Αιμίλιος Ριάδης και Μωρίς Ραβέλ: Η είσοδος του ιμπρεσιονισμού στην ελληνική μουσική
Ο μουσικός ιμπρεσιονισμός ακολουθεί χρονικά κατά μερικές δεκαετίες τον εικαστικό και ταυτίζεται με τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, περίοδος γνωστή ως Belle Epoque. Τα μουσικά έργα της εποχής αυτής είναι ήπιων τόνων, ατμοσφαιρικά, στα οποία κυριαρχεί η ρευστότητα στη φόρμα και στον ρυθμό καθώς και η θαμπή υφή λόγω των οργάνων με αντήχηση που πρωταγωνιστούν. Εκτός από τον Κλώντ Ντεμπισύ που θεωρείται ο εκπρόσωπος του είδους (όσο ζούσε τον αποκαλούσαν «Γουίστλερ της μουσικής»), ένας ακόμα σημαντικός Γάλλος συνθέτης της ιμπρεσιονιστικής περιόδου είναι ο Μωρίς Ραβέλ, ενώ ένας σημαντικός Έλληνας συνθέτης που έγραψε ιμπρεσιονιστικά έργα είναι ο Αιμίλιος Ριάδης. Με τον τελευταίο γίνεται η είσοδος του ιμπρεσιονισμού στην ελληνική μουσική …
Ο Αιμίλιος Ριάδης (13 Μαίου 1880 – 17 Ιουλίου 1935) είναι ο πρώτος Έλληνας ιμπρεσιονιστής, ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες της Ελληνικής Εθνικής Σχολής και αξιόλογος ποιητής. Ξεκίνησε τις σπουδές του στο πιάνο και στα θεωρητικά στη Θεσσαλονίκη, ως μαθητής του Δημητρίου Λάλλα – μοναδικού Έλληνα μαθητή του Βάγκνερ – τις οποίες και ολοκλήρωσε στο Μόναχο το 1910. Για τα επόμενα πέντε χρόνια έζησε στο Παρίσι, όπου μελέτησε με τον Γκυστάβ Σαρπαντιέ και τον Μωρίς Ραβέλ, και ήρθε σε επαφή με τους Γάλλους ιμπρεσιονιστές που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής του προσωπικότητας. Στην παρισινή περίοδο ανήκουν τα «Πέντε μακεδονικά τραγούδια» για φωνή και πιάνο: «Τυφλή στον αργαλειό», «Η ορφανή», «Το ξωτικό της λίμνης και ο βασιλιάς», «Του ίσκιου η αρραβωνιαστικιά» και το «Νανούρισμα», όλα σε ποίηση του συνθέτη.
Επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη λόγω του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διορίστηκε αρχικά ως καθηγητής πιάνου και μετά το 1918 ως υποδιευθυντής στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης. Το 1923 του απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο Τέχνης και Επιστήμης. Παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη έως και τον θάνατό του το 1935.
