Μαρτυρίες Μικρασιατών

prosfyges

Μαρτυρία Κοντού Κωνσταντίνας (από το αρχείο του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής  Φθιώτιδας): Ένα άλλο που θυμάμαι ήταν οι κακές σχέσεις που είχαν οι ντόπιοι με τους πρόσφυγες. Μας φέρθηκαν χειρότερα κι από ζώα κι ας ήμασταν αδέρφια τους . Για κάθε κακό που γινόταν στη Στυλίδα εμάς τους πρόσφυγες κατηγορούσαν . Τα παιδιά των προσφύγων τα χτύπαγαν ,ενώ τα δικά τους τα φοβέριζαν ότι αν δεν ήταν φρόνιμα θα τα έδιναν στους πρόσφυγες να τα φάνε . Οι ντόπιοι μας φωνάζανε <<τουρκόσπορους>> και μας καίγανε στην καρδιά . Εμείς είχαμε ξεριζωθεί από την πατρίδα και οι ντόπιοι μας ξερίζωναν κι απ’ τον εαυτό μας . Το μίσος αυτό έμεινε για πολλά χρόνια . Το 1948 ο δήμαρχος της Στυλίδας , διορισμένος , έκρινε σωστό να κλείσει με συρματόπλεγμα τον προσφυγικό συνοικισμό έξω από τη Στυλίδα για μα πάρουν οι αντάρτες . Αλλά εμείς τρέχαμε να πάμε στους αντάρτες .

Μαρτυρία Γιώργου από το Μπογιουκλή: Στον δρόμο βρήκαμε ένα παιδάκι πεθαμένο. Προησμένο και μελανιασμένο ήτανε, σε κακό χαλί. Ρωμιόπουλο ήτανε. Το κλέψαμε  και σκάψαμε ένα λάκκο και το θάψαμε…. Την άλλη μέρα στο δρόμο μας βρήκαμε άλλο παιδάκι πεθαμένο – ήτανε δεν ήτανε δέκα χρονών- και πιο κάτω άλλο. Πόσα απαντήσαμε κι εγώ δεν ξέρω. Το πρώτο το κλάψαμε, το θάψαμε και το δεύτερο το ίδιο. Ύστερα όμως τα παρατούσαμε έτσι στη μέση του δρόμου, άκλαφτα  και άθαφτα, ούτε ένα κλαδάκι δεν ρίχναμε επάνω τους να τα σκεπάσουμε. Βλακεία κι απομωρία και κτηνωδία πέφτει στον άνθρωπο άμα δυστυχήσει πολύ. Κτηνώδεις πράξεις κάνει χωρίς να το καταλαβαίνει.

Μαρτυρία Θεοδώρας Κόντου από τα Κριτζαλιά: Η μάνα μου δεν πέθανε την ίδια ώρα σαν τους άλλους. Της είχαν χύσει τα έντερα, την είχαν περιχύσει κι εκείνη με ερμήνευε και μου ‘λέγε: «Παιδάκι μου, άμα δεις τα σκούρα να πέσεις στη θάλασσα». Έβγαλε και από την τσέπη της και μου ‘δώσε το πορτοφόλι της και μια φωτογραφία περιχυμένη στα αίματα την έχω ακόμη…

Μαρτυρία του Αναστάση Χαρανή από το Γκερένκιοϊ: Οι γονείς μου μείνανε στις Φώκιες, Από κει τους πήρανε οι Τούρκοι μαζί μ’ άλλους Φωκιανούς, Γκερενκιοΐτες και Σερεκιοΐτες, και τους πήγανε στο εσωτερικό. Την άλλη μέρα διαλέξανε οι Τούρκοι τα καλύτερα κορίτσια κι οργιάσανε. Πήρανε και την ανηψιά μου. «Παππού», φώναζε αυτή, «…σώσε με»! Ο πατέρας μου δάκρυσε, όταν την άκουσε να φωνάζει. Αυτός που άλλοτε ήταν πανίσχυρος δεν μπορούσε να τη βοηθήσει. Απ’ όλη την οικογένεια μου εγώ γλύτωσα. Τους γονείς μου, τρία αδέλφια και πέντε ανήψια, όλους τους σφάξανε οι Τούρκοι.

Πηγές: Η ΕΞΟΔΟΣ – ΤΟΜΟΣ Α’ – ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΑΡΧΙΕΣ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΛΙΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΣ- ΕΚΔ: ΚΕΝΤΡΟ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ – 1980.

- Αρχείο του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολικής Φθιώτιδας.

Αραμπατζή Έλενα – Γλιούμπα Ειρήνη – Γκατζογιάννης Χρυσόστομος – Γιολδάση Παρασκευή

 

Χειμώνας καιρός. Χριστουγεννιάτικα. Τι σπουδαίοι άνθρωποι κι εκείνοι! Άπονοι, πολύ άπονοι άνθρωποι οι Πατριναίοι. Πεινασμένοι, κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι από το δρόμο, ακούσαμε να μας καλωσορίζουν. «Τι θέλετε στον τόπο μας, Τουρκόσποροι; Να πάτε στο Βενιζέλο σας».

 Καρνάβα Βάλια - Καρακούση Χριστίνα-Θεοδώρα

 

Τη νύχτα φτάσαμε στην κορυφή ενός λόφου και νόμισα ότι από κάτω απλωνόταν μία ολόκληρη πόλη με τα χιλιάδες φωτάκια της – ήταν οι φωτιές από τις κατασκηνώσεις που κατέκλυζαν τον κάμπο από άκρη σε άκρη, και οι άνθρωποι κοιμόντουσαν εκεί, πάνω στο χώμα χωρίς καμία προστασία. Δεν ξέρουν πού πηγαίνουν και όταν φτάσουν δεν θα βρουν πουθενά καταφύγιο.

Είκοσι μίλια μήκος έχει η σειρά με τα κάρα που τα σέρνουν αγελάδες, μοσχάρια και βόδια βουτηγμένα στη λάσπη ως τα πλευρά. Γυναίκες, παιδιά και άνδρες που τρεκλίζουν από την εξάντληση έχουν τα κεφάλια σκεπασμένα με κουβέρτες καθώς περπατάνε στα τυφλά μέσα στη βροχή δίπλα στα υπάρχοντά τους. Είναι μία σιωπηλή πομπή. Δεν ακούγεται ούτε ένα αναστεναγμός. Φυλάνε όλες τις δυνάμεις τους για να τραβάνε μπροστά.

Πηγή: https://refugeesingreece.gr

Kαραμανή Ευτυχία – Κατσιμίχα Κάλλια

Αφήστε το σχόλιο σας στο "Μαρτυρίες Μικρασιατών"

Σχολιάστε