταν ο πολύς Αλεύας που καυχιόταν ότι κατάγεται από τον Ηρακλή. Η οικογένεια ηγεμόνευσε σχεδόν συνεχώς από τον Ζ’ π.Χ. αιώνα και ήταν στα πράγματα όταν ξεκίνησε η εκστρατεία του Ξέρξη εναντίον της Ελλάδας (αρχές Ε’ αιώνα). Πρώτη τους δουλειά ήταν να στείλουν αγγελιαφόρους στον Μεγάλο Βασιλιά και να του δηλώσουν την αμέριστη συμπαράστασή τους στην προσπάθειά του να κατακτήσει τη χώρα. Παρέδωσαν «γην και ύδωρ» στους απεσταλμένους του Ξέρξη και υποχρέωσαν Θεσσαλούς, Δόλοπες, Αινιάνες, Περραιβούς, Μάγνητες, Μηλιείς και Φθιώτες να πράξουν το ίδιο. Οι λαοί υπάκουσαν αλλά ταυτόχρονα έστειλαν πρεσβείες στον Ισθμό όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι οι λοιποί Έλληνες και ζήτησαν βοήθεια για κοινή άμυνα στα Τέμπη.

Στρατός 10.000 ανδρών με αρχηγούς τον Σπαρτιάτη Ευαίνετο και τον Αθηναίο Θεμιστοκλή, έσπευσε να πιάσει τα στενά. Έγκαιρα ειδοποιήθηκαν από τον βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο (του Αμύντα) να φύγουν, επειδή κινδύνευαν να κυκλωθούν. Οι Πέρσες κατέβαιναν από την άλλη πλευρά του Ολύμπου και θα βρίσκονταν στα νώτα των Ελλήνων. Ο ελληνικός στρατός υποχώρησε στις Θερμοπύλες, ενώ οι κάτοικοι της Θεσσαλίας υποχρεώθηκαν να υποκύψουν. Στη μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ.), στο πλάι των Περσών μάχονταν οι Αλευάδες αδελφοί, Θώρακας, Ευρύπυλος και Θρασυδαίος, επικεφαλής της θεσσαλικής στρατιάς.

Στα 404 π.Χ., μια νέα δυναστεία ταγών ξεπρόβαλε: Του Λυκόφρονα των Φερών. Μετά τον θάνατό του, την ηγεσία της Θεσσαλίας ανέλαβε ο γιος του, Ιάσων. Φιλοδόξησε να ενώσει τους Έλληνες υπό την αρχηγία του και να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών «ξεπλένοντας την ντροπή των Αλευάδων». Στα όρια της Θεσσαλίας, καλά τα κατάφερε. Συμμάχησε με τον Αλκέτα της Ηπείρου και τον Αμύντα της Μακεδονίας κι έχοντας τα νώτα του εξασφαλισμένα καθώς οι Θηβαίοι είχαν στριμώξει τους Σπαρτιάτες, ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών. Πλην όμως, τον δολοφόνησαν.

 

Ξεκαθάρισμα λογαριασμών:

Ταγοί ανέλαβαν οι ύποπτοι αδελφοκτονίας αδελφοί του Πολύδωρος και Πολύφρων. Τον Πολύφρονα δολοφόνησε ο Πολύδωρος κι αυτόν ο Αλέξανδρος, γιος του Πολύφρονα. Αυτός αποδείχτηκε χειρότερος όλων, «τέρας ωμότητας και αντικείμενο αποτροπιασμού για όλη την αρχαία Ελλάδα». Αποδείχθηκε και ικανότατος στρατηγός, έχοντας έτοιμο στρατό από τον θείο του, Ιάσονα. Πάταξε κάθε προσπάθεια θεσσαλικής πόλης να αποτινάξει την εξουσία του, αντιμετώπισε ικανοποιητικά μια εισβολή του Αμύντα της Μακεδονίας κι απέκρουσε εκστρατεία του Θηβαίου, Πελοπίδα, τον οποίο οι θεσσαλικές πόλεις είχαν καλέσει να τις βοηθήσει να διώξουν τον δικτάτορα (369 π.Χ.). Ο Πελοπίδας ξαναγύρισε στη Θεσσαλία κι εγκαταστάθηκε στα Φάρσαλα όπου τον βρήκε αιφνιδιαστικά ο Αλέξανδρος και τον αιχμαλώτισε. Τον ελευθέρωσε ο Επαμεινώνδας με συνθήκη που ισχυροποίησε ακόμα περισσότερο τον Αλέξανδρο.

Πέντε χρόνια αργότερα, ο Πελοπίδας ξαναπροσπάθησε. Η μάχη δόθηκε στις Κυνός Κεφαλές, ο Αλέξανδρος νικήθηκε αλλά ο Πελοπίδας σκοτώθηκε (364 π.Χ.). Ο Επαμεινώνδας των Θηβαίων υποχρέωσε τον Θεσσαλό να αποδώσει την ελευθερία τους στις θεσσαλικές πόλεις και να ορκιστεί ότι θα τηρήσει τη συμφωνία. Μετά από δυο χρόνια (362), ο Επαμεινώνδας πέθανε, η ηγεμονία των Θηβών καταλύθηκε και ο Αλέξανδρος πήρε πίσω ό,τι είχε δώσει. Τις θεσσαλικές πόλεις απήλλαξαν οι κουνιάδοι του Αλέξανδρου, δολοφονώντας τον. Τελευταίος ταγός της Θεσσαλίας ανέλαβε ο νεότερος από τους κουνιάδους του δολοφονημένου, Λυκόφρων κι αυτός όπως κι ο ιδρυτής της δυναστείας. Τον κατάργησε ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Φίλιππος Β’, όταν υπέταξε όλη τη Θεσσαλία.

Οι Θεσσαλοί ακολούθησαν τον Φίλιππο στους πολέμους του και τον Μεγάλο Αλέξανδρο στην εκστρατεία του εναντίον της Περσίας κι ανδραγάθησαν με το ιππικό τους. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θέλησαν να απαλλαγούν από τους Μακεδόνες αλλά νικήθηκαν κι έμειναν υπήκοοι της Μακεδονίας ως το 197 π.Χ. Τη χρονιά εκείνη, οι Μακεδόνες νικήθηκαν από τους Ρωμαίους στις Κυνός Κεφαλές. Οι Θεσσαλοί έμειναν μισό αιώνα ελεύθεροι, ιδρύοντας ομοσπονδίες («κοινά»). Στα 146 π.Χ., η Θεσσαλία συγχωνεύτηκε στη ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας. Στα 27 π.Χ., οι Ρωμαίοι την ενέταξαν στην Αχαΐα. Οι Θεσσαλοί βρήκαν την ησυχία τους και μπόρεσαν να ευημερήσουν. Στα χρόνια του Πλίνιου (Α’ μ.Χ. αιώνας) η Θεσσαλία αριθμούσε 75 πόλεις με τη Λάρισα και τον Φάρσαλο να διατηρούν τα παλιά τους μεγαλεία και με την Δημητριάδα να τις συναγωνίζεται.

 

Σχολιάστε

Top