Ο Ριάδης ασχολήθηκε με την όπερα, τη συμφωνική μουσική, τη μουσική δωματίου, τη μουσική για πιάνο κ.ά. Εκτός από τα τραγούδια του, μερικά από τα οποία έχουν εκδοθεί, σχετικά λίγα έργα του είναι ολοκληρωμένα. Ανάμεσα στα σημαντικότερα τελειωμένα έργα του είναι:
- Η σκηνική μουσική για τη Σαλώμη του O.Wilde 1922
- Οι «3 ρωμαίικοι χοροί» (Καμπίσιος, Βουνίσιος, Θαλασσινός)
- Η «Ιερά Λειτουργία Ιωάννου Χρυσοστόμου» για ανδρική και παιδική χορωδία
- Σονάτα για βιολοντσέλο και πιάνο κ.ά ( https://www.youtube.com/watch?v=-rpgNUJ7yYU )
Σημαντικό μέρος της μουσικής δημιουργίας του κατέχει η φωνητική μουσική, κυρίως κύκλοι τραγουδιών ή μεμονωμένα τραγούδια για φωνή, πιάνο και με/ή κάποιο άλλο όργανο. Έγραψε περίπου 200 σειρές τραγουδιών, στα οποία ο ίδιος έχει γράψει και τους στίχους. Ανάμεσα σε αυτόν τον πλούτο φωνητικής μουσικής βρίσκονται τα τραγούδια:
- «13 μικρές ελληνικές μελωδίες» για φωνή και πιάνο
- «12 ελληνικά και 3 αλβανικά τραγούδια»
- «9 μικρά ρωμαίικα τραγούδια»
- «3 μοιρολόγια» από τον «Τάφο» του Κ. Παλαμά, κ.ά
Ο Ζοζέφ Μωρίς Ραβέλ (7 Μαρτίου 1875 – 28 Δεκεμβρίου 1937) ήταν Γάλλος συνθέτης και ένας από τους κύριους εκπροσώπους του μουσικού ιμπρεσιονισμού. Γεννήθηκε σε μεσοαστική οικογένεια στις 7 Μαρτίου του 1875 από μητέρα βασκικής καταγωγής στα Κάτω Πυρηναία, στο Σιμπούρ. Επιδεικνύει εξαιρετική κλίση στη μουσική από πολύ μικρή ηλικία και έτσι πηγαίνει στο Παρίσι όπου αρχίζει μαθήματα πιάνου. Στα είκοσί του χρόνια παρουσιάζει τις πρώτες του συνθέσεις «Παβάνα για μια νεκρή Ινφάντη», «Συντριβάνια», έργα που συναντούν ψυχρή υποδοχή. Το 1901 ο φιλόδοξος νέος συνθέτης παίρνει μέρος στον διάσημο, την εποχή εκείνη, Διαγωνισμό της Ρώμης, κατακτώντας το δεύτερο βραβείο και μη ενθουσιάζοντας τους κριτές. Ξαναπροσπαθεί άλλες τρεις φορές μέχρι το 1905 χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα. Τον κρίνουν αδιάφορο και ατάλαντο. Η μουσική του άρχισε να αναγνωρίζεται μόνο μετά το 1908 με τα έργα «Ισπανική ραψωδία» για ορχήστρα και «Γκασπάρ της νύχτας».
Λίγο πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1912) παρουσιάζεται η χορογραφική του σουίτα «Δάφνις και Χλόη» ενώ την ίδια χρονιά ενορχηστρώνεται το αριστούργημά του «Η μάνα μου η χήνα» (https://www.youtube.com/watch?v=o3rir1bWTyI)
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όμως, ανοίγεται για αυτόν μια νέα εποχή που τη σημαδεύουν τα καινούργια του έργα,ανάμεσά τους και το πασίγνωστο «Bolero» (το οποίο ο ίδιος θεωρούσε ασήμαντο, «ένα κομμάτι για ορχήστρα χωρίς μουσική», όπως το περιέγραψε). Από το 1928 έως το 1932 ταξιδεύει στις ΗΠΑ (η φιλία του με τον Gershwin τον επηρεάζει αρκετά) και σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες με σκοπό να παρουσιάσει το δημοφιλές κοντσέρτο του για πιάνο σε σολ.
Το 1932 ο Ραβέλ έπεσε θύμα αυτοκινητιστικού δυστυχήματος, έπαθε νευρική υπερκόπωση από την οποία δεν συνήλθε ποτέ.Από το 1933 εμφανίζει σταδιακά μια ιδιότυπη εγκεφαλική αφασία, εξαιτίας του δυστυχήματος, και είναι πια καταδικασμένος να αποσυρθεί απο τη μουσική δημιουργία. Παρ’ολο που διατήρησε τη φαντασία και την ικανότητα να δονείται άπο τη μουσική, δεν μπορούσε να μιλήσει ούτε να γράψει. Πεθαίνοντας 4 χρόνια αργότερα, αφήνει ένα θησαυρό από εργα – σφραγίδες της εξαιρετικά ευαίσθητης καλλιτεχνικής ιδιοφυίας του.
