Από τη Λαμπάρα Ηλέκτρα
Η λέξη «τραγούδι» συνδέεται ετυμολογικά με το ουσιαστικό «τραγωδία». Η «τραγωδία», κατά την αρχαιότητα, ήταν «θεατρικό έργο το οποίο συνδύαζε τον ποιητικό έμμετρο λόγο, τη μουσική και την όρχηση και αναπαριστώντας σκηνές από την ίδια τη ζωή και εσωτερικές συγκρούσεις των ανθρώπων, προκαλούσε στην ψυχή των θεατών τον φόβο και τον οίκτο για τη μοίρα των ηρώων».
Ο Αριστοτέλης στο έργο του «Περί Ποιητικής» έχει δώσει τον ορισμό της έννοιας «τραγωδία»:
Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η τραγωδία γεννήθηκε από τον διθύραμβο, δηλαδή το αυτοσχέδιο θρησκευτικό άσμα που τραγουδούσαν οι πιστοί του θεού Διονύσου με συνοδεία αυλού χορεύοντας γύρω από το βωμό του θεού. Το άσμα αυτό συνοδεύονταν από μια αφήγηση σχετική με τη ζωή και τα παθήματα του θεού, ο οποίος εκπροσωπούσε τη βλάστηση, τη γονιμότητα, τη μέθη και τη διασκέδαση. Την απόδοση της αφήγησης αναλάμβανε ο πρώτος των χορευτών, ο «εξάρχων». Πιθανολογείται ότι οι πιστοί του Διονύσου χόρευαν μεταμφιεσμένοι σε Σατύρους, δαίμονες της φύσης με δασύτριχο σώμα, μύτη πλακουτσωτή και πόδια, αυτιά και ουρά τράγου. Αυτό συνέβαινε καθώς, σύμφωνα με τη μυθολογία, οι Σάτυροι ήταν συνοδοί του θεού, ενώ ένα από το εμβλήματά του ήταν ο τράγος. Οι Σάτυροι και ο τράγος συμβόλιζαν τη γονιμότητα. Έτσι, λοιπόν, οι ακόλουθοι του θεού Διονύσου ονομάστηκαν τραγῳδοί, επειδή τραγουδούσαν μεταμφιεσμένοι σε τραγόμορφους δαίμονες (τράγων ᾠδή = ωδή, άσμα χορευτών που είναι μεταμφιεσμένοι σε Σατύρους).
Υπάρχουν κι άλλες εκδοχές για την ονομασία των τραγωδών. Λέγεται ότι ονομάστηκαν έτσι επειδή φορούσαν δέρματα τράγων, έπαιρναν ως έπαθλο έναν τράγο ή επειδή κατά την τελετή πραγματοποιούνταν θυσία τράγου.
Η λέξη «τραγούδι» έχει πλέον ευρύ περιεχόμενο και χρησιμοποιείται προκειμένου να δηλώσει ένα «σύνολο στίχων που έχουν επενδυθεί μουσικά, χωρίζονται σε στροφές και ερμηνεύονται από έναν τραγουδιστή».
Το αρχαιότερο γνωστό τραγούδι του οποίου σώζονται πλήρως στίχοι και μουσική είναι ο επιτάφιος του Σείκιλου (200-100 π.Χ.). Πρόκειται για ένα τραγούδι που υμνεί τη χαρά της ζωής και το αφιερώνει ο Σείκιλος στην Ευτέρπη.
Οι στίχοι του λένε: «Όσο ζεις λάμψε, καθόλου μη λυπάσαι. Γιατί λίγο διαρκεί η ζωή, ο χρόνος καθορίζει το τέλος». Το επιτάφιο αυτό τραγούδι είναι χαραγμένο σε επιτύμβια κυλινδρική στήλη, ύψους 40 εκατοστών. Είναι γραμμένο στην κοινή ελληνική των ελληνιστικών χρόνων. Τους στίχους συνοδεύουν μουσικά σύμβολα, φρυγικού τύπου. Αποκαλύφθηκε το 1883 στο Αϊδίνιο (αρχαίες Τράλλεις της Μικράς Ασίας). Εκτέθηκε σε μουσείο της Σμύρνης, έως το 1922, οπότε και χάθηκε. Πιθανολογείται ότι μεταφέρθηκε παράνομα στο εξωτερικό. Σήμερα, βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο της Δανίας, στην Κοπεγχάγη.
ΠΗΓΕΣ
1. Μπαμπινιώτης, Γ. (1998). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
4.http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/klasiki/Curti02.htm