Εισαγωγή της Μ. Παραλίδου για το «Πρίσμα»
Με μια εκλαϊκευτική αλληγορία ο Κώστας Κρεμμύδας* μάς μυεί στο μυστήριο της ποιητικής δημιουργίας, ως μιας πράξης οριστικής και αμετάκλητης. Ο φακός εστίασής του μετατοπίζεται σταδιακά από την πλευρά του δημιουργού, στη φαινομενολογία -ή μάλλον στην οντολογία- της τέχνης και έπειτα στην πρόσληψη από τον αναγνώστη-κοινωνό της. Τις παρακάτω σκέψεις, που, όπως ανέφερε, είχε εκφράσει ο ποιητής και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού «Μανδραγόρας» και στο 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης (23-26/11/2023) που πραγματοποιήθηκε στις Σέρρες με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Φιλολόγων Σερρών, μας τις καταθέτει εδώ και τις μοιράζεται μαζί μας.
Σερφάρω ρεφάρω ρετάρω αναζητώντας μάταια έναν φάρο
Η ποίηση είναι σαν το ποδόσφαιρο: τρέχεις πάνω κάτω, κάνεις στροφές στον εαυτό σου, ιδροκοπάς, παθιάζεσαι μα στο τέλος η μπάλα βγαίνει συνήθως άουτ, μέτρα πολλά πάνω από τα γκολπόστ. Κάποτε βρίσκει στα δοκάρια. Σπάνια να μπει το γκολ. Έτοιμη να σε κατασπαράξει η εξέδρα. Υπάρχουν γιούχα, βαρεμάρα, σχόλια. Όταν λήξει το ματς, λες δια μαγείας, το γήπεδο αδειάζει. Εσύ μόνος σε μια γωνιά, μαζεύεις τα λιγοστά υπάρχοντά σου και χάνεσαι στ’ αζήτητα. Μέχρι την άλλη Κυριακή. Λίγοι οι ήρωες των γηπέδων. Λιγοστές οι στιγμές που θα μείνουν στη μνήμη και την ιστορία. Τα υπόλοιπα μια βαρετή ρουτίνα με σκαμπανεβάσματα, ένας ατέλειωτος μοναχικός κλαυσίγελος, ακόμη και σε μια πολύβουη κοινωνία: μόνος διαβαίνεις, μόνος πασχίζεις για το γκολ, μόνος πορεύεσαι και χάνεσαι μονάχος. Ήττα και νίκη σε βαραίνουν μόνον, όπως κι ο θάνατος εξάλλου. Γιατί η ποίηση είναι ζωή και θάνατος μαζί: τραγούδι και μοιρολόι, κωμωδία και δράμα: «ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης…
…Με τα σπουδαία να αναζητούνται αιώνες, να προσδιοριστούν αδύνατον με έναν λόγο. Ίσως γι’ αυτό να γράφονται σελίδες ακόμα και μέσα σε ματωμένους χρόνους. απαντοχή ή αυταπάτη. [...]
Γι’ αυτό σου λέω πως πρέπει ν’ ακουμπάς τα ποιήματα, να τα μυρίζεις, να τα γεύεσαι, να αφουγκράζεσαι το ανεπαίσθητο φευγαλέο πέρασμά τους, να ζεις τον πόνο και την αγωνία τους, να τα ερωτεύεσαι και να τα πεθαίνεις. Να στήνεις μάχες με τα ποιήματα, ν’ ανεβαίνεις στο ικρίωμα, να τινάζεις να μυαλά σου στον αέρα με ένα Pieper Bayard –έστω κι αν εκ των υστέρων θεωρείς «ατιμωτική» την πράξη σου– να βάζεις ξόβεργες να τους στήνεις καρτέρι, να τα σημαδεύεις/ πρέπει να ξέρεις τέλειο σημάδι αλλιώς γράφε νουβέλες και διηγήματα που ’ναι ακίνδυνα. Γιατί η ποίηση χρειάζεται οπλοπολυβόλο, πυροβολαρχίες, χαφιέδες στα τμήματα ηθών και σπιούνους που ’χουν μάθει να γλύφουν, να φλυαρούν σε τηλεοπτικά πάνελ, να καταδίδουν στις αρμόδιες υπηρεσίες προστασίας του κράτους «τον κομμουνιστικόν κίνδυνον». Πολυσυλλεκτική και αμφίθυμη, δημοκρατική κι αντιδραστική, συλλογική κι ατομική, δοτική κι εγωπαθής. Τα συνενώνει και τα συσκοτίζει όλα αφήνοντας τα πάντα αναπάντητα.
Κι όμως αντέχει μες στη χλεύη και τη γενικευμένη αδιαφορία. Επιμένει κι ενίοτε ξεσηκώνει τα πλήθη σε πορείες, γιορτές, σε στάδια και πανηγύρια. Γι’ αυτό σου λέω πυροβολείτε τους ποιητές όπου τους βρίσκετε/ αφανίστε το αχρείο είδος από προσώπου της γης/ Είναι ικανοί να ταράζουν εσαεί το ανέφελον του βίου σας.
Κώστας Κρεμμύδας
*Ο Κώστας Κρεμμύδας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1955. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Δημόσια Διοίκηση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Παιδαγωγικά στη ΣΕΛΕΤΕ, Νομικά στη Νομική Αθηνών και Κοινωνική Ιστορία στη Σορβόνη, όπου και παρουσίασε το μεταπτυχιακό του: “Συνδικαλιστικό κίνημα και Τράπεζες στην Ελλάδα (1917-1949), Η περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας”. Εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Πατρών με θέμα “Επιθεώρηση Τέχνης (1954-1967)”. Από το 1993 διευθύνει το περιοδικό “Μανδραγόρας” και τις ομώνυμες εκδόσεις. Συμμετέχει στην Οργανωτική Επιτροπή του “Συμπόσιου Ποίησης”. Κριτικά κείμενα, δοκίμια και χρονογραφήματα του δημοσιεύονται σε εφημερίδες και περιοδικά.
[Πηγή βιογραφικού: Βιβλιοπωλείο ΜΙΕΤ]
[Πηγή εικόνας: Αγώνας, Καθημερινή Εφημερίδα της Θράκης, "Νεοελληνική Ποίηση και ποδόσδφαιρο"]
Μοιραζόμαστε τη χαρά για αυτό το πλέγμα συναντίληψης και συμπράξεων που διαμορφώνεται και αναπτύσσεται και με την εν λόγω συνεισφορά και με τη μεγάλη τιμή της αναφοράς του «Μανδραγόρα» στο «Πρίσμα»!