Από τον Άκη Βαρελά
Στην πόλη μας τη Δευτέρα του Πάσχα τελείται το έθιμο των Ρουσαλιών από ομάδες αγοριών, οι οποίες γυρνώντας από σπίτι σε σπίτι, από γειτονιά σε γειτονιά, τραγουδούσαν και χόρευαν τα Ρουσάλια. Είναι ένα έθιμο που αναμφισβήτητα έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα και πιο συγκεκριμένα στη γιορτή του Ροδισμού, κατά την οποία αρχικά ήταν η γιορτή της Άνοιξης και γιορταστικό συμπόσιο, χρησιμοποιούσαν τριαντάφυλλα, ρόδα δηλαδή και στη συνέχεια συνδέθηκε με τη λατρεία των νεκρών. Αργότερα και ο Χριστιανισμός κράτησε τη γιορτή αυτή φυσικά προσαρμοσμένη στους δικούς του κανόνες.
Εξ’ άλλου είναι γνωστό και του Ρουσαλιού το Σάββατο, το γνωστό στο Χριστιανισμό με το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής. Η συμβολική ερμηνεία του εθίμου ταιριάζει απόλυτα με την Ανάσταση του Χριστού και την απελευθέρωση των ψυχών, οι οποίες σύμφωνα με τις λαϊκές αντιλήψεις παραμένουν στη γη από το Πάσχα μέχρι το Σάββατο της Πεντηκοστής που είναι γνωστό ως του Ρουσαλιού το Σάββατο. Χαρακτηριστικά μάλιστα όπως λέει ο λαός: «όλα τα Σάββατα να παν και να γυρίσουν του Ρουσαλιού το Σάββατο ποτέ να μην γυρίσει».
Η παράδοση αναφέρει ότι οι Μεγαρίτες χρησιμοποιούσαν το έθιμο αυτό προεπαναστατικά για να συγκεντρώσουν χρήματα για τις ανάγκες του αγώνα. Έτσι λοιπόν τα Ρουσάλια κατατάσσονται στα έθιμα του αγερμού, αυτά δηλαδή που έχουν σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων και άλλων φιλοδωρημάτων, συνήθως για κοινωφελείς σκοπούς. Τα αγόρια που λέγονται και «Ρουσαλήδες», κρατώντας λουλούδινο σταυρό από τον οποίο κρέμεται λευκό μαντήλι «Καλαμάτα» όπως χαρακτηριστικά λέγεται και ένα καλάθι στολισμένο με λουλούδια εποχιακά, τραγουδούν και χορεύουν τα Ρουσάλια και μαζεύουν χρήματα και όποια άλλα φιλοδωρήματα (κόκκινα αυγά, και κουλούρια). Ο τελευταίος του χορού, ο Σαχανατάρης (όπως λέγεται στην τοπική γλώσσα) κρατά το στολισμένο ψάθινο καλάθι, το «καρτάλι» και το τοποθετεί στη μέση του χορού, στο οποίο βάζουν τα φιλοδωρήματα.
Χορεύεται με τα χέρια στους ώμους, βήματα στα τρία χωρίς καμία χορευτική φιγούρα. Παίζει ένας μέλος της παρέας νταούλι και αν υπάρχει κάποιος πίπιζα και όλοι μαζί τραγουδούν:
«Καλώς σ’ εύραμε αφέντη άρχοντά μου και λεβέντη, να στα πούμε τα Ρουσάλια, πέστε τα βρε παλικάρια ….» και τελειώνοντας «…να σας πούμε Χριστός Ανέστη που ετάφη και Ανέστη».
ΠΗΓΕΣ
Ευχαριστούμε για τις πληροφορίες τον εκπαιδευτικό,κύριο Βαρελά Γεώργιο, μέλος του μεγαρικού πολιτιστικού συλλόγου «Αλκάθους και Καρία».
Αγγελική Σύρκου, «Το μεγαρικό γλωσσικό ιδίωμα», εκδόσεις νήσος, 2006