Ιδιαίτερα δημοφιλή είναι τα κομμάτια του για πιάνο, πολλά από τα οποία,όπως τα Jeux d’eau, Mirroirs και το Gaspard de la nuit απαιτούν ιδιαίτερη δεξιοτεχνία από τους εκτελεστές τους. (Μία εξαιρετική εκτέλεση του Jeux d’eau: https://www.youtube.com/watch?v=K6XI7sIz7CU)
Για τους μουσικούς ο Ραβέλ ήταν πρωτίστως ένας αυθόρμητος υπερασπιστής της μουσικής, «ένας τελετουργός με ανθρωπιστικά αισθήματα», όπως είπαν, ένας ευαίσθητος καλλιτέχνης που «προσδιόριζε ως θεό τη φύση». Για πολλούς είναι «ο καλύτερος ενορχηστρωτής της γαλλικής μουσικής», ενω για άλλους «ο καλύτερος ενορχηστρωτής της μουσικής ιστορίας». Σε αυτό που σίγουρα όλοι θα συμφωνήσουν είναι πως ο Μωρίς Ραβέλ έμεινε αξέχαστος για τη δύναμη της φλογερής μουσικής του και το πάθος του για την τέχνη . . .
“And the ironic tender heart which beats under the velvet vest of Maurice Ravel.”
Ριάδης και Ραβέλ: μαθητής και δάσκαλος;
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, υποστηρίζεται ότι ο Ριάδης υπήρξε μαθητής του Ραβέλ και ότι εκείνος εκφραζόταν πολύ θερμά για την αξία του. O στενός φίλος και μαθητής του Ριάδη, Σ. Καρατζίδης, αναφέρει ότι ο Γάλλος ιμπρεσιονιστής αποκαλούσε τον Ριάδη: «ο μεγαλοφυής μαθητής μου». Ωστόσο η Δήμητρα Διαμαντοπούλου – Cornejo, η οποία έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή για τον Ριάδη, υποστηρίζει ότι είναι πιθανή, αλλά όχι απόλυτα τεκμηριωμένη η γνωριμία Ραβέλ – Ριάδη. Σίγουρα πάντως ο θαυμασμός του Ριάδη προς τον Ραβέλ είναι δεδομένος (έχει συνθέσει μάλιστα και ένα έργο για πιάνο προς τιμήν του Ραβέλ, το Hommage à Ravel). Το έργο του Ριάδη, αν και έντονα ιμπρεσιονιστικό, έχει στιγμές ελληνικότητας που οφείλονται σε ιδιαίτερα μελωδικά και γενικότερα ιδιοσυγκρασιακά στοιχεία, με συνέπεια να υπάρχει κάποιος βαθμός στιλιστικής διαφοροποίησης από το έργο του Ραβέλ και γενικά των Γάλλων ιμπρεσιονιστών, πάντως η επιρροή του Ραβέλ στον Ριάδη είναι εμφανής.
Ακούστε: https://www.youtube.com/watch?v=UORxpTn-pOE
(Η Τοκκάτα από το έργο “Le Tombeau de Couperin” του Ραβέλ, ένα έργο προς τιμήν του συνθέτη του γαλλικού Μπαρόκ Φρανσουά Κουπρέν (François Couperin))
και
https://www.youtube.com/watch?v=CJTGjqc1K5U (το έργο του Ριάδη “Hommage à Ravel” προς τιμήν του Μωρίς Ραβέλ)
Βιβλιογραφικές πηγές:
Arbie Orenstein, “Ravel: Man and Musician”. Dover Publications 1991.
https://www.youtube.com/watch?v=Xo9G9C6KvCE
http://www.hellenica.de/Musik/JosephMauriceRavel.html
http://www.peebe.gr/technes/emilios-riadis-1880-1935/
http://lenageorgali.blogspot.gr/2014/05/1920.html
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CF%89%CF%81%CE%AF%CF%82_%CE%A1%CE%B1%CE%B2%CE%AD%CE%BB
επιμέλεια: Ιουλία Μπαμπέ
Σχολιάστε
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.