Η McLaren F1 ήταν ένα σπορ υπεραυτοκίνητο (supercar) υψηλών επιδόσεων, που κατασκευάστηκε από τη βρετανική αυτοκινητοβιομηχανία McLaren Automotive, μεταξύ του 1993 και του 1998, και υπήρξε το πρώτο μη αγωνιστικό αυτοκίνητο στην ιστορία της Μακλάρεν. Επίσης, για αρκετά χρόνια έφερε τον άτυπο τίτλο του ταχύτερου μοντέλου παραγωγής, καθώς στις 31 Μαρτίου 1998 η τελική της ταχύτητα μετρήθηκε επίσημα στα 372 km/h (231 mph) με τον εργοστασιακό κόφτη των στροφών του κινητήρα στις 7.500 στροφές το λεπτό ενεργό, καθώς και στα 386,7 km/h (240,1 mph) στις 8.300 στροφές το λεπτό με τον κόφτη των στροφών ανενεργό, ενώ η επιτάχυνση στα 0-100 km/h ήταν 3,2 δευτερόλεπτα και στα 0-200 km/h ήταν 9,4 δευτερόλεπτα (μάλιστα αν δεν γίνει αλλαγή ταχύτητας από τον οδηγό νωρίτερα, η πρώτη από τις 6 σχέσεις φτάνει μέχρι τα 101 km/h). Μολονότι έχασε την πρωτιά το 2005 από τη γαλλική Bugatti Veyron, ωστόσο η F1 εξακολουθεί να διατηρεί έως και σήμερα τον τίτλο του ταχύτερου μοντέλου χωρίς καμία ενίσχυση με turbo ή με άλλο τρόπο υπερπλήρωσης του κινητήρα.
Κατά την εποχή της παραγωγής της, η F1 αποτέλεσε ορόσημο στην κατηγορία των εξωτικών σπορ υπεραυτοκινήτων, λόγω των επιδόσεών της, οι οποίες ξεπερνούσαν κατά πολύ αυτές των Ferrari, Lamborghini και Porsche της τότε εποχής, αλλά ακόμα και της προκατόχου του τίτλου για το ταχύτερο μοντέλου παραγωγής, της Jaguar XJ220. Είναι εντυπωσιακό ότι η F1 αποτελεί ακόμα και σήμερα αντικείμενο συζήτησης στους κόλπους των φίλων της αυτοκίνησης και μάλιστα εξακολουθεί να θεωρείται ως ένα από τα πλέον μυθικά ονόματα αυτοκινήτων παγκοσμίως, διατηρώντας ένα εξαιρετικά υψηλό ίματζ. Μάλιστα έχει παρατηρηθεί μια εκθετική άνοδος των τιμών της στα νεότερα χρόνια, ως συλλεκτικό μοντέλο. Ενδεικτικώς, ενώ το 2006 οι τιμές της έφταναν το μέγιστο έως και 1 εκατομμύριο δολάρια, μέσα στο 2015 ξεπέρασαν τα 10 εκατομμύρια δολάρια και από τότε συνεχίζουν να αυξάνονται ραγδαία.
Μια ξεχωριστή ιδιότητα της McLaren F1 ήταν ότι έφερε 3-θέσιο σαλόνι, με τον οδηγό να κάθεται σε ένα κάθισμα στο κέντρο και λίγο πιο μπροστά από τα 2 εκατέρωθεν καθίσματα, προσφέροντας έτσι καλύτερη ορατότητα για τον οδηγό, σε σύγκριση με τα κοινά 4-θέσια και 2-θέσια σαλόνια. Η ζώνη ασφαλείας στο κάθισμα του οδηγού είναι 4 σημείων και στα 2 εκατέρωθεν καθίσματα είναι 3 σημείων, ενώ η είσοδος και η έξοδος για τον οδηγό γίνεται μόνο από την αριστερή πλευρά, έτσι ώστε να μην τον εμποδίζει ο λεβιές ταχυτήτων.
Το πρώτο μοντέλο πολιτικής έκδοσης από τη McLaren έλαβε την ονομασία F1, υποδηλώνοντας έτσι τις, δανεισμένες από την τεχνογνωσία της εταιρείας στη Φόρμουλα 1, καινοτόμες λύσεις, τόσο στον φουτουριστικό, αεροδυναμικό σχεδιασμό του, όσο και στο εξαιρετικά υψηλό τεχνολογικό του επίπεδο. Ταυτόχρονα, το όνομα F1 συμβόλιζε και γενικότερα την έννοια «το απόλυτο αυτοκίνητο παραγωγής», όπως ήταν και ο στόχος του σχετικού πρότζεκτ, λόγω της κορυφαίας τεχνολογικής υπεροχής της Φόρμουλα 1 συνολικά στον τομέα της παγκόσμιας αυτοκίνησης.Το αντισυμβατικό 3-θέσιο σαλόνι της McLaren F1.
Η McLaren F1 ήταν ουσιαστικά το δημιούργημα του αρχιμηχανικού Γκόρντον Μάρεϊ (Gordon Murray) και σχεδιάστηκε με στόχο τον άτυπο τίτλο του «απόλυτου αυτοκινήτου παραγωγής». Ο Μάρεϊ ήταν και ο εμπνευστής της 3-θέσιας διάταξης στο σαλόνι, με την θέση του οδηγού στο κέντρο, μια έμπνευση που είχε από την αρχή της καριέρας του και προήλθε από την κεντρική θέση του οδηγού στα αυτοκίνητα της Φόρμουλα 1. Ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1988, είχε σχεδιάσει το αρχικό πρωτότυπο, με τις 3 θέσεις στο σαλόνι, και μετά τη διαμόρφωση του ντιζάιν το πρότεινε στον πρόεδρο της McLaren Automotive, Ρον Ντένις (Ron Dennis), ο οποίος και έδωσε το πράσινο φως για να μπει στην παραγωγή.
Κατά την εξέλιξη της F1, από το 1989 έως τις αρχές του 1992, ο Μάρεϊ επέβαλε τις βασικές αρχές της νοοτροπίας του, δηλαδή χαμηλό βάρος, μικρές εξωτερικές διαστάσεις και ισχυρός ατμοσφαιρικός κινητήρας, χωρίς κανένα σύστημα υπερπλήρωσης, όπως με turbo ή με άλλο τρόπο ενίσχυσης, καθώς θεωρούσε ότι αλλοιώνει την οδηγική απόλαυση, ενώ φοβήθηκε και ότι ίσως επίσης να μείωνε και την αξιοπιστία του κινητήρα. Για τους ίδιους δύο λόγους, δεν τοποθέτησε κανενός είδους ηλεκτρονικά βοηθήματα, ούτε καν ABS ή έστω υποβοήθηση στα φρένα και στο σύστημα διεύθυνσης, αν και λόγω του εξαιρετικά χαμηλού βάρους του μοντέλου η υποβοήθηση απεδείχθη, στην πράξη, ότι δεν ήταν ιδιαιτέρως αναγκαία. Η ανυπαρξία συστήματος ABS, ωστόσο, απαιτεί μεγάλη εμπειρία από τον οδηγό σε καταστάσεις δύσκολου φρεναρίσματος.