Η Πληροφορική είναι θετική και εφαρμοσμένη επιστήμη που ερευνά τις τεχνολογικές εφαρμογές σε αυτοματοποιημένα υπολογιστικά συστήματα, από τη σκοπιά της σχεδίασης, της ανάπτυξης, της υλοποίησης, της διερεύνησης, της ανάλυσης και της προδιαγραφής τους, την απόκτηση, την εκπροσώπηση, την επεξεργασία, την αποθήκευση, την επικοινωνία και την πρόσβαση στις πληροφορίες. Τα εν λόγω υπολογιστικά συστήματα συνήθως είναι ηλεκτρονικές και ψηφιακές συσκευές, όμως τυπικά αυτό δεν είναι απαραίτητο.
Η πληροφορική μπορεί επίσης να γίνει αντιληπτή ως η επιστήμη που ερευνά θεωρητικές μεθόδους και πρακτικούς μηχανισμούς διαχείρισης πληροφοριών. Η τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνίας άρχισε να λαμβάνει χώρα ευρέως μετά το 1970, με αποτέλεσμα σημαντικές κοινωνικές, οικονομικές και τεχνολογικές αλλαγές σε διεθνές επίπεδο.
Το 1957 επινοήθηκε ο όρος informatik από τον Γερμανό επιστήμονα Καρλ Στάινμπουχ (Karl Steinbuch), ο οποίος εξέδωσε μία εργασία με τίτλο Informatik: Automatische Informationsverarbeitung («Πληροφορική: Αυτόματη Επεξεργασία Πληροφοριών»). Από εκεί προέκυψε κατόπιν, ως δάνειο, η αγγλική λέξη informatics (=πληροφορική). Την ίδια περίοδο στις ΗΠΑ, ο όρος computer science (=επιστήμη υπολογιστών) εμφανίστηκε γραπτώς το 1959 σε επιστημονικό άρθρο ο συγγραφέας του οποίου ζητούσε την ίδρυση «Σχολής Επιστημών Υπολογιστών» (School of Computer Sciences), κατ” αναλογία με τη «Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων» του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ που είχε ιδρυθεί το 1921. Το προτεινόμενο όνομα δικαιολογούνταν με το σκεπτικό ότι αυτή η «επιστήμη υπολογιστών», όπως η «επιστήμη διαχείρισης» (η σημερινή επιχειρησιακή έρευνα) είναι εφαρμοσμένος και διεπιστημονικός γνωστικός τομέας, αλλά με όλα τα χαρακτηριστικά ενός διακριτού ακαδημαϊκού πεδίου. Οι εν λόγω προσπάθειες ευοδώθηκαν και αρκετά Πανεπιστήμια στις ΗΠΑ άρχισαν να ιδρύουν τμήματα πληροφορικής υπό τον τίτλο «Επιστήμης Υπολογιστών», με πρώτο το Πανεπιστήμιο Περντιού το 1962.
Πηγή Wikipedia