Από τη Ροζάκη Ιωάννα
Η λέξη «πανάκεια» προέρχεται από την αρχαιοελληνική «πανακής», που σημαίνει «αυτός που θεραπεύει τα πάντα» [παν + ἄκος (= θεραπεία)]. Ο Μπαμπινιώτης σημειώνει ότι το ρήμα «ἀκέομαι» (=θεραπεύω) διακρινόταν από το ρήμα «ἰῶμαι», διότι δεν αναφέρονταν στον γιατρό που πραγματοποιούσε τη θεραπεία, αλλά στο ίδιο το φάρμακο ή την ασθένεια. Η λέξη χρησιμοποιείται κυριολεκτικά, για να δηλώσει «το φάρμακο που θεωρείται ότι θεραπεύει κάθε ασθένεια» και μεταφορικά, για να δηλώσει «το μέσο επίλυσης οποιουδήποτε προβλήματος» (π.χ. Η φορολογική μεταρρύθμιση δεν αποτελεί πανάκεια για όλα τα οικονομικά προβλήματα της χώρας»).
Ο Ασκληπιός με τους γιους του Ποδαλείριο και Μαχάονα και τρεις κόρες του
Κατά την αρχαιότητα, η Πανάκεια ήταν θεότητα, προσωποποίηση της θεραπείας με χρήση βοτάνων. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν θυγατέρα του Ασκληπιού, θεού της ιατρικής και της Ηπιόνης και αδελφή της θεάς Υγιείας, της Ιασούς, του Μαχάωνα και του Ποδαλείριου.
ΠΗΓΕΣ
1. Μπαμπινιώτης, Γ. (1998). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας
2.Τσοτάκου-Καρβέλη Αικατερίνη (2007), Λεξικό της ελληνικής μυθολογίας, εκδ. Σοκόλη
4.http://constantinople.ehw.gr/forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=3807