Τα κάλαντα ξεκίνησαν τον 2ο αιώνα π.Χ. κατά την Ρωμαϊκή εποχή. Μέχρι τότε τα κάλαντα εορτάζονταν τον Μάρτιο. Η λέξη κάλαντα προέρχεται από την λατινική λέξη «calenda». Τα κάλαντα είναι εύθυμα και εγκωμιαστικά τραγούδια που λέγονται κυρίως πριν από μεγάλες θρησκευτικές εορτές όπως Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. Σε κάποια μέρη του ελλαδικού χώρου, όπως την Καβάλα, ονομάζονται «Αρχικάλαντα» . Κάλαντα δεν λέμε μόνο τα Χριστούγεννα(χριστουγεννιάτικα, Πρωτοχρονιάς, Θεοφανείων) αλλά και το Πάσχα (του Λαζάρου, των Βαΐων).
Σε κάθε περιοχή της Ελλάδας υπάρχουν διαφορετικά έθιμα και διαφορετικές εκδοχές στους στίχους για τα κάλαντα που λένε τα παιδιά. Δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση η Κρήτη ούτε στα έθιμα αλλά ούτε και στους διαφορετικούς στίχους.
Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε στην εικόνα ένα αγόρι κρατάει μία λύρα. Τα κάλαντα στην Κρήτη δεν λέγονται μόνο με το τρίγωνο που ξέρουμε όλοι μας, αλλά λέγονται και με παραδοσιακά όργανα όπως τη λύρα, το λαούτο, το μαντολίνο, την ασκομαντούρα κτλ.
Παλαιότερα δεν δίνανε χρήματα και έτσι τα παιδιά δεχόντουσαν κεράσματα όπως κουραμπιέδες, μελομακάρονα κτλ Στα ορεινά χωριά δίνανε λάδι γιατί δεν είχαν ούτε χρήματα αλλά ούτε και γλυκά για να κεράσουν τα παιδιά. Επίσης, πολλές φορές έδιναν και ξηρούς καρπούς. Μετά μαζεύονταν στο καφενείο και μοίραζαν τα δώρα που είχαν μαζέψει. Τα παιδιά κρατούσαν ένα πανιέρι (καλάθι) που είχαν μέσα σε αυτό τα τρόφιμα. Στα περισσότερα σπίτια οι κεράδες ( οι γυναίκες) των σπιτιών έφτιαχναν ένα άσπρο πιάτο ή μία άσπρη δαντελωτή πετσέτα και έστελναν τα παιδιά τους στα σπίτια των γηραιότερων ανθρώπων της οικογένειας, όπως κάποια θεία με κάποιο πρόβλημα υγείας. Αυτά τα πιάτα είχαν μέσα γλυκά , ξηρούς καρπούς ενώ μερικές φορές έδιναν στα παιδιά να τους πάνε και λάδι με κρασί.
Την πρωτοχρονιά τους έκανε ποδαρικό ο πρώτος που έμπαινε στο σπίτι αλλά εκείνος έπρεπε να κρατάει μία μεγάλη πέτρα και έλεγαν: » όσο πιο βαριά η πέτρα τόσο πιο πολλά τα πλούτη που θα δεχτεί το σπίτι με τον καινούριο χρόνο». Αλλά το είχαν καλύτερο να τους κάνει ποδαρικό κάποιο ζώο.
Παρακάτω σας παραθέτουμε τους στίχους από τα παραδοσιακά κάλαντα της Κρήτης που τα παιδιά τραγουδούσαν τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά αλλά και τα Θεοφάνεια.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ
Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία Γέννηση να πω στ” αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται χαίρετ” η κτίσις όλη.
Εντός σπηλαίου τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.
Εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα
άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα.
Φτάσαντες εις Ιερουσαλήμ με πόθον ερωτώσι
πού εγεννήθη ο Χριστός να πάν να τον ευρώσι!
Διά Χριστόν ως ήκουσε ο βασιλεύς Ηρώδης
αμέσως εταράχθηκε έγινε θηριώδης.
Ότι πολλά φοβήθηκε διά τη βασιλεία
μην του την πάρει ο Χριστός και χάσει την αξία.
Κράζει τους μάγους και ρωτά πού ο Χριστός γεννάται;
Εις Βηθλεέμ ηξεύρομεν ως η γραφή διηγάται.
Γεννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα
το μέλι τρών οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες
και στο μελισσοβότανο να λούζονται οι κυράδες.
Κερά ψηλή κερά λιγνή κερά καμαροφρύδα
κερά μου τον υγιόκα σου και τον πρωτότοκό σου
για λούστονε για χτένιστον για στείλτον στο σχολειό του
να τονε δείρει ο δάσκαλος με τρία κλωνάρια μόσχο
και να του σκούξουν τα παιδιά: μωρέ μοσκοδαρμένε
μωρέ και πούν” τα γράμματα, μωρέ και πουν ο νούς σου;
Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και κρουσταλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα
Aπού τον έχεις τον υγιό το μοσχοκανακάρη
λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις.
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ” ένα χρυσό βεργάλι
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι.
Έχετε γιο στα γράμματα που σέρνει το κοντύλι
να του τ΄αξώσει ο Θεός να βάλει πετραχήλι.
Επόμαμε του γιόκα σας να πούμε και τση κόρης
έχετε κόρη όμορφη γραμματικός τη θέλει
μ” αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύγει.
Είπαμε δα για την κερά ας πούμε και τση βάγιας
άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το λυχνέρι
και κάτσε και ντουσούντισε ήντα θα μασ-ε φέρεις.
Για απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι
κι από τον πείρο του βουτσού να πιούμε μια γεμάτη.
Κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
κι αν το΄χει κάνει η γαλανή ας είναι ζευγαράκι
κι από το πιθαράκι σου λάδι ένα κουρουπάκι
κι αν είναι κι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ” ασκάκι.
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλληκάρια
Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα,
Ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε «καλησπέρα».
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ
Ταχιά ταχιά ν’ αρχιμηνιά ταχιά ν’ αρχή του χρόνου,
ταχιά (ν)όπου προπάτηξεν ο Κύριος στον κόσμο,
κι εβγήκεν κι εχαιρέτησεν όλους τσοι ζευγολάτες,
ο πρώτος που χαιρέτηξεν ήταν ο Άγιος Βασίλης.
Άγιε Βασίλη δέσποτα τι σπέρνεις την ημέρα;
σπέρνω κριθάρι 12 και στάρι 15 ταγή και ρόβι 18 και από νωρίς στον στάβλο ,
μα εκείνο μου το φάγανε λαγούδια και περδίκια
και περνώ το τουφέκι μου να πα να τα σκοτώσω
μα ούτε λαγούδια σκότωσα ούτε περδίκια επιάσα.
Και θέρισα κι αλώνεψα όλα τα αποφαγούδια
και έβγαλα 1.000 μετρητά και 1.000 μετρημένα
και τα άλλα δεν τα μέτρησα γιατί ο Χρηστός επέρνα. [...]
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε πέτρα μην ραγίσει
κι ο νοικοκύρης και η κυρά χρόνια πολλά να ζήσουν !
ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ
Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός
η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός.
Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθετ” η κυρά μας η Παναγιά.
Κάλημερα, κάλησπερα.
Καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.
Όργανo βαστάει, κερί κρατεί
και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.
Άϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή
βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί.
Ν” ανεβώ επάνω στον ουρανό
να μαζέψω ρόδα και λίβανο.
Κάλημερα, κάλησπερα,
Καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.
ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ (ΚΡΗΤΗΣ)
«Σήμερα είναι τω φωτώ που αγιάζουν οι παπάδες
Και μες στα σπίθια μπαίνουνε και λεν τον Ιορδάνη
Ο Ιωάννης βαπτιστής εγύρισε και είπε
Χαρίσετέ μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια
Να ανοίξω το παράδεισο να πιώ νερό δροσάτο
Να θέσω να αποκοιμηθώ σε μια μηλιά από κάτω
Ανήφορος κατήφορος στα τρία πηγαδάκια
Κάθουνται τρείς μελαχρινές με τα σγουρά μαλλάκια
Η μια κεντά τον ουρανό κι η άλλη το φεγγάρι
Κι η τρίτη η ωραιότερη κεντά τον Αϊ Γιάννη»
Σας ευχόμαστε Καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένο το νέο Έτος!
ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ ΑΡΘΡΟΥ: ΜΑΚΡΑΚΗ ΧΑΡΙΣΤΗ Γ3