Από τις Λάπα Φιόνα και Μήλιου Παναγιώτα-Τατιάνα
Η λέξη «γεώμηλο» αποτελεί απόδοση στην Ελληνική του γαλλικού «pomme de terre», προκειμένου να αποφευχθεί η χρήση της ξένης λέξης «πατάτα». Η λέξη «γεώμηλο» μαρτυρείται από το 1828. Η πατάτα είναι πολυετές ποώδες φυτό ετήσιας καλλιέργειας. Ο εδώδιμος βλαστός του έχει συνήθως καστανή φλούδα, λευκή έως κίτρινη σάρκα και αποτελεί εύπεπτη τροφή. Η λέξη «πατάτα» προέρχεται από την ισπανική λέξη «patata» (<batata «γλυκοπατάτα», από γλώσσα των ιθαγενών της Αïτής).
Ανήκει στο είδος «Solanum tuberosum L» και στην οικογένεια «Solanaceae» (Σολανώδη). Η καλλιεργούμενη πατάτα προέρχεται από τα υψίπεδα των Άνδεων της Ν. Αμερικής και καλλιεργούνταν από τους Ίνκας χιλιάδες χρόνια πριν την ανακάλυψη της Αμερικής. Μεταφέρθηκε στην Ευρώπη από τους ισπανούς εξερευνητές το 1534.
Η πατάτα ήρθε στην Ελλάδα μετά το τέλος της Επανάστασης. Ο πρώτος Κυβερνήτης, ο Ιωάννης Καποδίστριας, την είχε δοκιμάσει κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Ευρώπη. Θεώρησε ότι ήταν μια οικονομική και θρεπτική τροφή. Όταν εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, προσπάθησε να δώσει πατάτες στους ντόπιους, οι οποίοι τις περιφρόνησαν. Ο Κυβερνήτης, που γνώριζε τη νοοτροπία των συμπατριωτών του, έβαλε σκοπούς να φυλάνε το προϊόν ως δήθεν πολύτιμο είδος. Σε μία εβδομάδα οι πατάτες είχαν γίνει ανάρπαστες!
Χρησιμοποιώντας σκωπτικά τη λέξη «πατάτα» αναφερόμαστε σε οτιδήποτε έχει χοντροκομμένο στρογγυλοειδές σχήμα. Μεταφορικά σημαίνει τη χοντρή γκάφα, το χοντροκομμένο λάθος (π.χ. «Τέτοιες πατάτες δεν κάνει ούτε ο Κώστας, ο οποίος είναι γνωστός γκαφατζής.»). Επίσης, η λέξη χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει πράγμα ή κατάσταση που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ουσιαστικού νοήματος, ενδιαφέροντος και πραγματικής αξίας. Για παράδειγμα, «Γιατί κάθομαι και ακούω τέτοιες πατάτες;».
ΠΗΓΕΣ
1. Μπαμπινιώτης, Γ. (1998). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.